“Πού πάνε, πες, παππού, οι άνθρωποι όταν πεθαίνουν;
Μέσα στη γη μπαίνουν βαθιά ή στα ουράνια ανεβαίνουν;”
“Δεν είμαι σίγουρος”, είπε ο παππούς, “απ’ ό,τι όμως δείχνει,
στα όνειρα μας έρχονται, κι αυτά έχουν για σπίτι.”
David Lodge, Deaf sentence, μτφ Έφη Τσιρώνη
~
“Το κωμικό, όντας η αίσθηση του παραλόγου, μου φαίνεται πιο απελπιστικό από το τραγικό. Το κωμικό δεν προσφέρει έξοδο.” Ευγένιος Ιονέσκο
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Τον είχα δει από κοντά τον Ρόμπιν Γουίλιαμς, πριν δεκαπέντε περίπου χρόνια. Ήταν καλοκαίρι, Αύγουστος ήτανε δεν ήτανε θαρρώ. Δούλευα σερβιτόρος στην Νάξο και ιδροκοπούσα ανηλεώς. Κατάλαβα ότι υπήρχε κάτι που άξιζε να κοιτάξεις από τα κεφάλια των πελατών, όχι όλων, αλλά πολλών, που στράφηκαν προς τον πεζόδρομο.
Ο Γουίλιαμς φορούσε άσπρο παντελόνι και λινό πουκάμισο ίδιου χρώματος. Στα πόδια σανδάλια. Ήταν μια σπιθαμή άνθρωπος, σαν καλικάντζαρος, μαυρισμένος πολύ. Χαμογελούσε, με εκείνον τον τρόπο που σε έκανε να πιστεύεις ότι όλα θα πάνε καλά.
Δεν δημιουργήθηκε πανικός ούτε ξεκίνησαν να πέφτουν πάνω του θαυμαστές και θαυμάστριες (όπως είδα να συμβαίνει αρκετά χρόνια μετά, όταν περνούσε κάποιος Έλληνας ποπ τραγουδιστής της σειράς, με ύφος Έλβις Πρίσλεϊ.)
Οι άνθρωποι μόνο τον έδειχναν, με το κεφάλι και τα μάτια, και εξηγούσαν στο διπλανό τους ποιος είναι. Δεν είδα κανέναν να του ζητάει αυτόγραφο ή έστω να τον χαιρετάει. Μόνο τον κοιτούσαν και χαμογελούσαν.
Ήταν σαν μια επιδημία θυμηδίας.
Σαν εκείνη την ταινία του Disney, το Fantasia, όπου δείχνει την Άνοιξη να πετάει κι απ’ όπου περνάει να ανθίζουν λουλούδια, να πρασινίζει η γη.
Έτσι, καθώς περνούσε εκείνος ο μικρόσωμος άντρας, άνθιζαν τα πρόσωπα των ανθρώπων (και αυτό δεν είναι μεταφορά). Χωρίς να κάνει κάτι διαφορετικό ή κάτι τρελό. Αρκούσε να τον κοιτάξεις και χαμογελούσες.
Δεν ήταν αστείος ή κωμικός ή γελοίος. Έχω δει πολλούς γελοίους ανθρώπους και συνήθως αυτοί φορούν τη μάσκα της σοβαροφάνειας και την ανωτερότητας.
Ο Ρόμπινς δεν ήταν έτσι. Αυτό που εισέπραττες από το πρόσωπο του ήταν… Καλοσύνη, ναι, αυτό ήταν. Σαν να έβλεπες έναν καλό άνθρωπο, τίποτα άλλο.
~~{}~~
Και θυμάμαι τη χαρακτηριστική φράση του Θανάση Βέγγου: “Καλοί μου άνθρωποι!”
Σε πολλούς μπορεί να μην άρεσε ο Βέγγος ως ηθοποιός, αλλά ποιος θα τολμούσε να πει, όταν έβλεπε το πρόσωπο του, ειδικά όταν γέρασε, ειδικά σε τραγικούς ρόλους, όπως στο “Βλέμμα του Οδυσσέα” ή στο “Ψυχή Βαθιά”, ότι δεν ήταν ένας Καλός Άνθρωπος;
Οι μεγαλύτεροι κωμικοί (ηθοποιοί ή συγγραφείς) είναι εκείνοι που έχουν χρησιμοποιήσει την κωμικότητα για να ντύσουν ένα βαρύ πυρήνα τραγικότητας.
Καλός κωμικός είναι μόνο όποιος έχει αίσθηση της τραγωδίας.
