Οι Ονειροπόλοι – Σχεδίασμα για ένα μυθιστόρημα

0
330

Η ιστορία διαδραματίζεται σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον (στη δικτατορία της ΤΙΝΑ), με στοιχεία παρμένα από το κοντινό παρελθόν (μυστικές υπηρεσίες και γραφειοκρατία σοβιετικού τύπου), αλλά βουτηγμένη στην ψυχολογία του παρόντος. Αδιευκρίνιστος χρόνος με άλλα λόγια.

Έχει επιβληθεί και τυπικά πλέον μια παγκόσμια κυβέρνηση ολοκληρωτισμού, βλέπε: «Η Δίκη», «1984» και «Θαυμαστός Καινούριος Κόσμος» (αν είναι να κλέψεις κλέψε από τους καλύτερους).

Ό,τι δεν επιτρέπεται απαγορεύεται… Και υπάρχει σαφής κατάλογος των πράξεων και των σκέψεων που επιτρέπονται.

Το ίντερνετ λογοκρίνεται αυστηρά και χρησιμεύει πια μόνο για την προώθηση αντικειμένων και τη διάδοση συνταγών μαγειρικής (ξεχάστε την «Επαναστατική Κουζίνα»).

Οι εκλογές γίνονται μέσω διαδικτύου και αν επιχειρήσεις να πατήσεις λάθος πλήκτρο (όπως για παράδειγμα στο δημοψήφισμα: «Θέλετε ελευθερία, ασυδοσία και αναρχία ή ασφάλεια;») ειδοποιούνται αυτόματα οι αρχές και οι απερίσκεπτοι συλλαμβάνονται.

Κάθε προσπάθεια αντίδρασης καταπνίγεται βίαια εν τη γενέσει. Ο στρατός και η αστυνομία έχουν χορηγούς τις πολυεθνικές. Οι αστυνομικοί φοράνε αλεξίσφαιρα που γράφουν «Eldorado», ενώ στα κράνη τους υπάρχει το σήμα του Jumbo («είμαστε παντού»).

Παρελάσεις γίνονται μια φορά το μήνα -τουλάχιστον. Τα τανκ που βγαίνουν στο δρόμο έχουν επάνω τους διαφημίσεις κινητής τηλεφωνίας και τα τζετ σέρνουν πίσω τους τεράστια διαφημιστικά «αεροπανό» τύπου: «Εκπτώσεις 50% στο Zara».

Ο χώρος της ιστορίας μας θα είναι μια μεγαλούπολη, σε κάποια δυτική χώρα. Αλλά δε θα κατονομάζεται σαφώς.

Πρωταγωνιστής της ιστορίας μας θα είναι ένας νεαρός ψυχολόγος ονόματι… Ελάτε, έχετε ήδη μαντέψει το όνομα του: Αδάμ.

Αμέσως μόλις αποφοιτά από το (ιδιωτικό) πανεπιστήμιο ο Αδάμ προσλαμβάνεται στην Κεντρική Δανειστική Ονειροθήκη ως Ονειροπόλος Πέμπτου Βαθμού.

Ο ίδιος πιστεύει ότι αυτή η τόσο γρήγορη απορρόφηση του οφείλεται στους καλούς βαθμούς που είχε στο πανεπιστήμιο και στη συστατική επιστολή του καθηγητή που «επιτήρησε» το μεταπτυχιακό του, με τίτλο: «Φαντασία και Γνώση, κατανοώντας τη δημιουργικότητα».

Φυσικά ο αναγνώστης υποψιάζεται ότι δεν είναι η άψογη διαγωγή του Αδάμ που έκανε δυνατό το διορισμό του, αλλά σκοτεινά και σκιώδη (για την ώρα) συμφέροντα.

Ο Αδάμ αμέσως «ερωτεύεται» τη δουλειά του. Ως Ονειροπόλος πρέπει να συνδέεται με τον εγκέφαλο του εκάστοτε Ονειροδότη, να περιφέρεται στα όνειρα του και να συλλέγει τα πιο σημαντικά.

Τα όνειρα είναι η τελευταία διέξοδος ελευθερίας των πολιτών. Κάθε άνθρωπος ανεξαρτήτως ηλικίας μπορεί να γίνει Ονειροδότης. Έτσι αποκτάει το δικαίωμα να δανείζεται και τα όνειρα των άλλων από τις Δανειστικές Ονειροθήκες.

Το καινούριο όνειρο, αυτό που θα δανειστούν την επομένη από τη Ονειροθήκη, είναι η μόνη τους έγνοια και η μόνη τους ελπίδα.

Στο ίντερνετ (γιατί οι πρόσωπο-με-πρόσωπο συναντήσεις έχουν περιοριστεί) οι άνθρωποι μιλάνε μόνο για τα όνειρα που δανείστηκαν τις προηγούμενες μέρες.

Στην αρχή ο Αδάμ, ως Ονειροπόλος Πέμπτου Βαθμού, εργάζεται στην Παιδική Ονειροθήκη. Αυτή είναι η καλύτερη περίοδος της ζωής του, αφού τα όνειρα των παιδιών στα οποία περιηγείται, τον κάνουν να εκτιμήσει κάποια μικροπράγματα, όπως τα παγωτά, τη βροχή στο πρόσωπο του και τα παιχνίδια.

Σύντομα παίρνει προαγωγή και μετατίθεται, ως Ονειροπόλος Τέταρτου Βαθμού, στην Εφηβική Ονειροθήκη. Εκεί δυσκολεύεται λιγάκι να προσαρμοστεί, καθώς μετά από κάθε όνειρο ξυπνάει με στύση, την οποία ανακουφίζει με τόσο εφηβικό τρόπο στην τουαλέτα της Ονειροθήκης.

Πριν αρχίσει να βγάζει πάλι ακμή μετατίθεται (μετά προαγωγής στον Τρίτο Βαθμό) στην Ονειροθήκη Ενηλίκων.

Εκεί δυσκολεύεται λιγάκι να προσαρμοστεί. Τα όνειρα των ενηλίκων είναι πιο πολύπλοκα, αλλά και πιο ενδιαφέροντα.

Αρχικά εκπλήσσεται όταν Ονειροδότες που φαίνονται τόσο «φυσιολογικοί» του μεταδίδουν όνειρα εξαιρετικής βιαιότητας και πρωτόγνωρων σεξουαλικών διαστροφών (και ακριβώς αυτό είναι που κάνει τους πάντες να θέλουν να γίνουν Ονειροδότες, γιατί είναι πολύ καλύτερο από το να διαβάζεις τα ταμπλόιντ.)

Σιγά-σιγά ο Αδάμ αρχίζει να χάνεται στον ονειρικό κόσμο των «πελατών» του. Κάνοντας υπέρβαση καθήκοντος δανείζεται στα κρυφά όνειρα από τα ράφια και περιπλανιέται σε αυτά στο σπίτι του. Και επειδή ακριβώς τα όνειρα είναι πολύ πιο γοητευτικά, πολύχρωμα, σεξουαλικά, βίαια από τη βαρετή ζωή του, εθίζεται στην παρακολούθηση τους και γίνεται ένα DreamJunky.

Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό της εποχής που περιγράφεται στο βιβλίο μας και δεν αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο του ήρωα μας.

Έξω από τις Δημόσιες Δανειστικές Ονειροθήκες, λειτουργούν μαύρες αγορές ονείρων, παράνομες βεβαίως, όπου όλοι μπορούν να αγοράσουν τα πιο «βρόμικα» όνειρα.

(Οι πλούσιοι έχουν τις δικές τους ιδιωτικές συλλογές ονείρων… Ίσως να υπάρχουν και κάποιοι επαγγελματίες ονειρευτές, οι οποίοι πουλάνε πολύ ακριβά τα εκκεντρικά τους όνειρα.)

Ο Αδάμ γίνεται μια σκιά του παλιού εαυτού του (αυτή η έκφραση είναι τόσο κοινότοπη που καταντάει ηλίθια). Ξυπνάει μόνο για να φάει και κοιμάται όλες τις υπόλοιπες ώρες για να μπορεί να απολαμβάνει τα κλοπιμαία. Καθώς αυξάνεται η ανοχή στα «ελαφρά όνειρα» των Ονειροδοτών του δημιουργείται η ανάγκη για όλο και πιο βίαια, όλο και πιο αλλοπρόσαλλα, όλο και πιο διαστροφικά όνειρα.

Ξοδεύει όλο το μισθό του στα λαθραία όνειρα και μέρα με τη μέρα μπαίνει και πιο βαθιά στον Υπόκοσμο των Ονείρων.

Εκεί μέσα συναντάει μια παράξενη οργάνωση… Όχι! Σε κάποιο όνειρο που αγοράζει τυχαία στην πιάτσα των Ονειρομανών βλέπει ένα κορίτσι (φυσικά θα την ονομάσουμε Εύα) που δε μοιάζει με καμία από τις ψυχρές γυναίκες που έχει συνουσιαστεί ο Αδάμ.

Είναι απλά ντυμένη, στο όνειρο, και εκπέμπει κάτι που ο Αδάμ θα ανατρέξει στην Παιδική Ονειροθήκη για να καταλάβει τι είναι: Αθωότητα, ανάκατη με άρνηση αποδοχής των κανόνων.

Ο Αδάμ παθιάζεται με την ονειρική Εύα. Την αναζητά σε κάθε «πιάτσα». Βλέπει ξανά και ξανά όσα όνειρα βρίσκει με εκείνη πρωταγωνίστρια. Σηκώνεται ιδρωμένος μετά από κάθε όνειρο και προσπαθεί να ζωγραφίσει το πρόσωπο της. Την καρικατούρα που φτιάχνει την κρεμάει πάνω από το κρεβάτι του…

Μια μέρα, καθώς ο Αδάμ περιδιαβαίνει βαριεστημένα στο όνειρο μιας γριάς (εν ώρα εργασίας), βλέπει την Εύα. Συγκλονισμένος διακόπτει τη σύνδεση, πράγμα ανεπίτρεπτο για κάθε Ονειροπόλο, και προσπαθεί να μάθει τι ξέρει η γριά για την Εύα.

Εκείνη του λέει ότι είδε στο όνειρο την εγγονή της.

Ο Αδάμ συγκλονισμένος της λέει: «Πρέπει να τη δω, πρέπει να τη γνωρίσω.»

Προτού προλάβει να του πει οτιδήποτε η γριά ακούγεται από τα αθέατα ηχεία η φωνή του προϊστάμενου (Ονειροπόλος Δεύτερου Βαθμού) που ζητάει να διακοπεί η συζήτηση και να προσέλθει ο Αδάμ στο γραφείο του.

Η γριά φεύγει, ο Αδάμ πηγαίνει στο γραφείο διαχείρισης Ονειροπόλων και επιπλήττεται αυστηρά.

Γυρίζοντας στο προσωπικό του γραφείο ο Αδάμ αποφασίζει να παραιτηθεί. Αρχίζει να αδειάζει τα συρτάρια του και μέσα στο τελευταίο βρίσκει ένα σημείωμα που λέει: «Ψάξε για την Εύα στο όνειρο 902.418».

(Κι εδώ αρχίζει το πολιτικό σασπένς.)

Ο Αδάμ ξέρει ότι τα όνειρα από το 900.000 μέχρι το 999.000 ανήκουν στο μέρος εκείνο της Ονειροθήκης που δεν είναι προσβάσιμη για το κοινό. Αυτά τα όνειρα τα διαχειρίζονται μόνο οι Ονειροπόλοι Δεύτερου Βαθμού.

Παραβιάζοντας όλους του κανόνες ο Αδάμ παίρνει το όνειρο 902.418 και πηγαίνει στο σπίτι του για το «δει».

Δε βρίσκει την Εύα. Όμως το όνειρο έχει να κάνει με έννοιες που του φαίνονται πολύ πιο πρωτόγνωρες και πολύ πιο επικίνδυνες (δεν είναι ηλίθιος ο Αδάμ) από τα λαθραία όνειρα.

Ελευθερία, ισονομία, δικαιοσύνη, και άλλα τέτοια παράδοξα δοσμένα με ονειρικές αναπαραστάσεις. Και στο τέλος του ονείρου ένα πολύχρωμο λάβαρο: «Θα νικήσουμε. Οι Ονειροπόλοι.»

Ο Αδάμ ξεχύνεται στις λαθραίες αγορές ονείρων. Ρωτάει τα βαποράκια αν έχουν τίποτα από τους Ονειροπόλους κι εκείνοι τραβιούνται μακριά του σαν ακούνε τι ψάχνει. Κάποια στιγμή που επιμένει λίγο περισσότερο τον δέρνουν.

Τον μαζεύουν και τον περιθάλπουν, κάτω από μια γέφυρα, δύο γέροι-αλήτες, που του συστήνονται ως Βλαδίμηρος και Εστραγκόν. Μόλις μαθαίνουν τι ψάχνει γελάνε και ο Βλαδίμηρος βγάζει από το μπλε κουρελιασμένο αδιάβροχο του ένα… βιβλίο!

Ο Αδάμ δεν ξέρει τι να κάνει με αυτό. Το κοιτάει από όλες τις μεριές και ψάχνει για τη θύρα USD(το τελευταίο αρχικό σημαίνει Dream).

Ο Εστραγκόν γελάει και του διαβάζει την πρώτη σειρά (εδώ η αρχή από ένα σημαντικό βιβλίο, αλλά δεν ξέρω ποιο).

Ο Αδάμ γυρίζει στο σπίτι και διαβάζει το βιβλίο. (Ξέρει να διαβάζει, αλλά μέχρι τότε διάβαζε μόνο μέσω της οθόνης του υπολογιστή). Καταλαβαίνει ότι κάτι του κρύβουν και αρχίζει να δανείζεται κάθε μέρα ένα από τα απαγορευμένα όνειρα του 900.000.

Ανακαλύπτει, καταλαβαίνει πιο πολύ, ότι οι Ονειροπόλοι, είναι μια μυστική (παράνομη) οργάνωση που προσπαθεί να ανατρέψει την «ΤΙΝΑ». Η Εύα εμφανίζεται πολύ συχνά στα παράνομα όνειρα τους.

Ο Αδάμ γίνεται ειδήμων στη σειρά 900…

Και μετά μια γρήγορη εξιστόρηση:

Ο Αδάμ ανακαλύπτει τους αληθινούς Ονειροπόλους. Εμπλέκεται στην οργάνωση τους, αλλά τότε καταλαβαίνει ότι ήταν μόνο το δόλωμα για να τους ανακαλύψουν.

(Ίσως πρέπει να υπάρχει και ένας πιο χειροπιαστός κακός, ίσως ο προϊστάμενος στην Ονειροθήκη ή κάποιος που θα μας ξαφνιάσει, όπως ο γέρος-γείτονας του Αδάμ, ο οποίος τελικά είναι πράκτορας).

Βγαίνει στην παρανομία και ανακαλύπτει ότι υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος που ονειρεύεται με ανοιχτά τα μάτια και περιμένει τη στιγμή που τα όνειρα του θα γίνουν πραγματικότητα.

Ο Αδάμ γίνεται αρχηγός τους και ίσως, κάπου εκεί μέσα, να ανακαλύπτει και την Εύα. (Ή μπορεί η Εύα να μην υπάρχει καν, αλλά να είναι μια συλλογική προβολή του ασυνείδητου, όλων εκείνων που γυρεύουν να ελευθερωθούν).

                                                  ………{}……..

Αυτό είναι ένα προσχέδιο, μια πρώτη ιδέα, μυθιστορήματος. Το δύσκολο, όπως ξέρουν αυτοί που γράφουν ή προσπάθησαν να γράψουν μυθιστόρημα, δεν είναι να βρεις την ιδέα, αλλά να δουλέψεις ένα χρόνο –ίσως και παραπάνω- για να την ολοκληρώσεις.

Περιμένω ιδέες για το πως θα ήταν φτιαγμένη αυτή η δυστοπία και ιδέες για την εξέλιξη της ιστορίας.

Και αν υπάρχει κάποιος «πλούσιος» χορηγός που μπορεί να διαθέσει ένα ποσό στο Γελωτοποιό για να αφιερωθεί ένα χρόνο (δε χρειάζομαι παραπάνω) στη συγγραφή του συγκεκριμένου μυθιστορήματος, καλοδεχούμενος θα είναι.

Αλλά όχι απαραίτητος (όχι απαραιτήτως)…

Όταν γεμίσεις από το όνειρο σου δε χρειάζεσαι κανέναν, πέρα από τους φίλους και τους… ονειροπόλους.

Και, ουσιαστικά, δε χρειάζεσαι κανέναν πέρα από τον εαυτό σου και τα όνειρα σου!

Γιατί είναι ο κόσμος φτιαγμένος από το υλικό των ονείρων (ποιος το είπε αυτό;) και κάθε άνθρωπος είναι τόσο μεγάλος όσο είναι και τα όνειρα του.