(από την εφημερίδα Φωνή της Πελοποννήσου)
Έναν πρωτότυπο τρόπο βρήκε ένα χωριό της ορεινής Πελοποννήσου για να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες της οικονομικής κατάρρευσης.
Το χωριό Λ. –δεν αναφέρουμε το όνομα ούτε την ακριβή τοποθεσία για λόγους που θα γίνουν κατανοητοί στη συνέχεια- δε διέφερε μέχρι πρόσφατα σε τίποτα από τα υπόλοιπα -σχεδόν ακατοίκητα- χωριά της ελληνικής υπαίθρου.
Οι περισσότεροι νέοι το είχαν εγκαταλείψει, αφού δεν είχαν καμία πιθανότητα βιοπορισμού.
Οι καλλιέργειες είχαν αφεθεί στο έλεος του θεού και του καιρού, αφού ο ανταγωνισμός με τα εισαγόμενα προϊόντα δεν άφηνε κανένα περιθώριο κέρδους στους καλλιεργητές.
Οι λίγοι κάτοικοι του χωριού, στην πλειονότητα τους συνταξιούχοι με πενιχρές συντάξεις, άφηναν τα σπίτια τους να ερειπώνονται, αφού μετά βίας μπορούσαν να καλύψουν τα τρέχοντα έξοδα και τους φόρους.
Ώσπου ο πρόεδρος της κοινότητας –και δήμαρχος της περιοχής στην οποία υπαγόταν το χωριό- βρήκε έναν καινοτόμο τρόπο για να ξαναδώσει ζωή –και χρήμα- στον τόπο του.
Αφού περιπλανήθηκε για πολύ καιρό στους δαιδαλώδεις διαδρόμους του υπουργείου Γεωργίας και ανασκάλεψε τις κοινοτικές οδηγίες κατέληξε να προτείνει στο δημοτικό συμβούλιο μια εναλλακτική καλλιέργεια που θα έβγαζε την περιοχή από το τέλμα της έλλειψης παραγωγικότητας και πόρων.
Πρότεινε, πολύ απλά όσο και ριζοσπαστικά, να ιδρύσουν έναν συνεταιρισμό καλλιέργειας ινδικής κάνναβης!
Στους έκπληκτους όσο και σοκαρισμένους συντοπίτες τους εξέθεσε τα συντριπτικά πλεονεκτήματα μιας τέτοιας καλλιέργειας:
· Ελάχιστο –σχεδόν μηδενικό- κόστος έναρξης της καλλιέργειας.
· Πολύ απλές και οικονομικές μεθόδους συντήρησης και φροντίδας.
· Άμεση –την ίδια χρονιά κιόλας- σοδειά.
· Σίγουρη απορρόφηση του συνόλου της παραγωγής από φαρμακευτικές εταιρίες της Ευρώπης και της Αμερικής.
· Υψηλή απόδοση –σχεδόν είκοσι χιλιάδες ευρώ ανά στρέμμα.
· Πιθανή μεγιστοποίηση των κερδών όταν η προσωπική χρήση της κάνναβης θα αποποινικοποιηθεί πλήρως στη χώρα μας και στην Ευρώπη.
· Εκμετάλλευση των παραδοσιακών μεθόδων καλλιέργειας του συγκεκριμένου φυτού, το οποίο ευδοκιμεί στο συγκεκριμένο μέρος από αρχαιοτάτων χρόνων και δίνει μία από τις καλύτερες ποιότητες παγκοσμίως.
Το συμβούλιο δυσκολεύτηκε πολύ να κάνει δεχτή μια τέτοια πρόταση.
Ώσπου οι νέοι φόροι που επιβλήθηκαν, καθώς και εκείνοι που βρίσκονταν στα σκαριά –όπως η φορολόγηση των αγροτεμαχίων, σε συνδυασμό με τις συνεχείς μειώσεις στις ήδη χαμηλές αγροτικές συντάξεις, τους έδωσε να καταλάβουν ότι αν δεν τολμούσαν την καινοτομία θα εξοντώνονταν.
Ξεκίνησαν με εκατό στρέμματα.
Σπόρους δεν ήταν δύσκολο να βρουν, αφού στην περιοχή υπήρχαν πολλοί αυτόνομοι –και παράνομοι- καλλιεργητές.
Εργατικό προσωπικό δε χρειάστηκαν περισσότερο από αυτό που υπήρχε, αφού η κάνναβη δεν έχει ανάγκη τίποτα άλλο από νερό και ήλιο, τα οποία στην περιοχή αφθονούσαν.
Μέσω του διαδικτύου ο πρόεδρος κατάφερε να βρει πολλούς δοκιμαστές ποιότητας, περισσότερους απ’ όσους φανταζόταν, οι οποίοι δέχτηκαν να δουλέψουν στο συνεταιρισμό αμισθί, με μόνη ανταμοιβή ένα ελάχιστο μέρος της παραγωγής.
Οι περισσότεροι νέοι, οι οποίοι έμεναν άνεργοι και άπραγοι τόσο καιρό στα αστικά κέντρα, γύρισαν στο χωριό τους για να συμβάλλουν στην προσπάθεια.
Την πρώτη χρονιά ο συνεταιρισμός είχε τζίρο δύο εκατομμύρια ευρώ!
Ο δήμαρχος τα διέθεσε στους κατοίκους για να πληρώσουν τα χαράτσια, που συνεχώς εφεύρισκε το υπουργείο οικονομικών, και για να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, ειδικά για τους δημότες.
Τα εγκαταλειμμένα σπίτια αναπαλαιώθηκαν και αναστηλώθηκαν. Οι πλατείες ευπρεπίστηκαν και το υπό κατεδάφιση σχολείο ανακαινίστηκε, απέκτησε νέες αίθουσες και πλήρη εργαστηριακή υποστήριξη –ηλεκτρονικούς υπολογιστές, βιβλιοθήκη, αίθουσα χημείας κ.α.
Όμως ο οραματιστής δήμαρχος δεν έμεινε εκεί. Κατάλαβε ότι ο πρωτογενής τομέας, ήτοι η διάθεση της πρώτης ύλης ανεπεξέργαστης, δε θα απέφερε μεγάλα κέρδη στους συγχωριανούς του.
Όπως είπε στο δημοτικό συμβούλιο: «Είναι καλύτερα να πουλάς παστέλια παρά σουσάμι».
Αφού παραδειγματίστηκε από την ανθούσα οικονομία της Χίου και της Χιώτικης Μαστίχας, εισηγήθηκε τη δημιουργία μιας μεταποιητικής μονάδας των προϊόντων της κάνναβης.
Πρότεινε να φτιάχνουν και να εξάγουν κουλουράκια, πίτες, κέικ, ακόμα και μπύρα από κάνναβη της περιοχής. Καθώς και χαρτί, καλλυντικά, ρούχα, ροφήματα και αγχολυτικές παραφαρμακευτικές παστίλιες.
Είχε την ιδέα να χρησιμοποιήσουν ως λογότυπο του συνεταιρισμού τον ήλιο και εγγεγραμμένο μέσα του το τρίποδο της Πυθίας, για να υποδείξει το συνεχές της ελληνικής ιστορίας του συγκεκριμένου φυτού, από την αρχαιότητα ως την τουριστικότητα του σήμερα.
Έκανε αίτηση στο ευρωπαϊκό συμβούλιο εθνικών προϊόντων για να καθιερωθεί το προϊόν τους ως Π.Ο.Π. (προστατευόμενη ονομασία προέλευσης), ΠΓΕ (προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη) και ΙΠΠ (ιδιότυπο παραδοσιακό προϊόν).
Όταν, τέλος, ρωτήθηκε από τον αρθρογράφο μας αν ο ίδιος έχει δοκιμάσει το προϊόν του συνεταιρισμού τους απάντησε:
«Προτιμώ το κοκκινέλι μας, το οποίο –παρεμπιπτόντως- προσπαθώ να το καθιερώσω ως ένα ακόμα προϊόν ΠΟΠ της ευλογημένης επαρχίας μας.»
Τα σχόλια δικά σας.