κρησάρα (η) ουσ. [<αρχ. κρησέρα] λεπτό κόσκινο
–
Θυμάμαι τη γιαγιά μου να φτιάχνει ψωμί. Είναι μια ανάμνηση σχεδόν μυθική. Περνούσε το αλεύρι από την κρησάρα. Τους σβόλους που έμεναν τους θρυμμάτιζε για να χωρέσουν. Τα σκουπίδια και όλα τα “ξένα σώματα” τα πετούσε. Μετά έβγαζε το προζύμι που είχε φυλαγμένο από παλιότερα ψωμιά.
Αυτό το προζύμι ίσως και να ήταν προαιώνιο, ίσως να προερχόταν από τους αρχαίους.
–
Για να φτιάξεις προζύμι ανακατεύεις τα πιο απλά υλικά: Λίγο νερό με λίγο αλεύρι. Τα ζυμώνεις, τα αφήνεις μια μέρα και μετά προσθέτεις λίγο ακόμα αλεύρι. Τα ζυμώνεις ξανά. Άλλη μια μέρα. Και πάλι τα ίδια.
Στην τρίτη μέρα το ζυμάρι μουχλιάζει. Το καταλαβαίνεις από τη μυρωδιά του και από την όψη του.
Τότε το βάζεις στην υπόλοιπη ζύμη, το ζυμώνεις, και το αφήνεις να “ξεκουραστεί” ένα εικοσιτετράωρο. Την επομένη ξεχωρίζεις ένα κομμάτι ζύμης (αυτό θα είναι το προζύμι), για να το χρησιμοποιήσεις την επόμενη φορά.
Το ψήνεις στο φούρνο της αυλής, με ξύλα που μαζεύουν τα εγγόνια σου.
–
Αυτό το ψωμί μοιάζει να μη χαλάει. Όταν βγαίνει από το φούρνο ευωδιάζει. Αλλά και την επομένη, και την άλλη, όσες μέρες κι αν περάσουν, μοιάζει να είναι φρέσκο.
–
Η γιαγιά μου έφτιαχνε ψωμί μέχρι που ο μοναδικός μπακάλης του χωριού ξεκίνησε να φέρνει και “ψωμιά”. Το βάζω σε εισαγωγικά, γιατί δεν ήταν ακριβώς ψωμί. Ήταν αυτό που τότε ονομάζανε: “Πολυτελείας”.
Από λευκό αλεύρι, χωρίς προζύμι, χωρίς τρεις μέρες ταφής και ανάσταση, χωρίς ουσία.
Ένα ψωμί-αφρός, που τρωγόταν τόσο εύκολα την πρώτη -μισή- μέρα, αλλά την επομένη ήταν κατάλληλο μόνο για τις ρόδες του αυτοκινήτου.
–
Απ’ τη στιγμή που ο μπακάλης ξεκίνησε να φέρνει ψωμί όλες οι γιαγιάδες σταμάτησαν να φτιάχνουν το δικό τους. Πέταξαν το προζύμι, γκρέμισαν τους φούρνους και τα εγγόνια τα έστελναν μόνο για να ψωνίσουν.
–
Αυτή δεν είναι η φύση του ανθρώπου (μόνο), αυτή είναι η φύση της φύσης:
Η φύση ακολουθεί πάντα το μονοπάτι της “λιγότερης ενέργειας”.
Ό,τι είναι πιο εύκολο είναι και το πιο “αγαπητό”. Το κάνουν οι άνθρωποι, το κάνουν τα άλλα θηλαστικά και ζώα, το κάνουν τα βακτήρια και οι μονοκύτταροι οργανισμοί, το κάνουν τα άτομα και τα ηλεκτρόνια.
–
Σχεδόν πάντα. Γιατί υπάρχει ένα φαινόμενο που δεν εξηγείται με όρους οικονομίας (στην ενέργεια).
Αυτό είναι η ζωή.
–
Πως είναι δυνατόν το σύμπαν να αυξάνει την τάξη; Κανονικά θα έπρεπε όλα να αποσυντίθονται, να πηγαίνουν από το πιο απλό στο μηδέν.
Και όμως! Η ζωή έρχεται σε σύγκρουση με το δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής.
Φυσιολογικά, φυσικά, δεν θα έπρεπε να υπάρχει ζωή ούτε ζυμωτά ψωμιά.
Αλλά υπάρχουν οι τόσο άχρηστα πανίσχυροι ανθρώπινοι εγκέφαλοι και ένας από αυτούς (του υποφαινόμενου) έμαθε πάλι να φτιάχνει ψωμί με προζύμι.
–
Όσο παράξενο και να σας φαίνεται, ο άνθρωπος είναι παιδί του χάους. Είναι η απόδειξη ότι από την αταξία μπορεί να γεννηθεί η τάξη.
–
Θα γεννηθεί από την κρίση κάτι καλύτερο; Ή μήπως είναι αυταπάτη η υπόσχεση της κρησάρας, που θα διαχωρίσει την ήρα απ’ το στάρι;
~~{}~~
Με είχε προειδοποιήσει μια συνάδελφος και φίλη, τότε που εργαζόμουν ακόμα σε μια αλυσίδα πολιτισμού, που μόνο αλυσίδα ήταν, χωρίς καθόλου πολιτισμό.
“Θα φαγωθούμε μεταξύ μας”, μου είπε, τότε που ο Gap έκανε διαγγέλματα με φόντο την ακριτική θάλασσα.
Δεν την πίστεψα. Μου φάνηκε υπερβολική.
–
Λίγους μήνες μετά ο οικονομικός διευθυντής της “αλυσίδας” αποφάσισε ότι έπρεπε να ξεκουραστώ και να δουλέψω τετράωρο.
Αρνήθηκα, ζήτησα απόλυση και αποζημίωση, εκείνος γέλασε (“είσαι με επαναλαμβανόμενες συμβάσεις, δεν δικαιούσαι αποζημίωση”), πήγα στην επιθεώρηση εργασίας, τον απείλησα με καταγγελία, εκείνος σταμάτησε να γελάει.
–
Ήταν τότε (το θυμάστε άραγε ή το έχετε απωθήσει στο υποσυνείδητο;) που ξεκίνησε, για την Ελλάδα, αυτό που τα media βάφτισαν “κρίση”.
–
Η “κρίση”, ως έννοια, εμπεριέχει κάτι το προσωρινό.
Μοιάζει λίγο με τη γρίπη: Θα κάνει τον κύκλο της (όπως υποτίθεται ότι κάνει η οικονομία), θα περάσει και θα είμαστε όλοι καλά -και πάλι.
–
Ελάχιστοι ήταν αυτοί που είχαν καταλάβει ότι δεν είναι γρίπη, ότι είναι καρκίνωμα. Μια ύπουλη μορφή καρκίνου που ελλοχεύει στην επίπλαστη ευμάρεια, χωρίς να εκδηλώνεται.
Κατατρώει τον ηθικό ιστό της κοινωνίας, αργά, σαγηνευτικά ίσως.
–
Ο άρρωστος αισθάνεται όλο και καλύτερα, όλο και καταλαμβάνεται από τη μανία. Γιατί η συγκεκριμένη αρρώστια είναι ψυχογενής και διπολική. Ο άρρωστος βρίσκεται στο ναδίρ της ψυχολογίας του και νομίζει ότι όλο το σύμπαν συνομωτεί για να πετύχει εκείνος τους στόχους του: “Η Παναγιά βοήθησε να πάρουμε το Ευρωπαϊκό”.
Μετά το σύμπαν καταρρέει (η οικονομική φούσκα εκρήγνυται εν μέσω λυγμών) και ο άρρωστος πέφτει σε κατάθλιψη.
–
Το παράξενο είναι ότι η “κρίση” δεν λειτουργεί καθόλου ως κρησάρα.
Δεν αναφέρομαι στους “έχοντες και κατέχοντες”. Αυτοί πάντα θησαυρίζουν και όσο περισσότερα χάνουν οι πολλοί τόσο περισσότερα κερδίζουν εκείνοι.
–
Αλλά οι άνθρωποι που πετιούνται στα σκουπίδια της κρησάρας (οι περισσότεροι από αυτούς και ο καθένας με διαφορετικό τρόπο, αν απεχθάνεστε τις γενικεύσεις) δεν έχουν καταλάβει καν τι συνέβει.
Κατηγορούν τους τσιγγάνους και τους ρώσο-πόντιους για την κατάρρευση, αφού αυτοί “έπαιρναν τόσα πλαστά επιδόματα”.
Κατηγορούν τους πωλητές cd, αυτούς που καταστρέφουν την ακμάζουσα (κατά τα άλλα) αγορά με το λαθρεμπόριο τους.
Κατηγορούν τους τροϊκανούς, λες και οι βουλευτές που αποδέχονται τα πάντα δεν είναι εκλεγμένοι εκπρόσωποι του λαού (δημόσιοι υπάλληλοι ουσιαστικά), αλλά υπάλληλοι της Τρόικας.
–
Ο μύθος, μέσα στον οποίο βουτήξαμε για να σώσουμε την αξιοπρέπεια μας, είναι ότι από την “κρίση” κάτι καλό θα γεννηθεί, αφού θα ξεχωρίσουν τα σκουπίδια από το αλεύρι.
Όμως, όπως φαίνεται από τα νούμερα, η κρίση ευνοεί μόνο τους εκατομμυριούχους. Και σκουπίδια είμαστε όλοι οι άλλοι.
Τρώμε το λευκό ψωμί “πολυτελείας” και αργοπεθαίνουμε περιμένοντας τον μπακάλη να φέρει και την ανάκαμψη.
Όμως η ανάκαμψη δεν πωλείται στα σούπερ-μάρκετ ούτε δημιουργείται τόσο εύκολα.
Πρέπει να μάθεις να φτιάχνεις προζύμι, να περιμένεις τρεις μέρες και τρεις νύχτες, να ζυμώσεις. Και πρέπει να μοιραστείς.
Για να περάσεις σε ένα ανώτερο επίπεδο οργάνωσης πρέπει να δώσεις ενέργεια, εσύ ο ίδιος.
Οι “υπάλληλοι” και οι άρχοντες τους δεν νοιάζονται για το ψωμί που τρως. Ούτε για τα λεφτά νοιάζονται, όσο παράξενο και να ακούγεται αυτό, άλλος είναι ο σκοπός τους.
~~{}~~
Τις προάλλες ο εφτάχρονος γιος μου αποκάλυψε με μία του πρόταση όλη την αλήθεια.
Είπε, αναφερόμενος σε μια φανταστική χώρα, όπου είναι ο βασιλιάς:
“Δεν με ενδιαφέρουν τα λεφτά. Αν έχω την εξουσία έχω όλα όσα θέλω… Και λεφτά”.
(Ναι! Αυτό ακριβώς είπε ένας εφτάχρονος, χωρίς να έχει αντίληψη ότι με τα λόγια του δεν αναφέρεται στη φανταστική του χώρα και ιδιότητα, αλλά στην πραγματική ζωή).
–
Η κρίση είναι ο καλύτερος τρόπος για να αυξήσουν την εξουσία τους. Αυτός είναι ο σκοπός τους. Αν έχουν την εξουσία θα έχουν και λεφτά. Είναι τόσο απλό.
Και από την κρισάρα δεν πρόκειται να αναδυθεί τάξη, μόνο πόνος, χάος και χαμένες ζωές.
Μέχρι να μάθουμε ξανά να φτιάχνουμε το “ψωμί” μόνοι μας.
~~{}~~
Επί του πιεστηρίου:
Το “ψωμί” της τελευταίας φράσης βρίσκεται μέσα σε εισαγωγικά, όχι κλεισμένο, όπως συνηθίζεται να λέμε, αλλά απελευθερωμένο.
Το συγκεκριμένο σημείο στίξης, “-”, είναι -ίσως- η πιο επιδραστική επινόηση του γραπτού λόγου. Κάθε λέξη, κάθε έννοια που βρίσκεται ανάμεσα σε αυτά τα “στίγματα”, μετουσιώνεται, γίνεται κάτι περισσότερο από το σημαίνον.
–
Τα ζωγραφιστά ψωμιά του Θεόφιλου δεν πέφτουν, αψηφούν την βαρύτητα, καθώς και κάθε άλλο φυσικό νόμο.
Τα “ψωμιά” δεν είναι φτιαγμένα από αλεύρι και προζύμι, είναι ελεύθερα να γίνουν ό,τι ο καθένας θεωρεί απαραίτητη προϋπόθεση της ζωής.
Ως παράδειγμα, προσωπικό και αυτιστικό σίγουρα, θα αναφέρω το “ψωμί” που αγοράζουμε από τα media: Εύκολες, προκατασκευασμένες σκέψεις-ιδέες-πεποιθήσεις, που καταναλώνονται ευχάριστα για λίγες ώρες.
Ένας “αφρός” που σύντομα γίνεται “λάστιχο” και πνίγει τον αγοραστή.
–
Είναι πολύ πιο δύσκολο να κατασκευάσεις το δικό σου “ψωμί”.
Χρειάζεται κόπο, χρειάζεται τη δική σου συμμετοχή, το δικό σου κάματο.
Αλλά το αποτέλεσμα είναι “ευωδιαστό” και μένει φρέσκο για πολύ καιρό -μέχρι να φτιάξεις το επόμενο “ψωμί” σου.
–
Η σκέψη, λοιπόν, είναι ένα “ψωμί”.
Τι άλλο μπορεί να σημαίνει αυτή η τόσο κοινή λέξη, όταν απελευθερωθεί μέσα στα εισαγωγικά, περιμένω από εσάς να το σκεφτείτε.