Η γέφυρα του Ρίου (όχι της Βραζιλίας) και ό,τι ακολουθεί μετά στην Αιτωλοακαρνανία είναι μια έμπρακτη απόδειξη της «θεαθήναι» ελληνικής πραγματικότητας.
Οι πολιτικοί διαφημίσανε ως έργο του αιώνα έξι χιλιόμετρα γέφυρας, για τα οποία πληρώνεις και 13,5 ευρώ, και μετά ακολουθεί η κόλαση.
Το οδικό δίκτυο μέχρι την Ηγουμενίτσα (150 χιλιόμετρα) είναι τόσο επικίνδυνο που κανονικά θα έπρεπε να υπογράφεις υπεύθυνη δήλωση ότι «οδηγώ αυτόν τον δρόμο με δική μου ευθύνη και γνωρίζω ότι κινδυνεύει η ζωή μου» -μαζί με την πληρωμή του αντίτιμου της γέφυρας.
Ο δρόμος είναι διπλής κατεύθυνσης χωρίς διαχωριστικό και οι λακκούβες τόσο πολλές που περιμένεις να μείνεις με έναν τροχό λιγότερο από στιγμή σε στιγμή. Κάπου μετά την Πρέβεζα υπάρχει και μια ταμπέλα που λέει: «Προσοχή! Στα επόμενα 8 χιλιόμετρα συμβαίνουν θανατηφόρα αυτοκινητιστικά δυστυχήματα».
Και αυτό δεν είναι καθόλου, μα καθόλου αστείο. Ιδού η Πρέβεζα, ιδού και το πήδημα.
Την ίδια στιγμή οι Έλληνες οδηγοί (συμπεριλαμβανομένων και των οδηγών λεωφορείων) τρέχουν, προσπερνάνε σε διπλή διαχωριστική γραμμή, μπαίνουν στο αντίθετο ρεύμα, λες και είναι αθάνατοι.
Εντάξει, το γνωρίζουμε ότι το ελληνικό κράτος είναι ένα αστείο που λέμε όταν πίνουμε κάνα ποτήρι παραπάνω, αλλά και οι Έλληνες πολίτες είναι τραγικοί. Ειδικά οι οδηγοί.
«The bright side of life» στη συγκεκριμένη διαδρομή είναι η φύση.
Από τα δεξιά, πηγαίνοντας προς Βορρά, το βουνό ή μάλλον τα βουνά.
«Εκεί πάνω», έλεγα στον Τηλέμαχο, δείχνοντας ‘του την οροσειρά της Πίνδου, «ανέβαιναν οι ηρωικοί και πένθιμοι φαντάροι όταν πολεμούσανε τους Ιταλούς».
Από τα αριστερά 40 χιλιόμετρα παραλίες που ανταγωνίζονται τις καλύτερες των περίφημων ελληνικών νησιών.
«Εκεί κάτω πηγαίνουν οι Ιταλοί με τα τροχόσπιτα τους.»
Σε κάποια από αυτές (στην Αμμουδιά συγκεκριμένα) βρίσκονται και οι εκβολές του πιο θλιμμένου ποταμού, του Αχέροντα.
Η Αχερουσία λίμνη δεν υπάρχει πια. Την αποστράγγισε τη δεκαετία του εξήντα μια βρετανική εταιρεία. Στη θέση της υπάρχουν ατελείωτα χωράφια με καλαμπόκια, λες και βρίσκεσαι σε κάποια μεσοδυτική πολιτεία των ΗΠΑ. Αλλά κανείς δεν μπορούσε να αποστραγγίσει την πύλη για τον Άδη.
Ο Αχέρων ήταν ένα κομβικό σημείο για την Αρχαία Ελλάδα. Από εκεί πέρασαν τόσοι ήρωες και όλοι οι νεκροί, για να κατέλθουν στον Άδη.
