Μην πυροβολείτε τη γιαγιά! (και λίγο από το νόημα της ζωής)

0
1503

 

Ο Χίτσκοκ είχε δώσει κάποτε τον ορισμό του σασπένς. Για να είμαι ειλικρινής δεν τον θυμάμαι. Αλλά θα αυτοσχεδιάσω.

Νομίζω ότι είχε να κάνει με ένα τραπέζι εστιατορίου. Κάτω από αυτό βρισκόταν μια βόμβα.

(Ας το γυρίσουμε σε ενεστώτα για να επιτείνουμε την αγωνία.)

Οι θεατές γνωρίζουν ότι η βόμβα θα εκραγεί από στιγμή σε στιγμή. Ο πρωταγωνιστής, ανύποπτος όπως συνηθίζεται στις ταινίες, πίνει αργά τις τελευταίες γουλιές του καφέ του.

Ο καφές έχει ουσιαστικά τελειώσει, αλλά ο πρωταγωνιστής απολαμβάνει τη μισολιωμένη ζάχαρη που έχει κάτσει στον πάτο, με εκνευριστική ευλάβεια και απόλαυση. Κοιτάζει το ρολόι του (Ναι! Έχεις αργήσει! Φύγε!), σηκώνεται, αλλά το ξανασκέφτεται, κάθεται και ανάβει τσιγάρο. (Οι καπνιστές πεθαίνουν πρόωρα).

Και ενώ οι θεατές σφίγγουν τις φθαρμένες λαβές των καθισμάτων του ρετρό κινηματογράφου… Ο πρωταγωνιστής παραγγέλνει άλλον έναν καφέ. Ωιμέ! Τι τραγική ειρωνεία!

Το χειρότερο απ’ όλα; Ενώ η κάμερα μας δείχνει το χρονόμετρο της βόμβας, κάτι λιγότερο από δύο λεπτά πριν την έκρηξη, καταφτάνει στο καφέ η σύζυγος του πρωταγωνιστή, ξανθιά και όμορφη -ψυχρή εκ πρώτης όψεως, ηφαίστειο στο κρεβάτι (όπως έλεγε ο ίδιος ο Χίτσκοκ για τις πρωταγωνίστριες του).

Θέλετε περισσότερο σασπένς; Η σύζυγος ανακοινώνει ότι είναι έγκυος και ο πρωταγωνιστής την αγκαλιάζει και λέει: «Αυτό πρέπει να το γιορτάσουμε, αγάπη μου».

Και φωνάζει το σερβιτόρο για να παραγγείλει κρασί.images (1)

Οι θεατές βλαστημάνε. Το χρονόμετρο δείχνει πλέον διψήφιο αριθμό.

~~

Στις περισσότερες ταινίες του Χίτσκοκ το ζευγάρι θα αποφάσιζε, την τελευταία στιγμή κυριολεκτικά, να μεταφερθεί στο μπαλκόνι για να το γιορτάσουνε. Η βόμβα θα έσκαγε ερήμην τους και θα την πλήρωνε το αργοκίνητο γκαρσόνι, που θα καθάριζε το επίμαχο τραπέζι με την ταχύτητα βραδύποδα -κάποιος πρέπει να πεθάνει, δεν γίνεται να σκάνε οι βόμβες άσκοπα.

Φυσικά εκείνος θα ήταν ένας κομπάρσος προορισμένος να πεθάνει χωρίς καν να πει μια φράση –ούτε καν ένα επιφώνημα πόνου.

Αλλά με τον Χίτσκοκ όλα έπρεπε να τα περιμένεις. Αυτός ήταν που έκανε το αδιανόητο: Σκότωσε την ξανθιά πρωταγωνίστρια του στο πρώτο μισάωρο.

~~

Παρεμπιπτόντως: Αν δείτε την περίφημη σκηνή της δολοφονίας στο ντους με κλειστό τον ήχο δεν θα αισθανθείτε ούτε το ένα δέκατο του ρίγους που σας προκαλεί η πλήρης εμπειρία. (Ούτε φυσικά συγκρίνεται η εμπειρία του κινηματογράφου με εκείνη της οικιακής προβολής).

Παρεμπιπτόντως 2: Χρησιμοποιώ πολύ συχνά την παρένθεση και αυτό δεν είναι πρέπον και ηθικό (πόσο μάλλον αισθητικά σωστό).

Παρεμπιπτόντως 3: Επίσης χρησιμοποιώ πολύ συχνά το παρεμπιπτόντως.

~~

Ο Καμύ πίστευε ότι το θέατρο είναι η ύψιστη τέχνη. Είμαι σίγουρος ότι το ίδιο πίστευε ο Μότσαρτ για τη μουσική και ο Χίτσκοκ για τον κινηματογράφο.