Στην άλλη περίπτωση είναι γελοίος, κατάλληλος μόνο για επιθεωρήσεις και τηλεταινίες β’ διαλογής.
Δεν είναι τυχαίο που οι κλόουν των τσίρκο συνηθίζουν να ζωγραφίζουν δάκρυα στα μάγουλα τους ή έχουν το ανάποδο χαμόγελο πάντα στο πρόσωπο.
Θυμηθείτε και τον μέγιστο κωμικό όλων των εποχών, τον Τσάρλι Τσάπλιν. Η περσόνα του, ο Σαρλώ, ήταν ένας τραγικός ήρωας, κάτι σαν τον Δον Κιχώτη του Νέου Κόσμου.
Και, φυσικά, δεν χρειάζεται να πω κάτι για τον Μπάστερ Κήτον, του οποίου την εικόνα έχω οικειοποιηθεί. Απλά κοιτάξτε το πρόσωπο του πίσω από τα σίδερα. Δεν είναι αστείος, είναι τραγικός (με έναν αστείο τρόπο).
~~{}~~
Μια μέρα μετά την αυτοκτονία του Γουίλιαμς βάλαμε να δούμε το “Βασιλιάς της Μοναξιάς”, του εξίσου κωμικοτραγικού (και εξίσου σπουδαίου) Τέρι Γκίλιαμ.
Ο Πάρι, ο ήρωας της ταινίας, τον οποίο υποδύεται ο Γουίλιαμς, είναι οπωσδήποτε ένα τραγικό πρόσωπο, αφού η γυναίκα του δολοφονήθηκε μέσα στην αγκαλιά του, κάτι που τον οδήγησε στην τρέλα.
Κι όμως, μέσα από την τραγωδία αναβλύζει το γέλιο και -απροσδόκητα- η Χαρά της Ζωής.
Μέσα από το απρόβλεπτο του θανάτου μαθαίνουμε να χαμογελάμε, να απολαμβάνουμε αυτά που θεωρούσαμε μικρά ή δεδομένα: Το φεγγάρι, τη φιλία, το τραγούδι, τον έρωτα, την αγάπη, τη ζωή.
~
Κοιτάζω το κινηματογραφικό πρόσωπο του Γουίλιαμς και προσπαθώ να θυμηθώ το αληθινό του πρόσωπο, αυτό που είδα, τότε, από που είδε ένας εικοσιπεντάχρονος σερβιτόρος που έγραφε διηγήματα και ποιήματα κάτω από τις λάμπες του δρόμου.
Χαμογελώ και πάλι, παρότι ξέρω ότι αντικρίζω το πρόσωπο ενός αυτόχειρα κλόουν.
Ο Ρόμπιν, ακριβώς όπως λέει ο Ντέιβιντ Λοτζ, θα συνεχίζει να ζει στα όνειρα μας. Και θα μας κάνει να χαμογελάμε, αδιαφορώντας που “τη μικρή ζωή μας ύπνος την περιβάλλει”.
Αυτά είναι τα μόνα αντίδοτα στην αβάσταχτη ελαφρότητα της ζωής: Το γέλιο, τα όνειρα και η αγάπη, “τα τρία ταύτα μείζων δε τούτων η αγάπη”.
~~{}~~
Ονειρικό Υστερόγραφο:
Αν υπάρχει Παράδεισος των κλόουν, φαντάζεστε τον Βέγγο να τρέχει κι από πίσω τον Γουίλιαμς να τον κυνηγά φωνάζοντας -με ξενική προφορά: “Kale mou anthrope!”
Και παραδίπλα ο Τσάπλιν, ο Μολιέρος, ο Κάρλιν, ο Αριστοφάνης, ο Παπαγιανόπουλος να σταυροκοπιέται, ο Μαρσέλ Μαρσώ να μιμείται το τρεχαλητό, ο Μπέκετ να γελάει και ο Όσκαρ Ουάιλντ να λέει αποφθέγματα.
Και να ζηλεύουν οι άγγελοι που ποτέ δεν γέλασαν.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Και να ζηλεύουν οι άγγελοι που ποτέ δεν έκλαψαν.
Μία απ’ τις πιο συγκινητικές σκηνές στον κινηματογράφο είναι η τελευταία απ’ τον Κύκλο των Χαμένων Ποιητών. Ο Ρόμπιν Γουίλιαμς δεν λέει πολλά, μόνο: “Ευχαριστώ, αγόρια, ευχαριστώ.”
Κι εμείς ευχαριστούμε, Ρόμπιν, κι εμείς.