Πέρα από τους ήρωες, που είχαν το «ελεύθερο», όλοι οι άλλοι έπρεπε να αφήνουν τον οβολό τους για να κατέβουν. Κάτι σαν διόδια. Μόνο ο Μένιππος, ένας πρόδρομος του κινήματος «Δεν πληρώνω», κατέβηκε στον Άδη χωρίς να δώσει φράγκο.
Τη θυμάστε την ιστορία. Ο Χάρος ζήτησε τον οβολό. Ο Μένιππος του είπε ότι δεν είχε. Ο Χάρος τσαντίστηκε. Ο Μένιππος του είπε να τον πάει πίσω. Ο Χάρος, που ήταν ένας υπάλληλος κι αυτός, τη δουλειά του έκανε, αναγκάστηκε να τον οδηγήσει στον Άδη, έστω και χωρίς οβολό.
Είναι απορίας άξιο πως οι αρχαίοι διάλεξαν ένα τόσο όμορφο μέρος για να στήσουν τις πύλες του Άδη. Μάλλον ήθελαν να εξωραΐσουν το θάνατο –δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι άλλο.
Οι πρώτες πηγές του Αχέροντα, γιατί ο ποταμός φτάνει ως τα 2 χιλιόμετρα υψόμετρο, αυτές που βρίσκονται κοντά στο χωριό Γλυκή, δεν έχουν τίποτα το αποκρουστικό ή το μακάβριο.
Αντιθέτως, το τοπίο και ο ίδιος ο ποταμός, είναι τόσο όμορφα που ίσως οι αρχαίοι να εύχονταν να πεθάνουν, για να βρεθούν σε ό,τι υπάρχει πέρα από αυτό.
Η βάρκα του Χάρου δεν υπάρχει, αλλά μπορείς να κάνεις rafting στον ποταμό.
«Ο κόσμος προχωράει, γλυκέ μου Χάρε».
Το πιο εντυπωσιακό στον Αχέροντα είναι η θερμοκρασία του νερού. Κάπου διάβασα ότι είναι 10 βαθμοί Κελσίου πάνω από το μηδέν, αλλά τα πόδια μου είχαν άλλη γνώμη.
Πατάς μέσα και μετά από λίγα δευτερόλεπτα αρχίζει να πονάει το δέρμα σου. Ευνόητο είναι ότι δεν έβρεξα άλλα σημεία του σώματος μου πολύ πιο ευαίσθητα στο κρύο.
Καθώς ανέβαινα παρατήρησα και μερικά ψάρια που κολυμπούσαν αντίθετα στο ρεύμα. Δεν νομίζω να ήταν σολομοί, αφού δεν έχει βρεθεί ακόμα κάποιος σεΐχης από την Υεμένη, να ρίξει ψάρια ιχθυοτροφείου στο ποτάμι. Αλλά θα γίνει κι αυτό, ΤΑΙΠΕΔ να έχουμε, να πουλάει…
Άντεξα το νερό ως το γόνατο, ίσως και λίγο παραπάνω, αλλά ο Τηλέμαχος και η Ωραία Ελένη, κατάφεραν να βουτήξουν ως το λαιμό. Υπήρχαν και κάτι πιτσιρίκια που κολυμπούσαν κανονικά, αλλά αυτά δεν έχουν φτάσει στην επικίνδυνη ηλικία του εμφράγματος.
Τελευταίος σταθμός του οδοιπορικού ήταν τα Ιωάννινα.
Στο δημοτικό λαογραφικό μουσείο, ένα παλιό τζαμί, είχαν εκθέσει ξεχωριστά τα εβραϊκά, τα ελληνικά και τα οθωμανικά εκθέματα.
Στην πόλη αυτή είχαν συμβιώσει οι τρεις «λαοί του Βιβλίου», όπως αναφέρονταν οι Τούρκοι σε όσους είχαν στη θρησκευτική τους παράδοση κείμενα από τη Βίβλο.
Οι Οθωμανοί έδειχναν ιδιαίτερη ανοχή στους Χριστιανούς και στους Εβραίους γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο. Και όπως οι προφήτες των Εβραίων είναι και προφήτες των Χριστιανών, έτσι και οι Χριστιανοί άγιοι είναι και άγιοι των μουσουλμάνων.
Δεν θα ακούσετε ποτέ μουσουλμάνο να βλαστημάει την Παναγία και το Χριστό, ενώ είναι κάτι που οι ορθόδοξοι Χριστιανοί πολύ συχνά κάνουν.
Ανάμεσα στα εκθέματα του ελληνικού στοιχείου είναι και ένα σπαθί του Γεώργιου Καραϊσκάκη.
Όταν το είδα σκέφτηκα το Εξκάλιμπερ του Αρθούρου. Φαντάστηκα ότι κάποιος, κάποιος άξιος, θα πάει να σπάσει την προθήκη και θα πάρει το σπαθί του Καραϊσκάκη, για να οδηγήσει τους Έλληνες στην νέα Επανάσταση.
Άλλη ελπίδα δεν έχουν οι Έλληνες για να ξεσηκωθούν, παρά μόνο να βρεθεί κάποιος αγνός ηγέτης (δύσκολο όσο και να βρεις μια αειπάρθενο γεροντοκόρη σε πορνείο) για να τους εμπνεύσει και να τους καθοδηγήσει –να τους πάρει από το χεράκι με άλλα λόγια.
Πριν φύγουμε από τα Ιωάννινα βρέθηκα μπροστά και στο μνημείο των 1.850 Εβραίων-Γιαννιωτών που έστειλαν οι Ναζί στα κρεματόρια. Το εβραϊκό στοιχείο της πόλης εκμηδενίστηκε το Μάρτη του 1944.
Και θυμήθηκα όλα τα μνημεία των εκτελεσθέντων από τους Ναζί, σε όλη την Ελλάδα, που είδα σε αυτό το μικρό οδοιπορικό. Δεν υπάρχει γωνιά όπου να μη δολοφονηθήκαν Έλληνες από Ναζί.
Όμως σε αυτή τη χώρα οι νεοναζί είναι νόμιμοι, είναι βουλευτές, είναι στα media.
Πικρό τέλος για ένα οδοιπορικό, για μια χώρα, μια τέτοια διαπίστωση…
Ας το τελειώσω αλλιώς, κάπως πιο αισιόδοξα.
Ταξιδεύοντας στην Ελλάδα, κατάλαβα ότι είναι ένας ιερός τόπος. Όχι μόνο γιατί είναι αρχαίος, γιατί παντού θα βρεις σημάδια που άφησαν πρόγονοι άξιοι, αλλά και γιατί είναι ένας όμορφος τόπος, όπου η γης και η παράδεισος (όπως θα έγραφε και ο Καζαντζάκης) συναντιόνται.
Είναι ένας εύφορος τόπος, που μπορεί να ζήσει τους κατοίκους της, αρκεί να μην αναλώνονται σε ευρωπαϊκές οδηγίες και επιδοτήσεις.
Είναι ένας πλούσιος τόπος, η Ελλάδα, πιο πλούσιος απ’ όσο μπορούμε να αντέξουμε, σε μνήμες, τάφους, γλώσσα, ιστορία. Και είναι γενναιόδωρος τόπος.
Ο ήλιος πάντα λάμπει και τα βλαστάρια ξεπετιούνται ακόμα και μέσα από το τσιμέντο. Το νερό, αυτό που θέλουν να αγοράσουν οι νεστλέδες και οι σουέζες, τρέχει άφθονο.
Έχουμε γη, έχουμε ήλιο, έχουμε νερό και έχουμε ιστορία. Τι άλλο χρειάζεται ένας λαός για να μείνει ζωντανός;
Ελευθερία!
Και ξέρετε τι σημαίνει αυτό: Αρετή και τόλμη.