UnknownΜάλλον όμως δεν υπάρχει ύψιστη τέχνη, αλλά ύψιστοι καλλιτέχνες.

~~

Προχωρώντας το θέμα περισσότερο, τίποτα δεν είναι ύψιστο, αν εσύ δεν το κάνεις να είναι τέτοιο. Και αυτή η διαπίστωση αφορά στα πάντα –και στις γκρίζες αρκούδες: Στην τέχνη, στη δουλειά, στην αγάπη, στην πατρότητα, στην επανάσταση, στην πίστη, στο ρεμβασμό, στο σεξ, στο μαγείρεμα κλπ κλπ και όλα τα άλλα.

«Το να πιστεύεις σε ένα ξύλινο ξόανο με όλη σου τη δύναμη είναι πιο σημαντικό από το να υποκρίνεσαι ότι πιστεύεις στον αληθινό θεό», έγραφε ο ένθερμος χριστιανός φιλόσοφος Κίρκεγκορ.

«Δεν υπάρχουν μεγάλα πράγματα. Μόνο μικρά πράγματα με μεγάλη αγάπη», είχε πει η Μητέρα Τερέζα.

~~

Και κάτι πιο αυτοβιογραφικό, χωρίς Τερέζες και Κίρκεγκορ:
Στο στρατό είχαμε έναν «παππού». Ήταν ένας δάσκαλος ίσαμε με 37 χρονών, πολύ γέρος για τα εικοσάχρονα της ηλικίας των περισσοτέρων από εμάς. Απ’ ό,τι ακουγόταν ήταν ανυπότακτος μέχρι τότε, αλλά τελικά τον βρήκανε και τον έβαλαν να καθαρίζει τις τουαλέτες της Σούδας για να γίνει άντρας.

Αυτός συνήθιζε να φτιάχνει ξυλόγλυπτα σταυρουδάκια για κάθε φαντάρο του θαλάμου που απολυόταν. Αλλά ξεκινούσε το ξύσιμο του σταυρού έναν ολόκληρο  μήνα πριν την απόλυση τους.

Τον έξυνε αργά, αφαιρώντας λίγα μόρια ξύλου κάθε μέρα και νύχτα, επίμονα και υπομονετικά, σαν να έφτιαχνε μια ξυλόγλυπτη εκδοχή της Καπέλα Σιξτίνα.

Κάποια μέρα -ίσως και λιγάκι εκνευρισμένος από τη γεροντική βραδύτητα του- τον ρώτησα αν θα μπορούσε να τελειώσει πιο γρήγορα.

«Δεν τους πουλάω τους σταυρούς», μου είχε πει ο παππούς. «Δεν το κάνω για τους σταυρούς ούτε για το θεό ούτε για τους συντρόφους… Το κάνω για μένα.»

Και συνέχισε να ξύνει, με ταχύτητα που θα έκανε ακόμα και έναν βραδύποδα, καθώς και το αρχείο λήψηςπεθαμένο γκαρσόνι, να βαρεθούν.

~~

Τότε δεν κατάλαβα τι εννοούσε και τι έκανε. Όταν είσαι είκοσι χρονών βιάζεσαι.

Νομίζεις ότι μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο σε μια μέρα, να γράψεις το τέλειο μυθιστόρημα πριν γίνεις είκοσι ενός, να πάρεις το νόμπελ λίγους μήνες αργότερα, να γνωρίσεις το άλλο σου μισό στα είκοσι τρία, να γίνεις πλούσιος στα είκοσι πέντε, να σώσεις τον κόσμο από την πείνα και τη φτώχια λίγο πριν κλείσεις τα τριάντα και…

Και μετά; Αν τα κάνεις όλα αυτά μέχρι τα τριάντα, τότε τι σου μένει να κάνεις; Να εγκατασταθείς στη φάρμα σου και να φτιάχνεις σταυρουδάκια;

~~

Ο εγκέφαλος του «παππού», που τώρα τον σκέφτομαι ως συνομήλικο μου, πιθανότατα λειτουργούσε όπως των μοναχών που διαλογίζονταν στον άσκοπο οίκτο.

Αλλά χαίρομαι που δεν τον κατάλαβα όταν ήμουν είκοσι χρονών. Σε αυτή την ηλικία «πρέπει» να θέλεις να αλλάξεις τον κόσμο σε μια μέρα.

Μετά, καθώς περνάει ο καιρός, καταλαβαίνεις ότι αυτή η αλλαγή δεν γίνεται τόσο γρήγορα.

