από τον Σοφοκλή Πανταζή
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ο Έρωτας είναι το μουσικό κλειδί στο πεντάγραμμο της ζωής, που όλο κάπου μας παραπέφτει. Είναι ο γλυκός πυρετός που με λίγα δέκατα μας ρίχνει ανά δυο στο ίδιο κρεβάτι, με την ελπίδα να μη θεραπευτεί κανείς. Είναι ο καθαγιασμένος πυρσός που φωταγωγεί το αινιγματικό λαγούμι της ύπαρξης. Είναι το φλογερό ρέψιμο δράκου μες τη μούρη της καθημερινότητας. Είναι το τρεμάμενο τζάκι που θωπεύει τη χειμωνιάτικη νύχτα όταν η ΔΕΗ σου ‘χει κόψει το ρεύμα. Είναι η γυαλιστερή και εύθραυστη πανοπλία απέναντι στα αιχμηρά και βρώμικα νύχια της πραγματικότητας. Είναι η εκδοχή της Αγάπης όταν ήταν μικρή και σκανταλιάρα. Είναι η αβάσταχτη απουσία της παρουσίας τού άλλου. Είναι το Άλφα ως το Ωμέγα – με πολλές ενδιάμεσες στάσεις στο Γάμμα.
Ο Έρωτας γράφει ραβασάκια, εκπονεί ψευδαισθήσεις, ανασυντάσσει πραγματικότητες, ανακαινίζει καρδιές, θέτει νέες προτεραιότητες, οροθετεί και τρέφει εγωισμούς, ξεδιψάει από τη φαιά ουσία των ξενιστών του, ραμφίζει συχνά το δέντρο της ζήλιας και παγιδεύεται στις ξόβεργες της κτητικότητας, μεθάει από τα κολλώδη υγρά του, παραληρεί από τις αναθυμιάσεις του πάθους του, ρουφιέται ανύποπτος από τη μαύρη τρύπα του ενθουσιασμού του.
Ο Έρωτας έχει αλλεργία στα ρούχα και κυκλοφορεί τσίτσιδος. Έχει μαλλιά ατημέλητα και μάγουλα αναψοκοκκινισμένα. Το βλέμμα του είναι μονίμως θολωμένο, παρεκτός αν κοιτάξει το άλλο του μισό – τότε τυφλώνεται ολοσχερώς. Φοράει περιδέραιο από κομμάτια σοκολάτας και στο χέρι κρατάει ένα μπουκέτο υποσχέσεις πίστης. Λατρεύει τα φιλάκια, τα γούτσου γούτσου, να τον ταΐζουν στο στόμα, να ποζάρει σε ηλιοβασιλέματα και να δειπνεί υπό το φως των κεριών. Είναι μαλακός στην αφή, πικάντικος στη γεύση, μυρίζει σαν καλοκαιρινή μπόρα στο διψασμένο χώμα με μια νότα γιασεμί πασαλειμμένη στην αλμυρή παρτιτούρα του ωκεανού, η φωνή του έχει τη βραχνή μελωδία των βογκητών, και είναι πανέμορφος ακόμα κι όταν είναι άσχημος.
Όταν έρχεται ο Έρωτας μοιάζει με γοητευτικό γίγαντα και όταν φεύγει με κακάσχημο νάνο. Έρχεται λαμπερός και αγέρωχος και νταβραντισμένος και θεϊκός και οιστρήλατος. Φεύγει μίζερος και αποκαρωμένος και εξαμβλωματικός και αλλόφρων και εκδικητικός και… άντε γεια.
Ο Έρωτας εξαφανίζει τον χρόνο αλλά και ο χρόνος εξαφανίζει τον Έρωτα. Ο Έρωτας ιερουργεί αέναα στο βωμό της δημιουργίας και θυσιάζει τον εαυτό του. Ο Έρωτας έχει ημερομηνία λήξης, μα δεν διατηρείται στο ψυγείο της συνήθειας αλλά στο φούρνο της Αγάπης υπό την –κατά περίσταση– σωστή θερμοκρασία της συνύπαρξης και ξεφουρνίζεται με τα γάντια του σεβασμού – προσοχή μη σας γίνει κάρβουνο!
Η ζωή γεννά τον Έρωτα και ο Έρωτας γεννά τη ζωή. Κάθε νέος Έρωτας είναι μία ακόμα πρώτη φορά, το επόμενο κεφάλαιο στην προσωπική μας ιστορία, το καινούριο αίνιγμα που καλούμαστε να εξερευνήσουμε, ένας νέος καθρέφτης να γνωρίσουμε εκ νέου τον ψυχισμό μας.
Σαν κάποιος που σέβεται τον εαυτό του, ο Έρωτας έχει δύο όψεις: γίνεται ευγενικός όσο και χυδαίος, στο πέρασμά του αφήνει ερείπια αλλά και λαμπερές σχέσεις ζωής, αναβλύζει δάκρυα χαράς όπως και λύπης, χαϊδεύει με την ίδια ευκολία που χαστουκίζει, προσφέρει ευχαρίστηση όσο και πόνο, ψιθυρίζει γλυκόλογα και ξεστομίζει μπινελίκια, μένει πιστός αλλά και προδίδει – αυτή την αμφιθυμία του δε λατρεύουμε όλοι;
Τελικά… ο Έρωτας είναι η μέθη μιας ιδιωτικής γιορτής για δύο, η μυσταγωγία των ψυχών μέσω της ιεροτελεστίας της ένωσης των σωμάτων, η μυστικιστική συγχώνευση του ενός μέσα στον άλλον.
Αχ, αυτός ο Έρωτας!
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Το κείμενο έγραψε ο Σοφοκλής Πανταζής, στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής