Ακόμα κι οι καουμπόηδες μελαγχολούν

0
4644

Η Άννυ Πρου είναι απ’ τους μεγαλύτερους Αμερικάνους συγγραφείς.

Γράφω “Αμερικάνους” κι όχι “Αμερικανίδες”, γιατί δεν έχει καμία σημασία το φύλο της. Γυναικεία λογοτεχνία (ή αντρική ή gay) γράφουν οι μέτριοι συγγραφείς.

Η Πρου βρίσκεται πολύ πάνω απ’ τον μέσο όρο.

Τα βιβλία της έχουν πάρει βραβείο Πούλιτζερ, National Book Award, Κρατικό Βραβείο Διηγήματος, βραβείο Φώκνερ. Πολλές ταινίες έχουν βασιστεί στις ιστορίες της.

Η γραφή της σ’ αφήνει άναυδο. Δεν περισσεύει τίποτα, ούτε ένα επίθετο ούτε μια παρομοίωση ούτε μια λέξη. Κι αυτά που δεν γράφει, αυτά που αφήνει να εννοηθούν, είναι το ίδιο σημαντικά.

~~{}~~

Βρήκα τυχαία στη δημοτική βιβλιοθήκη μια συλλογή διηγημάτων, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και το διήγημα που έγινε ταινία απ’ τον Ανγκ Λη, το “Μυστικό του Brokeback Mountain”.

Είχα δει την ταινία, που σίγουρα είναι εξαιρετική, αλλά τα εκατομμύρια δολάρια που επενδύθηκαν και ο συλλογικός κόπος τόσων ανθρώπων, δεν φτάνει σε αποτέλεσμα αυτό που κάνει η Άννυ Πρου, σε 30 σελίδες όλες κι όλες.

~~

Η ιστορία του διηγήματος δεν έχει ούτε σταγόνα μελοδραματισμού. Είναι ατόφια τραγική, σκληρή, όπως και το φόντο της ζωής των ηρώων.

Ο Τζακ κι ο Ένις είναι καουμπόηδες. Χωρίς κάποια ιδιαίτερη ικανότητα ή ευαισθησία. Σκληροί άνθρωποι, κουρασμένοι εκ γενετής, συμβιβασμένοι με τη μοίρα τους -σαν το ψάρι που δεν ξέρει τίποτα για το νερό.

Αναλαμβάνουν τη φύλαξη ενός κοπαδιού, στο Brokeback Mountain. Εκεί αρχίζουν να πηδιούνται. Η Πρου το παρουσιάζει έτσι, στεγνά, χωρίς ν’ αναφέρει τον έρωτα. Κι αν δεν κάνω λάθος αυτή η λέξη δεν αναφέρεται ποτέ στο κείμενο.

~~

Όταν τελειώνει το καλοκαίρι κι η δουλειά, και πρέπει να χωριστούν, ο Ένις λέει στον Τζακ:

“Να ξέρεις πάντως. Εγώ πούστης δεν είμαι”.
“Ούτε κι εγώ”, του απαντάει ο Τζακ. “Αυτό ήταν και τέλειωσε.”

Υπάρχει μια ολόκληρη κοινωνία μες στο κεφάλι τους. Μια αντρική, πατριαρχική, ομοφοβική κοινωνία που “περιποιείται” τους πούστηδες κατάλληλα, σπάζοντας τους τα μούτρα.

Οι ήρωες του διηγήματος δεν έχουν καμία σκέψη εναντίωσης στην ομοφοβική κοινωνία, αφού μέρος της είναι κι αυτοί.

Σαν χωρίζουν πηγαίνουν και παντρεύονται γυναίκες, κάνουν παιδιά, δουλεύουν, για να αποδείξουν ότι είναι άντρες κι όχι πούστηδες.

Ζουν λειψά, γνωρίζοντας πως δεν θα ξανανιώσουν κάτι ανάλογο, όπως εκείνο το καλοκαίρι στο Brokeback Mountain.

~~

Προσποιούνται ότι είναι ικανοποιημένοι μ’ αυτό που ζουν, παίζουν όσο καλύτερα μπορούν το Παιχνίδι της Μίμησης, αλλά το βράδυ, αφού κάνουν το καθήκον τους ως άντρες με τις γυναίκες τους, καπνίζουν κοιτώντας το ταβάνι και αναστενάζουν: “Αχ, ρε καθίκι.”

Τέσσερα χρόνια μετά συναντιούνται ξανά. Αρχίζουν να πηγαίνουν για ψάρεμα, όπως κάνουν οι σωστοί άντρες, αλλά τα σύνεργα ψαρέματος δεν τα βγάζουν καν απ’ τη συσκευασία.

Κάνουν σεξ και προσπαθούν να χωρέσουν μέσα σε λίγες μέρες όλα αυτή τη ζωή που απαρνήθηκαν επειδή είναι καουμπόηδες.

~~

Η Πρου γράφει λες και συμμερίζεται την αρρενωπή τους σκληρότητα.

Μόνο μια σκηνή ειδυλλιακή περιγράφει. Τον Ένις να θυμάται που είχε αγκαλιά τον Τζακ, μπρος στη φωτιά, ένα βράδυ στο Brokeback Mountain.

Αλλά και τότε ο Ένις δεν θέλει να κοιτάξει κατά πρόσωπο τον Τζακ, δεν θέλει να δει ποιον κρατάει στην αγκαλιά του, γιατί (το ξανάπαμε) είναι καουμπόηδες, δεν είναι πούστηδες.

Η βάση του διηγήματος είναι ακριβώς αυτή η Φροϋδική σύγκρουση του Υπερεγώ (των ρόλων που έχουν ενστερνιστεί οι δύο ήρωες εκ γενετής) και του Αυτό (των βαθύτερων επιθυμιών).

Το κακόμοιρο το Εγώ, αμφιταλαντεύεται, αλλά τελικά φοράει το καουμπόικο καπέλο και μελαγχολεί.

~~

Το διήγημα τελειώνει με τον θάνατο του Τζακ, σ’ ένα ατύχημα. Η Πρου (με μία μόνο φράση, τόσο άψογα), αφήνει να εννοηθεί ότι ο θάνατος δεν ήταν ατύχημα, ήταν η εκδίκηση της αντρικής κοινωνίας, που του ‘σπασε το κεφάλι μ’ ένα εργαλείο στεροτυπικά αντρικό, έναν γρύλο αυτοκινήτου.

Κι ο Ένις μένει μόνος, χωρισμένος κι απ’ τη γυναίκα του, να περιφέρεται στην ενδοχώρα των ΗΠΑ, γνωρίζοντας ότι έχασε τη ζωή του επειδή γεννήθηκε καουμπόης.

~~{}~~

Ήταν το συγκεκριμένο διήγημα που πήρε το Κρατικό Βραβείο.

Αν το διαβάσεις καταλαβαίνεις γιατί η λογοτεχνία είναι απαραίτητη. Γιατί ένας άνθρωπος, μ’ ένα στυλό κι ένα χαρτί, μπορεί να σου μεταδώσει πολύ περισσότερα από εκατό ψυχολογικές μελέτες ή φιλοσοφικά κείμενα.

~~{}~~

Η Πρου απέδωσε αριστουργηματικά ένα θέμα που δεν αφορά μόνο στους καουμπόηδες.

Κάθε άνθρωπος γεννιέται μέσα σ’ ένα Matrix, που δεν το ‘χει κατασκευάσει η Μηχανή, αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι.

Γεννιέται μικροαστός, Έλληνας, χριστιανός, ετεροφυλόφιλος, χρεωμένος, έτοιμος για να ενταχτεί στο Matrix.

Όταν μεγαλώσει ίσως να συνειδητοποιήσει ότι η μόνη ελευθερία επιλογής που έχει είναι τι είδους προφυλακτικό θ’ αγοράσει: Με ραβδώσεις ή με γεύσεις;

Αν καταλάβει τι συμβαίνει, πού βρίσκεται, έχει δύο επιλογές:

Η πρώτη είναι να πάρει το μπλε χάπι για να ξεχάσει, να φορέσει το καπέλο του και να συνεχίσει να χορεύει στα πίσω του πόδια, σαν σκύλος του τσίρκου.

Κάποιες στιγμές το σώμα του θα αντιστέκεται και θα εκφράζει τη δυσαρέσκεια του με νευρώσεις, άγχος, φοβίες και κατάθλιψη.

Τότε θα παίρνει άλλο ένα μπλε χάπι, για να μπορεί να βλέπει τηλεόραση χωρίς να κλαίει.

~~

Η δεύτερη είναι να αντιταχτεί στο Matrix, ν’ αρνηθεί να είναι ο Ρόλος που του αντιστοιχεί.

Τότε κάποιος θα βρεθεί να του σπάσει το κεφάλι μ’ έναν γρύλο ή θα τον σταυρώσουν σε περίοπτη θέση, έτσι ώστε όλοι να τον βλέπουν και να νιώθουν χαρούμενοι που επέλεξαν να μην επιλέξουν τίποτα.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ΥΓ1: Ξαναβλέποντας την ταινία παρατηρώ τη σύγκρουση του Υπερεγώ και του Αυτό, της κοινωνίας και του πόθου, στις σκηνές που οι δύο άντρες φιλιούνται. Δεν υπάρχει τρυφερότητα, είναι σαν πάλη.

Ο Ανγκ Λη δίνει τόσο καθάρια αυτή τη σύγκρουση, χωρίς την ανάγκη από εξηγήσεις. Κι οι ηθοποιοί υπηρετούν άψογα τον ρόλο τους. Ο Χηθ Λέτζερ στο γύρισμα μιας απ’ αυτές τις σκηνές κόντεψε να σπάσει τη μύτη του συμπρωταγωνιστή του.

ΥΓ2: Ξαναβλέποντας την ταινία αντιλαμβάνομαι πόσο σπουδαίος ηθοποιός ήταν ο Χηθ Λέτζερ. Ο τρόπος που μιλάει, χωρίς ν’ ανοίγει το στόμα του, και το βλέμμα του, αυτό το βλέμμα απόγνωσης και ματαιότητας, σε καθηλώνουν.

Όταν η Άννι Πρου είδε την ταινία έστειλε δυο υπογεγραμμένα αντίτυπα στους πρωταγωνιστές. Εκείνο που έστειλε στον Τζέικ Τζίλενχαλ το αφιέρωσε “στον Τζέικ”.

Αυτό που έστειλε στον Χηθ Λέτζερ το αφιέρωσε “στον Ένις”. Δεν το έκανε σκόπιμα. Αλλά μόλις κατάλαβε το λάθος της το άφησε έτσι. Η Πρου δήλωσε ότι ο Λέτζερ έπαιξε τον Ένις έτσι ακριβώς όπως τον είχε φανταστεί όταν έγραφε το διήγημα.

ΥΓ3: Ξαναβλέποντας την ταινία μένω άφωνος στην τελευταία σκηνή. Ο καταβεβλημένος Ένις (Λέτζερ) στο τροχόσπιτο του, κουμπώνει το πουκάμισο του νεκρού εραστή του, κοιτάει την καρτ ποστάλ απ’ το Brokeback, και λέει με δάκρυα στα μάτια:
“Τζακ, τ’ ορκίζομαι…”

Τι ορκίζεται; Ότι δεν θα τον ξεχάσει ποτέ; Ότι υπήρξε ευτυχισμένος μόνο μαζί του; Ότι αν γυρνούσε πίσω τον χρόνο θα πήγαινε να ζήσει σ’ ένα ράντσο με τον Τζακ, έτσι όπως του είχε προτείνει;

Όμως ο χρόνος δεν γυρνάει πίσω κι ό,τι χάθηκε μπορείς μόνο να το κλαις.

Ο Ντάνιελ Ντέι Λούις είχε πει ότι ο Χηθ Λέτζερ ήταν ο καλύτερος ηθοποιός που είχε δει. Κι αυτή η σκηνή, η τελευταία του Brokeback Mountain, ήταν “as moving as anything I have ever seen”.

“>ΥΓ4: Η ταινία (σε DVD) έχει χαρακτηριστεί ως ακατάλληλη για κάτω των 17. Οι έφηβοι μπορούν να βλέπουν ιστορίες για ήρωες στρατιώτες που σκοτώνουν άγνωστους στην άλλη μεριά του κόσμου, για μαφιόζους και για εγκληματίες, για τέρατα και σούπερ ήρωες, αλλά μια ταινία για δύο άντρες που αγαπήθηκαν είναι πολύ ακατάλληλη για τον ευαίσθητο ψυχισμό τους.

ΥΓ5 Τελικό: Χωρίς τέχνη και χωρίς έρωτα θα ήμασταν χαμένοι. Θα ήμασταν ψυχροί κι ανούσιοι. Μάταιοι. Και θα ορκιζόμασταν, σαν τον Ένις, ότι…