Ποδήλατα και δάση

0
869

Χωρίς βοηθητικές ρόδες

1 Η λέξη που έφτασε στα χέρια μου ήταν το ποδήλατο. Κατ’ ευθείαν μου ήρθαν στο μυαλό τα παιδικά μου χρόνια. Τα σκέφτομαι συχνά τελευταία, είτε υπάρχει αφορμή είτε όχι.

2 Το πρώτο μου ποδήλατο το έχω κρατήσει, αλλά αποφεύγω να το κοιτάζω. Νομίζω πως λυπάμαι που δεν είμαι αρκετά μικρή για αυτό.

3 Όταν πρωτοανέβηκα στο κόκκινο, μου φαινόταν πολύ άβολο. Έκανα κύκλους στο χωριό γιατί φοβόμουν να πατήσω φρένο. Κάποια στιγμή το κατάλαβε η γιαγιά μου και με σταμάτησε. Αν δεν το έκανε, θα είχα βρει άλλο τρόπο να κατέβω, όσο κι αν με άγχωνε που δεν έφταναν τα πόδια μου στο έδαφος.

4 Πάντα μου άρεσαν οι βόλτες. Δεν είχε σημασία αν ήμουν με παρέα ή όχι. Έπαιρνα μαζί μου μόνο ένα παγούρι με νερό. Ή χωρίς νερό, ανάλογα πόσο αφηρημένη ήμουν πριν ξεκινήσω.

5 Όταν έπεφτα, προτιμούσα να μην είναι κανείς εκεί γύρω. Ποιος θέλει να τον βλέπουν να πέφτει άλλωστε; Θα μπορούσε να ‘χει ανοίξει το κεφάλι μου, έτσι μου είπε. Προσγειώθηκα πολύ κοντά στις πέτρες. Δεν τρόμαξα πολύ τότε. Σκέφτηκα ότι ήμουν τυχερή και συνέχισα μετά από λίγο, χωρίς να φεύγει η σκέψη από το (παραλίγο έτοιμο για ράμματα ή κάτι χειρότερο) κεφάλι μου.

6 Όσο περνούσε ο καιρός, κόντευα να το ξεχάσω. Θα τα είχα καταφέρει αν δεν ήταν εκείνη η άτιμη στραβή ρόδα να μου το “χτυπάει”.

7 Τα πήγαινα όλο και καλύτερα, αυτό έχει σημασία. Οι τούμπες μου μειώθηκαν, ψήλωσα, σήκωσα και τη σέλα.

8 Δοκίμαζα και χωρίς χέρια στην κατηφόρα. Ειδικά όταν μπορούσα και να στρίβω έτσι, ένιωθα πολύ μάγκας ρε παιδί μου.

9 Άρχισα να σκέφτομαι πώς να απασχολώ τα χέρια μου όταν τα είχα έτσι, ελεύθερα. Έπαιζα αόρατο πιάνο, μετρούσα τα κέρματα στις τσέπες μου, πείραζα τα μαλλιά μου. Ήθελα να είμαι δραστήρια, καταλαβαίνεις.

10 Από τότε μέχρι σήμερα ψάχνω τρόπους να τα απασχολώ. Συνήθως βρίσκω, αλλά δεν ξέρω αν είναι πάντα καλό.

11 Ναι, ξέφυγα. Σκεφτόμουν κι άλλα πράγματα όπως, για παράδειγμα, πόσο ωραία είναι η ισορροπία. Γενικά, παντού.

12 Μου λείπει. Και το ποδήλατο και η ισορροπία με την κυριολεκτική και μεταφορική της έννοια. Είναι κάτι που δεν ξεχνάς ποτέ, εφόσον το έχεις μάθει. Έτσι λένε τουλάχιστον.

13 Το αγαπημένο μου κομμάτι από το καλοκαίρι: είχαμε όλη τη μέρα ελεύθερη για βόλτες, μιας και τα σχολεία ήταν κλειστά. Δε με πείραζε να το δανείζω, εκτός αν ήταν άτομα που δεν εμπιστεύομαι.

14 Αργότερα απέκτησα κι άλλο. Κόκκινο κι αυτό. Πολύ δυνατό, όμως δεν το ένιωσα ποτέ τόσο κοντά μου.

15 Θυμάμαι που μου έλεγε συχνά να προσέχω. Νομίζω πως δε χρειαζόταν, αλλά επέμενε. Θα το έκανα ούτως ή άλλως. Όπως είπε κι ο μπαμπάς του μικρού Νικόλα, η ποδηλασία απαιτεί υψηλό αίσθημα ευθύνης.

16 Άκουγα και μουσική μερικές φορές, ειδικά όταν πήγαινα στο διπλανό χωριό και δεν είχε κίνηση στο δρόμο. Είχα διαβάσει ότι πολλοί αθλητές επιλέγουν προσεκτικά μουσική στην προπόνησή τους, ώστε οι συναισθηματικές καταστάσεις που προκαλούνται να μπορούν να ενεργοποιηθούν και στους αγώνες, βοηθώντας στην καλύτερη επίδοση. Όταν ξαναπάω, θα μου κάνει παρέα ο Weird Al. Το αποφάσισα.

17 Είναι λογικό να νιώθω ότι στερεύω ενώ έχω φτάσει λίγο μετά τη μέση; Δεν ήθελα να παραδέχομαι ότι κουράζομαι. Ούτε τώρα θέλω. Για να μη σταματήσω και χάσω τη συνέχεια. Και τον προορισμό.

18 Στην αρχή δεν έδινα πολλή σημασία στις ταχύτητες. Μετά τις πείραζα συνέχεια. Έμαθα και το κόλπο για το χωματόδρομο, αλλά δε στο λέω.

19 Για κάποιο λόγο θυμήθηκα πάλι τις πτώσεις. Όταν έπεφτε μόνο του, έκανε έναν απαίσιο ήχο. Με ενοχλούσε τόσο, που δε με ένοιαζε το ότι προλάβαινα να κρατήσω τον εαυτό μου όρθιο. Έπρεπε να προλάβω κι εκείνο.

20 Το mountain bike είναι αρκετά διαφορετικό. Ένιωσα σαν να είμαι πάνω σε άλογο. Ίσως λόγω ύψους κι αίσθησης ελευθερίας. Υπέροχο. Φαντάζομαι πόσο ενδιαφέρουσες θα είναι κι οι υπόλοιπες κατηγορίες. Είναι εντυπωσιακό το πόσο έχει εξελιχθεί αυτή η εφεύρεση από το 19ο αιώνα.

21 Είναι από τα πράγματα που δε θέλεις με τίποτα να σου κλέψουν. Είδα ένα παιδί να κυνηγά ένα άλλο που πήρε το ποδήλατό του, λες και του ανήκε. Τον έφτασε, τον κατέβασε βίαια και τον κυνήγησε. Σταμάτησε όταν είδε ότι τον περίμενε παρέα. Γύρισε, πήρε το ποδήλατό του κι έφυγε. Ήταν γαλλική ταινία και την είδα χωρίς υπότιτλους. Λέω να μην το ξανακάνω γιατί δεν ξέρω τη γλώσσα…

22 Βολεύει στη συγκοινωνία, είναι αβλαβές για το περιβάλλον και οικονομικό. Επίσης είναι ευεργετικό για την υγεία, μιας και βελτιώνεται η αντοχή και απελευθερώνονται ενδορφίνες που βοηθούν στη μείωση του άγχους, οπότε είμαστε πιο χαρούμενοι. Ίσως γίνει κομμάτι της καθημερινότητάς μου μεγαλώνοντας. Εξαρτάται από το πού θα μένω βέβαια, γιατί μου φαίνεται πιο ασφαλές να κυκλοφορώ με τα πόδια στην πόλη. Είναι μια συνήθεια που έχει υιοθετήσει κι ο (αγαπημένος) Irvin Yalom, μεταξύ άλλων.

23 Φρένο. Τελεία.

