(Ένα σκοτεινό δωμάτιο.Το γυμνό σώμα ενός νεαρού άνδρα βρίσκεται στο πάτωμα. Μάτια κλειστά και στόμα μισάνοιχτο. Γύρω του διάφορα άδεια μπουκάλια και πολλά τσαλακωμένα χαρτιά σε ακανόνιστα σχήματα.
Η πόρτα ανοίγει κι ένας άλλος νεαρός άνδρας συνομήλικος του πρώτου μπαίνει δειλά μέσα στο δωμάτιο προσπαθώντας να φωτίσει το χώρο με ένα κέρι. Είναι καλοντυμένος, μα τα ρούχα του δείχνουν πως ανήκει σε μια άλλη εποχή. Σαν να ξεπήδησε από πίνακα του Βρετανικού Μουσείου. Φαίνεται να ψάχνει κάτι μέσα στο ακατάστατο δωμάτιο. Η “τυφλή” πορεία του σταματά όταν το δεξί κουτσό του πόδι σκοντάφτει πάνω σε ένα δερματόδετο μαύρο βιβλίο με χρυσά καλλιγραφικά γράμματα. Το κερί φωτίζει τον τίτλο “Λόρδος Μπάιρον : O ακόλαστος ποιητής”.
“Αυτό είναι” αναφωνεί, λίγο πριν σωριαστεί σαν πληγωμένο χελιδόνι στη γη. Το κερί, μετά από μια σύντομη πτήση, βρίσκεται και πάλι μέσα στη χούφτα του παράξενου επισκέπτη.
Το χλωμό πρόσωπό του φωτίζεται και πάλι από το κερί και την ευτυχή έκβαση της ανακάλυψης.
Ο γυμνός άνδρας φαίνεται να ξυπνά και προσπαθεί να ανασηκωθεί στηριζόμενος στον αγκώνα του.)
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Εσύ είσαι;
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Με περίμενες Τζιμ;
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Φυσικά.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Άφησες τίποτα για μένα ή…
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Μόνο ουίσκι φίλε, σόρι.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : To πήρες όλο;
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Στο είπα, καλό και το όπιό σου, αλλά σαν το LSD δεν έχει.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Για να το λες…
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Γιατί δεν με ειδοποίησες;
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Μου είπες ότι διαβάζεις ένα βιβλίο για τη ζωή μου. Το πήρα απόφαση ξαφνικά. Δεν ήμουν σίγουρος αν θα έπρεπε να διαβάσω τι λένε οι άλλοι για μένα.
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Συγγνώμη, ακούστηκε αγενές. Ταξίδευα, νομίζω πως ακόμα μέσα στο ταξίδι είμαι. Ναι, το βρήκες το βιβλίο βλέπω. Χθες το τέλειωσα. Μπορείς να το δανειστείς.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Δεν ξέρω ακόμα αν έκανα καλά που ήρθα. Εννοώ…
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Κάθισε, αυτό που θα σου πω τώρα μου’ρθε σαν αποκάλυψη. Δεξιά σου είναι το μπουκάλι. Πιες έτσι, σιγά μη σηκωθώ για ποτήρι. Άκου. Επτά Απριλίου γεννήθηκες… δεν είναι αστείο; Την ίδια ημερομηνία φτιάχτηκε και το LSD…
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Επτά Απριλίου πέθανα. Στο Μεσολόγγι. Στην Ελλάδα. Γι’ αυτό λες είμαι εδώ; Κι όχι επειδή μοιάζουμε; Ηδονιστές ποιητές, εραστές των άκρων, καταραμένοι θεοί.
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Οι συμπτώσεις της ζωής δεν είναι συμπτώσεις. Ένας φίλος μια μέρα… ή νύχτα; Νύχτα ήταν, όχι ότι εχει σημασία, μου ‘λεγε ιστορίες. Ωραίες αλλά ασύνδετες. Παράξενα ωραίες. Φίλε κατάλαβα. Κατάλαβα το νόημα όλων.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Ποιο είναι το νόημα λοιπόν;
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Δεν θυμάμαι, αλλά ξέρω ότι τα κατάλαβα όλα.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Το νόημα είναι η ελευθερία!
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Tζορτζ το νόημα είναι πιο απλό. Να κάπου ανάμεσα στα χείλια και τη γλώσσα μου βρίσκεται. Γαμήσου νόημα!
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Ο έρωτας! Μια γλυκειά μέθη, του έρωτα το ονειρικό ταξίδι. Τα Ηλύσια Πεδία των αρχαίων. Του έρωτα το ονειρικό ταξίδι μέσα σε σώματα ·πόσο όμορφα νεανικά, γεννημένα για ηδονές. Το δικό μου σώμα, παράξενο, μοιάζει χωρίς ζωή τώρα, δεν το ορίζω, αλλά ζω και βλέπω τα πάντα με διαύγεια και χρώματα που δεν υπάρχουν, πέρα από καλειδοσκοπικές εναλλαγές πάλι και πάλι και νιώθω μουσικές.
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Τον Έρωτα μου περιγράφεις ή το LSD;
(Οι δυο φίλοι αρχίζουν να γελούν υστερικά την ίδια στιγμή, σχεδόν δαιμονικά. Σαν δαίμονες ζωγραφισμένοι από τον Καραβάτζιο.)
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Λοιπόν κολλητέ εμείς εδώ πέρα έχουμε ανοίξει τις πόρτες της αντίληψης. Μπορούμε να κάνουμε οτιδήποτε. Το δέρμα σκίζεται από τη δύναμη της δονούμενης δημιουργίας.Το Πνεύμα και το Σπέρμα.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Ναι! Πρέπει να γράψουμε κάτι μαζί. Γι’αυτό πρέπει να ήρθα. Ποιος νοιάζεται για το τι λένε οι άλλοι. Πότε με ενδιέφερε πραγματικά για να με απασχολεί τώρα;
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Για σκέψου το καλύτερα. Μπορεί να μη ζούμε για τους άλλους, αλλά θέλουμε να το ξέρουν. Να μείνουμε αθάνατοι μέσα από τ’ αναρχικά έργα μας. Κυνηγοί και κυνηγημένοι, εξερευνητές του απαγορευμένου και αυτοκαταστροφικοί, ποιητές, θεϊκά αμαρτωλοί κι επαναστάτες. Ας γράψουμε κάτι για μας.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Ας γράψει ο καθένας μία τρομαχτική ιστορία.
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Ο άνθρωπος είναι για τα ταξίδια, για την ταραχή, ειδάλλως δεν υπάρχει.Τα τρομαχτικά ταραχώδη ταξίδια είναι για τους τρελούς.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Τζιμ;
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ :Τζορτζ;
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Είμαστε Θεοί ή μήπως τρελοί;
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Το ίδιο είναι. Δως μου το χέρι σου. Τι κρύο! Πιες λίγο ακόμα.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Περίεργο το δωμάτιό σου. Δεν μοιάζει με κανένα που ξέρω. Δεν θέλω να σε προσβάλλω, μου αρέσει πολύ που είναι έτσι ασυνήθιστο κι εκκεντρικό αλλά πώς βγάζεις άκρη εδώ μέσα;
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Με κλειστά μάτια σου βρίσκω ό,τι θες. Όλα είναι μέσα στο μυαλό μου και ας φαίνεται γύρω χάος.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Αυτό που μου αρέσει περισσότερο απ’ όλα είναι η μυρωδιά από γαρίφαλο. Μου θυμίζει τότε που πρωτοπήγα στο Μεσολόγγι. Είχαν ετοιμάσει γιορτές οι ντόπιοι. Πολεμιστές με πρόσωπα σκαμμένα από τις κακουχίες, γέροι που κουβαλούσαν όλες τις πίκρες της ζωής στην καμπούρα τους. Όλοι είχαν έρθει με λατρεία.
(Το δωμάτιο φωτίζεται στιγμιαία από την λάμψη μιας αστραπής.)
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Όταν κρέμονται από τα χείλη σου, όταν τραντάζονται…
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Και ήταν και μια μικρή ξανθή, ολάνθιστη, που φύλαγε ένα γαρίφαλο Μου το΄δωσε κρυφά και γω το μύρισα βαθιά.
