VERBATIM Camela Dinosaurus
Όταν μπήκε στη γραμμή παραγωγής την έπιασε πανικός. Και τώρα; Τώρα τι θα τύχει; Για τι με ετοιμάζουν; Αναρωτήθηκε. Θυμήθηκε τον παππού της, έναν όμορφο δίσκο βινυλίου, απ’ τους πρώτους που ήρθαν στην Ελλάδα, με την ηχογράφηση του «Strange Fruit» πάνω του. Μια τέτοια ζωή ήθελε και γι’ αυτήν, να μπορεί να φέρει ας πούμε σε όλα της τα χρόνια την Billie Holiday στη μνήμη της. Η λωρίδα με τα CD προχωρούσε. Μπρος της ήταν δυο άξεστα Q.
«Ε, σ’ αυτά αξίζει έως Παντελίδης, όχι σε εμένα. Εγώ… εγώ θα ήθελα την Σεχραζάτ του Κόρσακοφ με το απαλό της δερματάκι και τις νότες τη να ανατριχιάζουν τους ιριδίζοντες κύκλους μου. Εγώ είμαι γεννημένη για ευγένεια και υψηλό επίπεδο», μονολόγησε.
Στην πάνω όψη της καμάρωναν με μεγάλα γράμματα τα στοιχεία της: CD VERBATIM. Η λωρίδα προχώρησε γρήγορα. Τελικά τα δυο μπροστινά της κάηκαν και πήγαν στον κάδο ανακύκλωσης. Τρέμουλο την έπιασε, χαμογέλασε κι ετοιμάστηκε για Κόρσακοφ. … ZONG… «Όοοοχι», ούρλιαξε! «Όοοοχι αυτό, είμαι για άλλα εγώ. Όχι την Καμήλα! Όχι Mazoo and the Zoo»!!
Δεν το πιστεύει αυτό που της συμβαίνει. Όσο η «καμήλα» περνάει από πάνω της τόσο περισσότερο νιώθει και μεταμορφώνεται σε μια άλλη, σε μια που μασάει φύλλα, όπως λέει και το τραγούδι που εγγράφεται πάνω στους κύκλους της και θα αποτελέσει τον κύριο προορισμό της. Και πριν τελειώσει η εγγραφή, αποφασίζει να αφεθεί στην ονειροπόληση της «άλλης» ζωής της.
Έχει όνειρα για ρουστίκ σαλόνια με βαριές κουρτίνες και κλασσική επίπλωση, που δεν θα έρθουν πια. Έχει όνειρα για εκλεπτυσμένους ακροατές, ειδήμονες στην κλασσική μουσική και νεαρούς σπουδαστές πιάνου, που δεν θα τους γνωρίσει όμως ποτέ. Αντί όλων αυτών, αντί μιας «Billie Holiday» σε πέντε λεπτά μεταμορφώνεται σε μια «καμήλα». Και τότε αποφασίζει πως το παιδικό είναι το καλύτερο κοινό και το «Mazoo and the Zoo» ο πιο χαρούμενος προορισμός ζωής. Γιατί η ζωή πάντα ξέρει καλύτερα.
Και η ζωή θα φανεί γενναιόδωρη μαζί της. Η καμήλα θα τη μεταμορφώσει σε Σεχραζάτ και θα τη βάλει πάνω στην καμπούρα της για να διασχίσουν την έρημο από κακαόσκονη Ουγκάντας. Εκεί στα μισά του δρόμου και κάτω από το φως της πανσελήνου θα την αφήσει μπροστά στη μαγική σκηνή του Χάρι Πότερ που θα έχει συνολική εξωτερική επιφάνεια 7,45 τ.μ. και εσωτερική 18,5 στρέμματα. Μέσα στη σκηνή θα παρακολουθήσει όλους τους αγαπημένους της καλλιτέχνες που θα της αφιερώνουν τα τραγούδια που ονειρεύτηκε να γραφτούν επάνω της και θα της χαρίζουν κρυστάλλινα κομμάτια από τις νότες τους. Αυτή θα μεθάει από τα αρώματα της φωνής τους και θα χορεύει με τα πιο γλυκά βήματα. Στο τέλος της σκηνής μετά από 1000 και 1 ημέρες θα συναντήσει τον Παπαγάλο που θα την οδηγήσει στον πλανήτη των ονείρων για να ζήσει 13 ονειρεμένες ζωές.
Και θα ξυπνήσει κι ο δεινόσαυρος θα είναι εκεί.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Τα πρώτα 695 χρόνια είναι εύκολα
Στην αρχή δεν υπήρχε τίποτα. Μετά έγινε το φως. Αλλά και πάλι δεν υπήρχε τίποτα να δεις. Μέσα απ’ το τίποτα ξεπήδησε ο Θεός. Ήταν εκνευριστικό να ζει μέσα στο τίποτα, όσο καλά φωτισμένο και να ήταν αυτό.
Έτσι έπλασε το σύμπαν, βάζοντας στο κέντρο του ένα μικροσκοπικό πλανήτη. Απ’ όλους τους γαλαξίες, απ’ όλα τα πλανητικά συστήματα, απ’ όλους τους πλανήτες, μόνο σ’ εκείνον τον μικρό έβαλε ζωή. Έφτιαξε ζώα και πουλιά κάθε είδους, αλλά αυτά ήταν ανόητα και το μόνο που έκαναν ήταν να τρώνε, να πηδιούνται και να πεθαίνουν.
Έτσι έπλασε τον άνθρωπο και τον έβαλε στο κέντρο του σύμπαντος. Ο άνθρωπος αποκάλεσε τον εαυτό του Αδάμ.
695 χρόνια μετά ο Αδάμ βαρέθηκε να είναι μόνος.
Κάθεται κάτω από τη μηλιά και συζητά με το μόνο ζωντανό που του κάνει παρέα στη μοναξιά του και δεν τρελαίνεται. Ο Αδάμ ασυναίσθητα χαϊδεύει το γυμνό μαύρο δέρμα του, καθώς συζητά με τον όφι, αραχτοί και οι δύο πάνω στο χορτάρι με τα μέλη τους μπερδεμένα.Χαϊδεύει τον αφαλό και τ’ αχαμνά του, που αντιδρούν αναμενόμενα με τον ερεθισμό των αισθήσεων που τόσο του έχει αλαφρώσει τη βαρεμάρα. Αλλά όχι πια.
Ο όφις έχει μια ιδέα, που ανακάλυψε στα πιο μυστικά βιβλία του Μεγάλου, και βρήκε πως μπορεί να δημιουργηθεί μια πιο συμβατή μορφή παρέας για τον Αδάμ. Του περιγράφει στο αυτί τη διαδικασία, τα υλικά, τα λόγια τα μαγικά… Ο Αδάμ χλωμιάζει, φέρνει αντιρρήσεις.
Αλλά ο όφις τον πείθει- έχει εξακόσια ενενήντα πέντε χρόνια που τον βομβαρδίζει με τα επιχειρήματα του- τον πείθει και μαζί ετοιμάζουν το χώρο και τα υλικά. Ξαπλώνει ο όφις στην πεντάλφα του, φωτίζεται απ’ τα μυστικιστικά κεριά γύρω-γύρω κι ο Αδάμ κατεβάζει το τελετουργικό κοκκάλινο μαχαίρι. Πριν κρυώσει το φιδίσιο κουφάρι, πριν στερέψει το αίμα από την θανατηφόρα πληγή, ο νέγρος πρωτόπλαστος ψάλλει τα μαγικά λόγια verbatim όπως του τα έμαθε ο νεκρός του φίλος.
Και Ιδού! Νέα ζωή, νέο σώμα, νέα μορφή! “Call me Eve, my nigger…”.
Και εγένετο γυναίκα!
Θα περάσουν κι άλλα 695 χρόνια όταν πια θα έχουν σκυλοβαρεθεί τον παράδεισο. Θα θέλουν να δουν κι άλλους ανθρώπους. Θα έχουν ήδη μάθει ότι πριν φτιαχτούν αυτοί οι δυο, ο Θεός είχε πειραματιστεί με χιλιάδες άλλους ανθρώπους αλλά δεν του πετύχαιναν, γιατί του έβγαιναν με πολλά πάθη και επιθυμίες. Θα πάνε να βρουν τους άλλους στον πλανήτη Κόλαση. Ο Θεός θα τους στείλει εκεί και θα τους εγκαταλείψει. Εκεί θα γνωρίσουν τον έρωτα, τη φιλία, τον πόλεμο, τον θάνατο. Θα μάθουν ν’ αγαπούν και θα μάθουν να σκοτώνουν. Θα χωρίσουν και θα ξεχάσουν ο ένας τον άλλον. Θα βρουν άλλους συντρόφους αλλά πάντα θα ψάχνουν για κάτι άλλο.
Το μόνο που θα θυμούνται από τον παράδεισο θα είναι ένα μαύρο φίδι. Ένα μαύρο φίδι θα τρυπώνει όλο και συχνότερα στο μυαλό τους. Ένα μαύρο φίδι.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Τελευταία χάρη προς τον Φρέντυ
Μόλις που πρόλαβε να ανέβει στη σκηνή, να αρπάξει το μικρόφωνο και να μπει κανονικά στο τέμπο της μουσικής. Η κουβέντα που είχε με τον Φρέντυ στο καμαρίνι της πριν από δέκα λεπτά την είχε ταράξει για τα καλά κι αυτό φαινόταν στο ηλεκτρισμένο βλέμμα της. Ο Φρέντυ της θύμισε πως δεν είχε ξεπληρώσει ακόμη. Μια τελευταία χάρη και μετά θα την άφηνε μια για πάντα ήσυχη.
Μετά το τέλος του προγράμματός της δεν σταμάτησε να ακούσει τα χειροκροτήματα των θαμώνων. Πρώτη φορά που δεν απόλαυσε αυτήν την θεϊκή οχλαγωγία. Κατέβηκε γρήγορα και χωρίς να αλλάξει φόρεμα, άρπαξε την άσπρη γούνα της και βγήκε από το καμπαρέ. Μία μαύρη λιμουζίνα την περίμενε απ’ έξω, παραγγελιά του Φρέντυ. Μπήκε μέσα και μέχρι το αεροδρόμιο δεν έβγαλε κουβέντα. Μόλις έφτασε στο αεροδρόμιο ξεχώρισε από μακριά τον «μαύρο σκύλο» του Φρέντυ, ο οποίος της έγνεψε. Κι εκεί που βρισκόταν άφησε μια βαλίτσα και απομακρύνθηκε. Εκείνη προχώρησε προς την βαλίτσα και αφού την πήρε, κατευθύνθηκε προς την αίθουσα αναχωρήσεων. Υπομονή μέχρι την Λωζάννη και μετά ο Φρέντυ θα ήταν γι ‘αυτην οριστικό και λησμονημένο παρελθόν.
Ο έλεγχος εισιτηρίων ξεκινάει σε 10 λεπτά. Μέχρι τότε προλαβαίνει να φτιάξει την τσάντα της. Το συνηθίζει αυτό στις αίθουσες αναμονής. Ανοίγει προσεκτικά το φερμουάρ που μαγκώνει πάντα στα μέσα της διαδρομής και βγάζει από μέσα ένα ένα τα πράγματα ακουμπώντας τα στο διπλανό κάθισμα. Το διαβατήριο το ανοίγει και στην πρώτη σελίδα βάζει το εισιτήριο με την κάτω πλευρά του να έρχεται ακριβώς στην ίδια ευθεία με τις σελίδες του διαβατηρίου, έτσι ώστε να προεξέχει μόνο από την πάνω πλευρά. Το κλείνει και πάνω του ακουμπάει το ίδιο συμμετρικά το τηλέφωνό της. Οι τρεις ξεχασμένες αποδείξεις του ΑΤΜ τσαλακώνονται και μπαίνουν στην τσέπη της. Πιάνει τον κίτρινο αναπτήρα και τον τοποθέτει μέσα στο πακέτο των τσιγάρων. Ξεφυλλίζει το σημειωματάριό της, γεμάτο καταγραφές απ ‘τα χρέη του Φρέντυ. Το κραγιόν, η μάσκαρα και το καθρεφτάκι μπαίνουν στην εσωτερική θέση τηςτσάντας. Λάθος. Τα βγάζει έξω για να την αναποδογυρίσει και να την αδειάσει από τα μικρά σκουπιδάκια. Υπολείμματα καπνού και χαρτιών πετάγονται από μέσα. Πρέπει να βιαστεί. Πρέπει να περάσει την πύλη. Να φύγει. Να ξεφύγει. Ρίχνει με βίαιες κινήσεις τα πράγματα που τόση ώρα προσεκτικά έβγαζε από μέσα και σηκώνεται απότομα για να περάσει πρώτη από τον έλεγχο.
Θα περάσει από τον έλεγχο σχετικά εύκολα κι ανώδυνα. Κανείς δεν θα υποψιαστεί την ποσότητα παραισθησιογόνας μεσκαλίνης, που έχει ήδη καταπιεί σε κατάλληλα συσκευασμένη μορφή. Θα χαμογελάσει ευγενικά στον αστυνομικό, που διακριτικά θα την κολακέψει λέγοντάς της ότι φαίνεται νεώτερη απ’ ό,τι στην φωτογραφία.
Θα πάρει το διαβατήριό της μαζί με το εισιτήριο και θα κατέβει τις σκάλες προς το μικρό λεωφορείο μεταφοράς επιβατών. Θα κοντοσταθεί καπου στη μέση αυτών για να συμμαζέψει την μεταξωτή της κάλτσα, κάνοντας τάχα ότι της έφυγε ένας «πόντος». Στην πραγματικότητα όμως θα προσπαθήσει να κερδίσει χρόνο, καθώς παρατηρεί δύο αστυνομικούς να περνάνε και να απομακρύνονται προς την άλλη μεριά του αεροδρομίου. Ένας από αυτούς γνωστός της από κάτι παλιές παρόμοια αμαρτωλές περιπέτειες. Το βανάκι θα την καταπιεί και θα την αποθέσει δίπλα στα φτερά του μεγάλου πουλιού των τοπικών αερογραμμών, εκείνης της τροπικής χώρας.
Θα ανέβει την ανηφορική σκάλα με την χάρη μιας άγριας γάτας του Αμαζονίου και θα εισέλθει στην καμπίνα των επιβατών ανακουφισμένη, αλλά και αγέρωχη, με μακιγιάζ αψεγάδιαστο, παρά την ταραχή που την κυριεύει από μέσα της. Θα βυθιστεί στο δερμάτινο κάθισμα της α’ θέσης και θα στηλώσει το βλέμμα της έξω από το παράθυρο. Δεν θα το πάρει από κει παρά μόνο όταν φτάσει στον προορισμό της.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Στο Συνεργείο Δημιουργικής Γραφής πειραματιστήκαμε με τον χρόνο. Κάθε κείμενο είναι γραμμένο από τρεις συνεργούς, σε τρεις χρόνους: Παρελθόν, παρόν και μέλλον.
Επιπλέον προσπαθήσαμε να συνθέσουμε τα κείμενα σαν κομμάτια κλασικής μουσικής. Το πρώτο μέρος και το τρίτο πιο πυκνά -σε γεγονότα. Το δεύτερο αραιό.
Οι Συνεργοί είναι: Γεωργία, Παναγιώτης, Ξένια, Δημήτρης, Τάσος, Άννα, Αντώνης, Παύλος