24 Φτου κι απ’ την αρχή. Αφού δεν τα πάω καλά με τις τελείες.

25 Τα ποδήλατα μου θυμίζουν δέντρα. Δεν τα θεωρώ άψυχα. Μεταδίδουν ηρεμία και ταυτόχρονα νιώθεις ότι έχεις περισσότερη ενέργεια. Δες και το άλλο: «Αν δεις στον ύπνο σου πως κάνεις ποδηλασία σε μια όμορφη διαδρομή γεμάτη δέντρα, σύμφωνα με τον ονειροκρίτη σημαίνει ότι οι ελπίδες σου θα πραγματοποιηθούν και οι δουλειές σου θα πάνε καλά». Τι άλλο θέλεις;

26 Δε θυμάμαι την πρώτη φορά που έκανα βόλτα χωρίς βοηθητικές ρόδες. Λυπάμαι λίγο για αυτό. Πιο πολύ όμως λυπάμαι για τους ανθρώπους που δεν έκαναν ποτέ ποδήλατο. Είναι πραγματικά ξεχωριστό. Εκείνοι βέβαια μπορεί να μην έχουν την ίδια γνώμη κι αφού είναι κάτι που δε γνώρισαν, δε θα τους λείψει.

27 Μερικές φορές έκλεινα τα μάτια στην κατηφόρα, όταν άφηνα ήσυχα τα πετάλια. Στο είπα ή το ξέχασα κι αυτό;

28 Σούζες; Όχι. Δεν υπήρξα τόσο τολμηρή. Νομίζω ούτε ζήλευα όταν έβλεπα τους άλλους να κάνουν. Περισσότερο με ενδιέφερε να απομακρυνθώ για να μην ακούνε τις φωνές μου όταν φανταζόμουν ότι το ποδήλατό μου γίνεται μηχανή.

29 «Το ποδήλατό μου ξέρει ότι το αγαπάω» Έχει δίκιο ο Λευτέρης. Μου άρεσε το καναρινί ποδήλατο. Αν θέλεις, δες το κι εσύ. Υπάρχει στο Youtube.

30 Θα το περιλάβω πάλι, σύντομα. Μου λείπει. Το ξανάπα. Κι όπως διάβασα κάπου (και μ’ άρεσε): «η ζωή είναι σαν το ποδήλατο, για να μη χάσεις την ισορροπία σου, πρέπει να συνεχίζεις να κινείσαι».

~~~~~~~~~~

Το κείμενο έγραψε η Ελπίδα Χ, στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής

~~~~~~~~~~~~~~~~~~

30 τρόποι να κοιτάξεις ένα δάσος

  1. Μου έδειχναν το δάσος και το δάσος κοιτούσε εμένα.
  1. Τι κι αν το δάσος που χάθηκες ήταν απλά ένα όνειρο από το οποίο ποτέ δεν κατάφερες να βγεις;
  1. Το δάσος έφτιαξε τον πίθηκο, πάνω στα δάση φτιάχτηκαν και τα πιο ωραία παραμύθια. Γεννηθήκαμε σ’ αυτό και μαγευόμαστε απ’ αυτό. Μεταξύ μας τώρα, δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να χαιρόμαστε για το γεγονός ότι κατεβηκαμε από τα δέντρα.
  1. Αγαπώ τα δάση επειδή αγαπώ τη μοναξιά. Απολαμβάνω τους περιπάτους ανάμεσα στα δέντρα. Ζηλεύω τη γαλήνη των δέντρων, δεν μιλάνε, δεν μετακινούνται καθώς αφουγκράζονται τη βοή του κόσμου καθώς ζουν αιώνες στην ηρεμία.
  1. Πολλοί νομίζουν πως ζουν αλλά δεν ζουν. Τα δέντρα του δάσους δεν γνωρίζουν ότι δεν ζουν, δεν έχουν την ελευθερία να ξεριζωθούν και να περπατήσουν επομένως ζουν για πάντα και ελεύθερα. Δεν χρειάζεται να αποφασίσουν για το πως πρέπει να ζουν, απλά ζουν.
  1. Ήρθαν ένα πρωινό οι ξυλοκόποι. Ρίξαν τα αιώνια αηθαλή δέντρα του δάσους. Γίναν έπιπλα, τραπέζια και κωλόχαρτα. Τίποτα όμορφο δεν διαρκεί για πάντα.
  1. Όταν ήμουνα μικρός, οι δικοί μου μου αγόρασαν ένα πανέμορφο αυτοκινητάκι. Όταν φτάσαμε στο δάσος, πήγα στο αγαπημένο μου δέντρο και το έθαψα. Γύρισα να φάω και όσο τρώγαμε, προσμονούσα να επιστρέψω στο πανέμορφο μου αυτοκινητάκι. Όταν γύρισα, δεν θυμόμουν κάτω από ποιο δέντρο το είχα κρύψει. Δεν το ξανάδα. Το μόνο που ακούγονταν ήταν οι ήχοι της κουκουβάγιας.
  1. Αγριοθύμαρα, ρίγανες, μέλι, βότανα και αγριολούλουδα μας έφερε ο φίλος μας ο τσομπάνος από το δάσος. Γέμισε το τσιμεντένιο διαμέρισμα, λίγη μυρωδιά από ζωή.
  1. Είχαμε προετοιμαστεί για την κατασκήνωση στο δάσος, είχαμε φανταστεί τι ωραία θα περνάγαμε. Ν’ ακούμε τα πουλιά να τιτιβίζουν καθώς θα καθόμαστε στο ξέφωτο κοντά στη λίμνη και δέσμες φωτός να μας χαιδεύουν τα μαλλιά. Ξαφνικά άνοιξαν οι κρουνοί του ουρανού, πανικοβληθήκαμε και φύγαμε προς τ’ αμάξι. Πρώτη φορά νιώσαμε ερασιτέχνες της επιβίωσης.
  1. Μια φορά είχα χαθεί στο δάσος. Ήταν φθινόπωρο, ο ήχος των ξεραμένων φύλλων που προκαλούσαν τα παπούτσια μου τάραζε την ηρεμία των πουλιών που κελαηδούσαν κάτω από τον μολυβένιο ήλιο. Εκεί αντίκρυσα για πρώτη φορά έναν λύκο. Η αστραφτερή του γούνα με μάγεψε. Τη νύχτα τον άκουγα να αλυχτά στο σκοτάδι. Όταν με βρήκαν το πρωί ήμουν για πάντα χαμένος.
  1. Λοιπόν, καθώς είχα χαθεί από μικρός σ’ εκείνο το μαγικό δάσος της Γνώσης και της Εκστασης, παρατηρούσα δυο κάτοπτρα ενός καρουζελ να με κοιτάνε, είχα εγκλωβιστεί σε μια παλιά φωτογραφία μωρό παιδί, να κοιτάζω τον εαυτό μου να γερνάει καθώς χαζεύει τα παιδικά άλμπουμ του σπιτιού που ποτέ δεν κατάφερε να ξεφύγει.
  1. Μέσα στο δάσος της αέναης μοναξιάς, ψάχνω να ξεφύγω, βλέπω μορφές, αλλά πάντα καταφέρνω και χάνομαι ακόμη περισσότερο. Η κάθε διέξοδος είναι απατηλή.
  1. Και ένας θειος μου αγαπούσε τα δάση. Έπαιρνε το τζιπ του, έβαζε τα σκυλιά του και την κυνηγετική του καραμπίνα και μ’ έπερνε μαζί του για μου μάθει να σκοτώνω. Ότι όμορφο βλέπεις στον ουρανό μ’ ένα κλικ μπορείς να το κατεβάσεις κάτω και να το μετατρέψεις σ’ ένα πληγωμένο άγαλμα στη βιτρίνα ενός καταψύκτη. Χρόνια αργότερα, γέρος πια, όταν ένιωσε ότι έχανε το μυαλό του, πήρε το τζιπάκι του, την καραμπίνα του και δεν επέστρεψε.
  1. Το δάσος με τα κυπαρίσσια, είναι ένας ιδανικός τόπος αυτοκτονίας. Επιτρέπει τους ανθρώπους να ξεφύγουν από την κρίση του κόσμου, να χαθούν, να μην βρεθούν και με ηρεμία να εκτελέσουν το έργο τους. Την οριστική διαγραφή των πάντων. Για αυτό και όσο πιο βαθιά μπαίνεις σ’ αυτό, τόσο πιο πολύ φοβάσαι τα φαντάσματα. Φύγετε φύγετε, μας φώναζε το πουλι κρυμμένο στους θάμνους. Οι άνθρωποι δεν μπορούν ν’ αντέξουν πολλή πραγματικότητα.
  1. Στην άκρη του δάσους, που έβλεπε στο κύμα. διακρίνονταν ο παλαιός ναός του Ποσειδώνα. Τώρα δεν υπάρχει τίποτα παρά ερείπια. Ερείπια που κοιτάζουν το κενό. Κενό φτιαγμένο από κενό προσπαθώντας να βρει πίστη από το κενό. Μπορεί μια κάποια πίστη να γλιτώσει τον κόσμο από την αυτοκτονία; Ας φτιάξουμε έναν καλύτερο ναό. Τον ναό του Έρωτα.
  1. Μας άρεσε να κατασκηνώνουμε εκεί τα καλοκαίρια και να παίζουμε το δικό μας παιχνίδι, να τρέχουμε γυμνοί μέσα στο δάσος και να κυνηγάμε ο ένας τον άλλον. Θαύμαζα ξαναμμένος, τα πολύχρωμα τατουάζ που είχε στο κορμί της καθώς κάλπαζαν οι ενδορφίνες της ευτυχίας στις φλέβες μου κατά τη γλυκιά αύρα της συνεύρεσης. Τα πάντα μπορούν να γίνουν φυλακή, είπα, ειδικά η πεποίθηση ότι αυτή τη στιγμή έχεις κάποιον για πάντα δικό σου.
  1. Το σώμα σου είναι το δικό μου δάσος που μ’ αρέσει να χάνομαι. Να περπατώ τα γρασίδια του κορμιού σου, να ανεβαίνω στους λοφίσκους του στήθους σου, να αποκοιμιέμαι στις πλαγιές της μασχάλης σου, να χαϊδεύω το στάρι των μαλλιών σου, να περιπλανιέμαι στις φυλλωσιές των ματόκλαδων σου, να οργώνω την εύφορη γη σου, ν’ ακούω το κελάηδισμα της καρδιάς σου.
  1. Στο δασάκι του ανατολικού Βερολίνου, στο Χάσενχάιντε, κάθε δέντρο κρύβει κι από έναν μικροέμπορο ναρκωτικών. Συνήθως μελαμψοί αλλά και άραβες, τούρκοι και κάποιοι Μαροκινοί. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει η συμμορία του ΣπορΜπίλι. Ο Σπόρ Μπίλι είναι έλληνας, μικρόσωμος, χωρίς πόδια. Μετακινείται πάνω σ’ ένα πατίνι χρησιμοποιώντας τις γροθιές του για μοχλό. Στους ώμους του πάντα φοράει ένα σακίδιο με ότι παράνομη ουσία μπορείς να φανταστείς. Όταν μπουκάρει η αστυνομία, ο σπορ μπίλι εξαφανίζεται πρώτος, πάνω σ’ αυτό το πατίνι που στην κατηφόρα πιάνει ιλλιγγιώδη ταχύτητα.
  1. Στο ύψωμα του λόφου, στο αγαπημένο μας δάσος, αφήσαμε τα ποδήλατα και ξαπλώσαμε ανάσκελα. Ένα ζευγάρι ξαπλωμένο πλάι πλάι στο κεκλιμένο επίπεδο ενός λόφου. Ο ήλιος είχε χαμηλώσει και σταδιακά έπαιρνε αυτή την ζεστή κοκκινάδα της δύσης κάνοντας το γαλάζιο του ουρανού να μωβίζει περιμένοντας ν’ ανάψουν τα αστέρια. Πάντα με ανησυχούσε το ενδεχόμενο να χαθώ στο ίδιο μου το κεφάλι και να μην ξαναβγώ από κάποιο δωμάτιο. Η μαγεία εκείνου του ηλιοβασιλέματος έγκειτο στο γεγονός ότι δεν το απολάμβανα μόνος. Έπιασα το χέρι της Μαρίας για να δω αν ένιωθε το ίδιο. Χασμουριότανε και ήθελε να πάμε σπίτι μου να πηδηχτούμε. Το επόμενο πρωί εξαφανίστηκε κι εγώ έκανα να βγω από το δωμάτιο οκτώ μήνες.
  1. Το απαλό θρόισμα των φύλλων που κι αυτά έπεφταν στο έδαφος με οδήγησε να κοιτώ το έδαφος. Οι πρώτες σταγόνες των δακρύων μου συνέπεσαν με τα πρωτοβρόχια και στα κιτρινισμένα φύλλα που έπεφταν νεκρά, ξάπλωσε και η θλίψη μου.
  1. Ο πιο βαρύς χειμώνας της δεκαετίας είχε κάνει όλο το τοπίο κάτασπρο. Μόνο ένας αρκετά τρελός για να είναι αποφασισμένος έτρεχε μαζί μ’ ένα χρονόμετρο μες στο κατάλευκο δάσος. Περπάτησα με μεγάλη προσοχή την αποβάθρα για να κοιτάξω την παγωμένη λίμνη. Θυμάμαι με νοσταλγία την εποχή του έρωτα τα ανθισμένα αγριολούλουδα, τώρα μόνο φύση νεκρή και βουβαμάρα. Μακάρι οι καρδιές μας να είναι σαν τα αγριολούλουδα που κάνουν τον κύκλο τους.
  1. Μέσα στην άνοιξη του καταχείμωνου, βλέποντας τον ήλιο να λαμποκοπάει στη λίμνη του παγωμένου δάσους, βρήκα εκείνο που έψαχνα για χρόνια. Τον εαυτό μου. Ένα τοπίο γυμνό.
  1. Αφού επέστρεφα πάντα στην πόλη μου, βρήκα νέα δάση να χαθώ, μιας που η ζωή στην πόλη ποτέ δεν μου ταίριαζε.
  1. Εκείνη την εποχή, ξυπνούσα νωρίς για να πάω στην ανιαρή δουλειά μου. Περίμενα υπομονετικά με τις ώρες τους δείκτες του ρολογιού να σημαίνουν και τη λήξη του μαρτυρίου μου. Το απόγευμα, καθώς ξυπνούσα από τον μεσημεριανό ζωτικό ύπνο, πήγαινα για τρέξιμο στο δάσος της γειτονιάς μου. Τα ρουθούνια μου παίρναν αέρα καθώς οι θερινές ακτινες του ήλιου έσβηναν μέσα από τα κλαδιά. Και εκεί μέσα στο δάσος ένιωσα αυτό που λέμε εσώτερη ελευθερία. Να είσαι δέσμιος ενός ρολογιού αλλά και ταυτόχρονα ελεύθερος να ονειρεύεσαι τον καθαρό αέρα. Σε αυτό το εσώτερο φως, η ελευθερία, μέσα στον διχασμό της ήταν ατόφια ζωή.
  1. Κορυδαλοί στον ουρανό και φως μέσα από τα κλαδιά των δέντρων, σε ονειρεύτηκα και πάλι να με οδηγείς στον μυστικό καταρράκτη του δικού μας δάσους, στα πρώτα ζεστά βράδια της άνοιξης, όπου ο αέρας γίνεται μεταξένιος και ζεστός όπως το σώμα σου. Βουτήξαμε και είδα το νερό να τρέχει στα μαλλιά της και το όμορφο της πρόσωπο. Σε κοίταξα στα μάτια. Είπα μέσα μου είσαι δικιά μου και όλα θα πανε καλά. Οι πρώτοι καπνοί της πυρκαγιάς είχαν αρχίσει να διακρίνονται.
  1. Για μήνες ονειρευόμουν ότι θα παίζω μουσική σ’ ένα μαγαζί αγκαλιά με την κοπέλα που αγαπώ. Τελικά έπαιξα στο μαγαζί, αλλά ήταν άδειο και η κοπέλα που αγαπώ μου έλεγε τον έρωτα της για άλλον. Είχα ανάγκη να ξεσκάσω και πήρα το αμάξι προς το εξοχικό μου. Καθώς πλησίαζα, τεράστιες φλόγες είχαν τυλίξει το δάσος δίπλα στο δρόμο. Επί μια μέρα παλεύαμε με την φωτιά. Το εξοχικό μας τη γλίτωσε φτηνά, αλλά από δώ και στο εξής η θέα θα είναι φρικτή. Ένα καραφλό βουνό σε καρβουνιασμένες ώχρες που αντανακλούν τη χρυσαφένια λάμψη του θανάτου. Ένας τρόπος για να καταστρέψεις ένα δάσος είναι να φανταστείς ότι ζεις μέσα σ’ αυτό.
  1. Μου έλεγε ένας περιβαλλοντολόγος ‘’το δάσος αποθηκεύει τα αέρια του θερμοκηπίου, λειτουργεί κυριολεκτικά σαν πνεύμονας’’ του απάντησα ‘’ο άνθρωπος είναι το καρκίνωμα της γης, ο δολοφόνος της κάθε ομορφιάς’’
  1. Μήνες αργότερα, μηχανικός πια, έκανα αποτυπώσεις μ΄ένα μέτρο στο νεκρό δάσος. Έπαιρνα τις διαστάσεις του φέρετρου του, καθώς ανεγείρονταν στη θέση του ένα τεράστιο τουριστικό συγκρότημα. Πλήθη από χιλιάδες τουρίστες θα καταλάμβαναν όλη την περιοχή.
  1. Έτσι είναι τα δάση μας. Μπαίνουμε σ’ αυτά, μαγευόμαστε, χανόμαστε, κρυώνουμε, αγαπάμε και μένουμε μόνοι, ελπίζουμε και ερχόμαστε σε απόγνωση, ονειρευόμαστε και αμφιβάλλουμε, βρίσκουμε το νόημα και το χάνουμε, χάνουμε το δάσος και ανακαλύπτουμε πάντα ένα καινούργιο για να χαθούμε για πάντα στις φυλλωσιές του και στα δικά του μυστήρια. Τα δάση, για όσο υπάρχουν είναι η παρηγοριά μας.

«Ιδού τι πιστεύω: Ότι εγώ είμαι εγώ. Ότι η ψυχή μου είναι ένα σκοτεινό δάσος. Ότι το τμήμα του εαυτού μου που γνωρίζω δεν θα ναι τίποτα περισσότερο από ένα μικρό ξέφωτο στο δάσος. Ότι θεοί, παράξενοι θεοί, βγαίνουν μέσα από το δάσος σ’ αυτό το ξέφωτο του γνωστού μου εαυτού, και ύστερα χάνονται και πάλι. Ότι πρέπει να χω το κουράγιο να τους αφήσω να έρθουν και να φύγουν. Ότι δεν θα αφήσω ποτέ την ανθρωπότητα να μου επιβάλλει οτιδήποτε, αλλά θα προσπαθώ πάντοτε να αναγνωρίζω και να υποτάσσομαι στους θεούς μου μέσα μου και στους θεούς μέσα στους άλλους, άντρες και γυναίκες»

– Ντ. Χ. Λώρενς, από το δοκίμιο «Μπέντζιν Φρανκλιν», Studies in American Literature, 1923 

Το κείμενο έγραψε ο Λευτέρης Δ, στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Η φωτογραφία είναι της Annie Leibovitz