από τη Γαλάζια Λέξη
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ώρα 18:13
Ο ήχος από τα πιστολάκια τής κουδουνίζει τον εγκέφαλο.
Όμως η Σοφία δε δίνει σημασία, το έχει συνηθίσει τόσα χρόνια.
Η ξανθιά κυρία μπροστά της σκρολάρει ανέμελη στο κινητό, καθώς η Σοφία διαμορφώνει στο κεφάλι της μικρές κυκλικές μπούκλες.
Σαν το σπιράλ, σκέφτηκε. Κοίτα που όλα συνδέονται τελικά.
Σοφία μου, με καις κορίτσι μου, είπε η ξανθιά πελάτισσα. Πού τρέχει το μυαλό σου;
Ώρα 06:30 ξημερώματα
Το ξυπνητήρι του Άρη ξεκινάει την ίδια εκνευριστική μελωδία.
Τι κόλλημα και αυτός ο άνθρωπος να ξυπνάει με Μότσαρτ, θέλει να με κάνει να τον μισήσω για πάντα;
Η Σοφία σηκώνεται και δίνει στον εαυτό της λίγα δευτερόλεπτα να βιώσει τη στιγμή, μεταίχμιο μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας.
Όλο στο μεταίχμιο και στο ανάμεσα.
Πρώτα ανάμεσα σε δύο ονόματα Σοφία – Ιωάννα, μετά ανάμεσα στους γονείς και τους άπειρους καυγάδες τους, πάντα δυο παρέες και κείνη στη μέση, έπειτα ανάμεσα σε δύο πόλεις, ανάμεσα σε δυο δουλειές… Και τώρα πάλι ανάμεσα σε δυο ζωές;
Ναι ζωές, δεν είναι υπερβολή, καλά τα σκέφτομαι δυο ζωές.
Και εκείνη πάλι παρατηρητής, χωρίς τη δύναμη να πάρει τη μία ή την άλλη απόφαση.
Ώρα 06.45
Στέκεται γυμνή στον καθρέφτη της και κοιτά την κοιλιά της όπου ένα στρόγγυλο εξόγκωμα έχει αρχίσει να πετιέται . Ή εσύ ή αυτό της είχε πει ο γιατρός. Για να ζήσεις εσύ πρέπει να πεθάνει το μωρό.
Έχεις 95% πιθανότητες να μην αντέξει το σώμα σου, Σοφία.
Ώρα 07:05
Ντυμένη περπατάει μηχανικά και βάζει σε λειτουργία τη μηχανή του καφέ.
Ο ήχος από την καφετιέρα τής κουδουνίζει τον εγκέφαλο.
Από μικρό κορίτσι τα πάνε έλα στο γυναικολόγο με τα σπιράλ.
Βάλε σπιράλ, ανανέωσε σπιράλ. Και μόνιμα ο φόβος.
«Αν μείνεις έγκυος η αρρώστια θα υποτροπιάσει και θεραπεία δεν υπάρχει».
Πέρασε τα σαράντα και δεν άντεξε.
«Θέλω να το βγάλω, γιατρέ, δε θα μείνω έγκυος, θα προσέχω»
Ώρα 09:05
Ανεβαίνει την εκατοντάχρονη κυκλική σκάλα που οδηγεί στο κομμωτήριο στο πρώτο όροφο.
Σηκώνει το κεφάλι της… Εφτά όροφοι κρέμονται από πάνω, η κινηματογραφική σκάλα σχηματίζει ένα σπιράλ που πλέον της φέρνει αναγούλα.
Ώρα 14:08
Ο ήχος από το πιστολάκι τής κουδουνίζει τον εγκέφαλο.
Ο Άρης έφυγε βιαστικά, πάλι δεν του το είπε.
«Εγώ έχω παιδιά Σοφία, εσύ θέλω να είσαι καλά», είχε αποκριθεί όταν πριν δέκα χρόνια του είπε για τα σπιράλ.
Ο Άρης δε θα καταλάβει, ούτε η Σάντρα.
Την κοιτάζει απέναντι της στο κομμωτήριο που κάνει μπούκλες- σπιράλ – και της κλείνει το μάτι , το σινιάλο τους για τσιγάρο στο πίσω μπαλκόνι.
Ναυτία.
Όλοι θέλουν τη Σοφία, η Σοφία θέλει το μωρό.
Πάλι στο ανάμεσα και δεν μπορεί να διαλέξει.
Σήμερα έφερε μαζί της το μαχαίρι.
Ώρα 15:42
«Πόση ώρα είναι η Σοφία στο μπάνιο; Θα κατουρηθώ μαρή, βγες!» φωνάζει η Σάντρα.
Ο ήχος από το καζανάκι τής κουδουνίζει τον εγκέφαλο.
Μια κίνηση είναι, κρατάει το μαχαίρι κάθετα χαμηλά στην κοιλιά της.
Οι πρώτες σταγόνες αίμα της βρέχουν τα σανδάλια.
Έχει αφήσει και σημείωμα στο νεροχύτη.
«Ήθελα να γίνω μαμά.
Ούτε κομμώτρια τα πρωινά ούτε ρεσεψιονίστ τα βράδια. Μόνο μαμά.
Τώρα που έφτασα κοντά θα φύγουμε εγώ κι αυτό μακριά.
Έτσι όμως, παρέα. Συγγνώμη, δεν μπορούσα να διαλέξω»,
Καλό είναι κάνει και ρίμα που αρέσει στον Άρη, σκέφτεται.
Ώρα 17:08
Ο ήχος μια σειρήνας ασθενοφόρου τής κουδουνίζει τον εγκέφαλο.
Τον θυμάται αυτό τον ήχο…
1993, η μαμά με αίματα κι ένα μαχαίρι στο χέρι και η δεκαπεντάχρονη Σοφία δίπλα περιμένει το ασθενοφόρο που άργησε…
Ώρα 18:13
Στο κομμωτήριο του πρώτου ορόφου η ξανθιά κυρία ψάχνει τη Σοφία.
Το βουητό απ’ τα πιστολάκια με τη δύναμη του λευκού θορύβου σκούπισε γοργά τη μυρωδιά του αίματος και άδειασε τον συλλογικό εγκέφαλο. Οι μπούκλες σαν ατέρμονα σπιράλ απλώνονται σε ώμους σκυφτούς ή ευθυτενείς.
«Η Σοφία έχει άδεια. Θα σας εξυπηρετήσει η Σάντρα σήμερα.»
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Το διήγημα έγραψε η Γαλάζια Λέξη, στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής.
Οι φωτογραφίες είναι δικές της.