(Ο εκκωφαντικός κρότος βάζει τελεία στα λόγια του Μπάιρον. Για λίγο κάθονται σιωπηλοί ακούγοντας τη βροχή που δυνάμωνε. )
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Τι γεύση λες να ’χει ετούτη η βροχή;
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Όταν ερχόμουν δεν έβρεχε. Αλμυρή θαρρώ. Όλες οι βροχές είναι αλμυρές σαν θάλασσες, σαν δάκρυα.
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Μεταλλική. Και ηχεί σαν ηλεκτρικό πιάνο.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Ή εκκλησιαστικό όργανο. Τι είναι το ηλεκτρικό πιάνο;
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Ένα πιάνο που φτιάχτηκε όχι απο ξύλο, αλλά από αστραπές.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Ω ναι, ωραία ιδέα. Το σημειώνω.
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Αλλά τη λυπάμαι τη βροχή, θα κρυώνει εκεί έξω. Εδώ μέσα έχει καύσωνα. Δεν ζεστάθηκες εσύ ακόμα… Πώς γίνεται, το ήπιες σχεδόν όλο το ουίσκι κι ακόμα είσαι παγωμένος.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Η αστραπή; Τι γεύση;
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Αιμάτινη. Μεταλλική, αλλά την ίδια στιγμή γλυκειά. Και καυτή.
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ : Αγαπώ την αστραπή περισσότερο από την αδέσποτη βροχή. Θα της ανοίξω να μπει.
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ : Φέρε τη θύελλα Τζορτζ. Θα δαμάσουμε το άγριο άτι!
(Ο Μπάιρον σηκώνεται και ανοίγει το παράθυρο. Ο παγωμένος αέρας και η μεταλλική βροχή εισβάλλουν στο δωμάτιο. Το κερί σβήνει. Τα πεταμένα στο πάτωμα τσαλακωμένα χαρτιά ξεδιπλώνονται και στροβιλίζονται. Πετούν πάνω από τα κεφάλια τους με άγρια χαρά.)
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~{}~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ :
Είμαι ο αναβάτης του ανέμου,
Της καταιγίδας ο υποκινητής·
Η θύελλα που έχω αφήσει πίσω
Καίει ακόμα απ΄το χτύπημα της αστραπής·
Τρέχω σε σένα πάνω από ακτή και θάλασσα
Σαρώνοντας το άπαν.
Τον στόλο απάντησα να καλοταξιδεύει,
Μα θα βυθιστεί στα σκότη πριν χαράξει η μέρα*
ΤΖΙΜ ΜΟΡΙΣΟΝ :
Της θύελλας αναβάτες,
Γεννηθήκαμε εδώ,
Μας πετάξανε στον κόσμο εδώ
σαν άβουλες σκιές,
σαν σκύλους νηστικούς.
Της θύελλας αναβάτες.
Ένας φονιάς κυκλοφορεί
Με μυαλό που σπαρταρά σαν βάτραχος στη χύτρα
Ας πάτε διακοπές αφού το θέλετε
Κι αφήστε να παίζουν τα παιδιά.
Τον ξένο αν πάρετε μαζί
Η γλυκιά φαμίλια θα χαθεί.
Ένας φονιάς κυκλοφορεί …**
……………………………………………………………………………………………………………………………….
* “I am the Rider of the wind,
The Stirrer of the storm;
The hurricane I left behind
Is yet with lightning warm;
To speed to thee, o’er shore and sea
I swept upon the blast:
The fleet I met sail’d well, and yet
‘Twill sink ere night be past.”
Lord Byron, George Gordon Noel. “Act I-Scene I –Fifth Spirit”.Manfred. New York, Van Winkle and Wiley, 1817.
**Riders on the storm
Into this house we’re born
Into this world we’re thrown
Like a dog without a bone, an actor out on loan
Riders on the storm
There’s a killer on the road
His brain is squirmin’ like a toad
Take a long holiday
Let your children play
If you give this man a ride, sweet family will die
Killer on the road
Morrison, James Douglas (Jim). “Riders on the storm”. L.A Woman. Electra, 1971.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Το κείμενο έγραψε η Λίνα, στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής