Επειδή η κατάθλιψη δεν είναι καλό πράγμα -και επειδή τα αποθέματα των φαρμακείων σε λεξοτανίλ έχουν εξαντληθεί- ο Γελωτοποιός αποφάσισε να σας διασκεδάσει με μία από εκείνες τις ιστορίες του, που όταν τελειώνουν ψάχνεις να βρεις λεκτικές ντομάτες (μην πετάτε τις κυριολεκτικές, δύσκολους καιρούς ζούμε) για να τον «επιβραβεύσεις».
Καταρχάς ας δώσουμε λίγες πληροφορίες για τους πρωταγωνιστές της ιστορίας, σε περίπτωση που δεν έχετε παιδιά ή δεν τα αφήνετε να βλέπουν αμερικάνικα καρτούν.
Ο Μπομπ Σφουγγαράκης Τετραγωνοπαντελονής είναι ένα μεταλλαγμένο σφουγγάρι που ζει στο Βυθό του Μπικίνι, στο μέρος όπου οι ΗΠΑ συνηθίζουν να κάνουν πυρηνικές δοκιμές.
Είναι πολύ καλό σφουγγάρι (πως λέμε «καλό παιδί»;) και λατρεύει τη δουλειά του. Ως ψήστης δουλεύει, σε φασφουντάδικο, αλλά κάθε πρωί σηκώνεται χαμογελώντας και ετοιμάζεται τραγουδώντας: «Πάω στη δουλειά, πάω στη δουλειά».
Ο καλύτερος φίλος του είναι ο Πάτρικ Αστέρης, ο οποίος είναι αστερίας. Ο Πάτρικ δε δουλεύει, αλλά δε χρειάζεται αφού το σπίτι του είναι φτιαγμένο από άμμο. Είναι πιο ηλίθιος από τον Άδωνις, αλλά κάποιες φορές έχει εκλάμψεις εξυπνάδας, όπως ο Ραταπλάν.
Οι άλλοι κάτοικοι του Μπικίνι είναι εξίσου μεταλλαγμένοι και φυσιολογικοί, όπως ο κύριος Καβούρης, ο ιδιοκτήτης του φασφουντάδικου που αγαπάει μόνο τα λεφτά, ο Καλαμάρης, ο ταμίας του φασφουντάδικου που διαρκώς γκρινιάζει γιατί δεν κατάφερε να γίνει διάσημος κλαρινετίστας, η Σάντυ, η σκιουρίνα από το Τέξας, και άλλοι πολλοί που δε θα μας απασχολήσουν σε αυτή την ιστορία γιατί αυτοί δεν κέρδισαν το βραβείο.
Η ιστορία μας αρχίζει όταν ο Μπομπ κερδίζει σε ένα διαγωνισμό ένα υποβρύχιο εισιτήριο για δύο άτομα. Προορισμός; Η ηλιόλουστη Ελλάδα.
«Που είναι αυτή η Ελλάδα, Μπομπ;» ρωτάει ο Πάτρικ.
«Δεν ξέρω, Πάτρικ, αλλά πρέπει να είναι πολύ ωραία… Κοίτα!»
Και του δείχνει μια καρτ-ποστάλ με τον Παρθενώνα, με μαγευτικές παραλίες, με ανθρώπους που χαμογελάνε και ένα τραπέζι γεμάτο νοστιμιές.
Του Πάτρικ του τρέχουν τα σάλια.
Μετά από μια μεγάλη –και βαρετή- διαδρομή οι δύο κάτοικοι του Μπικίνι φτάνουν στην παραλία της Θεσσαλονίκης, τη μέρα της παρέλασης.
Βγαίνουν από το Θερμαϊκό λουσμένοι στο πετρέλαιο και στα απόσκατα.
«Κοίτα, Πάτρικ, παρέλαση», φωνάζει ο Μπομπ και τρέχει προς το δρόμο. (Μη με ρωτήσετε πως ένα σφουγγάρι αναπνέει έξω από το νερό, εδώ μιλάει και δουλεύει σε φασφουντάδικο, η αναπνοή του σας πείραξε;)
Στέκονται απέναντι από την εξέδρα των επισήμων ανάμεσα σε ανθρώπους που βρίζουν και μουντζώνουν τους επίσημους.
«Έλα, Πάτρικ, χαιρέτα κι εσύ», λέει ο Μπομπ.
«Δε μου φαίνονται και πολύ χαρούμενοι, Μπομπ».
«Α, Πάτρικ, που πήγε η ταξιδιωτική σου διάθεση; Έτσι δείχνουν τη χαρά τους οι Έλληνες.»
Αφού ξεκινάνε να μουντζώνουν κι αυτοί αντικείμενα αρχίζουν να εκτοξεύονται προς τους επίσημους. Μερικές διμοιρίες των ΜΑΤ επιτίθενται στο πλήθος ρίχνοντας χειροβομβίδες κρότου-λάμψης και ασφυξιογόνα.
«Βεγγαλικά, Πάτρικ!» λέει ο Μπομπ.
«Αααα. Ωραία…»
Τα ΜΑΤ χτυπάνε ένα κορίτσι κι εκείνο πέφτει αιμόφυρτο δίπλα στους αγαθούς κατοίκους του Μπικίνι. Ο κόσμος τρέχει πανικόβλητος να ξεφύγει.
«Μπομπ, μου φαίνεται ότι δεν είναι παρέλαση», λέει ο Πάτρικ κοιτώντας την αιμόφυρτη κοπέλα που την ποδοπατούν δυο Ματατζήδες.
«Μάλλον, έχεις δίκιο, Πάτρικ… Τρέξε!»
Προσπαθούν να ξεφύγουν ώσπου βλέπουν από την άλλη μεριά να έρχονται κάμποσοι μαυροφορεμένοι και κοντοκουρεμένοι νεαροί.
«Ορίστε, Πάτρικ, ήρθαν τα στρείδια να μας βοηθήσουν.»
Τα «στρείδια» όμως άλλο σκοπό έχουν στο νου τους. Αρχίζουν να καταστρέφουν τους πάγκους των μικροπωλητών.
Ο Πάτρικ βλέπει όλα τα φαγητά (καλαμπόκια, ποπ κορν, κουλούρια, μαλλί της γριάς, ξηρούς καρπούς κα) να πέφτουν κάτω και εξοργίζεται.
«Όχι!» φωνάζει. «Δε θα σας αφήσω να καταστρέφετε το φαΐ!»
Τους επιτίθεται και εκείνοι, μόλις βλέπουν ένα ροζ αστερία μαινόμενο, τρέπονται σε φυγή. Οι αστυνομικοί προσπαθούν να βοηθήσουν τους συντρόφους τους χτυπώντας τον Πάτρικ. Εξοργισμένος ο Μπομπ ανεβαίνει στην εξέδρα και φωνάζει:
«Φτάνει!» Όλοι γυρνάνε να τον κοιτάξουν. «Μα τι πάθατε όλοι σας; Νόμιζα ότι οι Έλληνες είστε χαμογελαστοί άνθρωποι και πολιτισμένοι. Νόμιζα ότι είστε οι απόγονοι εκείνων των σπουδαίων που έχτισαν τις πυραμίδες. Και τι βλέπω; Μίσος, καταφρόνια, πόλεμο…»
Και συνεχίζει με έναν εκπληκτικό λόγο που θα ζήλευαν ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και ο Δημοσθένης.
(Διάλειμμα για διαφημίσεις:
«Βαρεθήκατε να σκουπίζετε το σπίτι σας; Βαρεθήκατε να σφουγγαρίζετε και να συμμαζεύετε όλη μέρα; Βαρεθήκατε να ξεσκονίζετε, να πλένετε πιάτα και να απλώνετε τα ρούχα στο μπαλκόνι;
Τώρα υπάρχει λύση.
Με μόλις 300 ευρώ χρέος η Τράπεζα Πειραιώς σας παίρνει το σπίτι.
Και δε θα χρειαστεί να ανησυχήσετε ξανά για την καθαριότητα.
ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ: Φροντίζει για σας, χωρίς εσάς.
Τέλος διαφημιστικού διαλείμματος.)
Όταν τελειώνει το λόγο του όλοι κλαίνε. Ο Παπούλιας του δίνει το χέρι. Οι αστυνομικοί έχουν αφήσει τις ασπίδες τους κάτω. Ο κόσμος τον χειροκροτάει. Τα «στρείδια» συνεχίζουν να τρέχουν.
Τα νέα διαδίδονται γρήγορα. Από τη Θεσσαλονίκη ξεκινάει ένα κίνημα συναδέλφωσης των πολιτών -και αποθέωσης του Μπομπ Σφουγγαράκη Τετραγωνοπαντελονή.
Όλοι οι Έλληνες του ζητάνε να θέσει υποψηφιότητα για πρωθυπουργός.
«Μα δεν μπορεί», λέει ο G.A.Papandreou σε κάποιο κανάλι. «Είναι Αμερικάνος.»
«Μα δεν μπορεί», λέει ο Σαμαράς σε κάποιο άλλο. «Πως θα γίνει πρωθυπουργός; Η μόνη δουλειά που έχει κάνει στη ζωή του είναι ψήστης.»
«Μα δεν μπορεί», λέει ο Τσίπρας, «είναι νέος και άπειρος.»
«Μα δεν μπορεί», λέει η Παπαρήγα, «είναι πράκτορας του καπιταλισμού, όπως αυτός προωθείται από τα αμερικανικών συμφερόντων κανάλια, προκειμένου να αλλοιώσει την ταξική συνείδηση των παιδιών εν τη γενέσει, παράγοντας με αυτόν τον τρόπο…» (και άλλα πολλά που δε χωράνε στο παρόν κείμενο)
«Μα δεν μπορεί», λέει ο Σημίτης, «είναι κίτρινος.»
«Μα δεν μπορεί», λέει ο Μιχαλολιάκος, «είναι ηλίθιος.»
«Μα δεν μπορεί», λέει ο Καμμένος, «είναι τετράγωνος.»
«Μα δεν μπορεί», λέει η Ντόρα, η μικρή εξερευνήτρια, «είναι καρτούν.»
«Μα δεν μπορεί», λέει ο Βενιζέλος, «έχει αμύθητη περιουσία.» (Αυτό ήταν συκοφαντία).
«Μα δεν μπορεί», λέει ο Κουβέλης, αλλά ξεχνάει τι άλλο ήθελε να πει.
Όλα τα κανάλια του κάνουν πόλεμο, αλλά ο κόσμος δε βλέπει τίποτα άλλο από παιδικές εκπομπές.
Οι εφημερίδες του κάνουν πόλεμο, αλλά ο κόσμος διαβάζει μόνο κόμικς.
Το ΔΝΤ, η ΕΕ και οι λοιποί καλοθελητές του κάνουν πόλεμο, αλλά οι Έλληνες περνάνε τον ελεύθερο χρόνο τους στις «παιδικές χαρές» παίζοντας με τα παιδιά τους.
Οι εκλογές γίνονται και το κόμμα του Μπομπ Σφουγγαράκη Τετραγωνοπαντελονή κερδίζει την αυτοδυναμία με 288 έδρες (τις υπόλοιπες τις μοιράζονται ο Αστερίξ και ο Λούκι Λουκ).
Ο Μπομπ διορίζει τον Πάτρικ υπουργό οικονομικών και η πρώτη του απόφαση είναι:
«Δωρεάν παγωτό για όλους!»
Παραδόξως η Ελλάδα γεμίζει τουρίστες που φέρνουν τα παιδιά τους για να φάνε παγωτό και να παίξουν στις παιδικές χαρές που δημιουργούνται σε κάθε πλατεία.
Ο Μπομπ -συγνώμη- ο πρωθυπουργός, αποφασίζει να αλλάξουμε νόμισμα και να έχουμε κομμάτια από κοχύλια αντί για ευρώ. Αμέσως η οικονομία ανακάμπτει και οι τράπεζες χρεοκοπούν, αφού ο καθένας μπορεί να πάει σε μια παραλία και να μαζέψει κοχύλια.
Και κανείς, πλέον, δεν παίρνει αγχολυτικά, αφού κανείς δε βλέπει ειδήσεις, όλοι τρώνε όσα παγωτά θέλουν και δεν υπάρχουν τράπεζες, τρόικες και ευρά. Μόνο κοχύλια και παιδικές χαρές.
Και –για να ακολουθήσουμε το παράδειγμα του Αισώπου- αυτό είναι το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας:
Ακόμα και ένας ηλίθιος ήρωας καρτούν θα τα κατάφερνε καλύτερα από το Σαμαρά.
(Στο επόμενο επεισόδιο: Ο Μπαρτ Σίμσον υπουργός παιδείας.)