~~

Στα 38 μου χρόνια, συνεχίζω να πιστεύω ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει –Κεμάλ. Ίσως να έρθει μια μέρα που θα συνειδητοποιήσω ότι «αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ». Μέχρι τότε αφήστε με να πιστεύω το αντίθετο και να φτιάχνω αργά, μόριο με μόριο, λέξη με λέξη, τα δικά μου σταυρουδάκια.

Και αυτό το μικρό πράγμα θα το κάνω με μεγάλη αγάπη.

~~

Όπως έγραψε και μια φίλη πρόσφατα, όταν κάνεις κάτι, εκών άκων, κάντο όσο καλύτερα μπορείς.

Αυτή είναι η βασική ιδέα: Κάντο όσο καλύτερα μπορείς.

filepicker-egISWGS6u5kINJcGRP5Q_we_can_do_it

Μια άλλη φίλη, που συνάντησα τις προάλλες τυχαία, μου έλεγε ότι σε κάποιες καταλήψεις είχε αναλάβει την προετοιμασία των σουβλακίων. Και ασχολιόταν τόσο πολύ ώρα με κάθε ένα από αυτά, ώσπου κάποια στιγμή την πλησίασε ένας σύντροφος και της είπε: «Μην το παρακάνεις. Σουβλάκια είναι.»

Ό,τι είχα πει κι εγώ στον «παππού». Ό,τι λένε όλοι οι άνθρωποι όταν δεν καταλαβαίνουν ότι τα σουβλάκια, τα σταυρουδάκια, τα κειμενάκια και τα ό,τι-άλλο-κάνεις-τώρα πρέπει να το κάνεις «όσο καλύτερα μπορείς».

Τίποτα δεν είναι ασήμαντο σε αυτή τη μικρή και ασήμαντη ζωή μας. Εμείς τα κάνουμε τέτοια, εμείς την κάνουμε τέτοια.

~~

Ξεκίνησα να γράφω αυτό το κείμενο για να κάνω ένα διάλειμμα από την περί του νοήματος της ζωής απεραντολογία μου. Μια δραματική παύση, λίγο πριν γράψω –επιτέλους- αυτό το περίφημο όνειρο, που στο τέλος θα ξεχάσω.

Σαν να παρεμβάλλω πριν την σκηνή με την τελική αναμέτρηση των σαμουράι, μια εικόνα από τις κερασιές που ανθίζουν στο όρος Φουτζιγιάμα.

(Αν και τελικά ξεκίνησα πάλι να μιλάω για το «νόημα της ζωής», σαν καψουροτράγουδο, όπου ο πονεμένος τραγουδάει: «Δε σε σκέφτομαι ποτέ, σε έχω ξεχάσει, πίστεψε με, να το πιστέψω και εγώ».)

Αρχικά είχα σκεφτεί να χρησιμοποιήσω ως πυρήνα του παρόντος κειμένου ένα email που έλαβα προχθές και με χαροποίησε ιδιαιτέρως. Το μεταφέρω αυτολεξεί:

«Αγαπητέ φίλε…

Μεγάλη επιτυχία η Λεγεώνα και σε μένα (το άρχισα στις 23:00 και το τελείωσα στις 04:30), αλλά και στην κόρη μου και το βαφτιστήρι μου (18 χρονών και οι δύο). Πάμε για άλλα… Τα άλλα δύο αρχείο λήψης (2)βιβλία? Θα ήθελα και την Άννα, αλλά και το Δέντρο σε έντυπη μορφή. Υπάρχουν? Περιμένω απάντηση.

ΥΓ: Η μάνα μου με κοίταξε με θλίψη και δήλωσε, για τη Λεγεώνα, ότι είναι πολύ ριζοσπαστικό και ίσως επικίνδυνο για τα παιδιά βιβλίο. Αν δεν το καταλάβουν σωστά?

Άντε να εξηγήσεις ότι μόνο αν το καταλάβουν σωστά μπορεί να έχουν κάποια ελπίδα.

Αποστόλης Σ.»

~~

Χάρηκα με αυτό το μήνυμα, όχι μόνο γιατί η Λεγεώνα των Ψυχών άρεσε στον Αποστόλη. Όχι μόνο επειδή άρεσε και στα παιδιά του. Αλλά, κυρίως, επειδή δεν άρεσε στη γιαγιά.

Προς θεού! Δεν έχω τίποτα με τις γιαγιάδες. Τις βοηθάω να περάσουν το δρόμο και να κάνουν ανάληψη από τα ΑΤΜ.

Μια φορά μάλιστα που έκανα κάτι τέτοιο, μια παρέα αναρχοαυτόνομων με στραβοκοίταξε. Ευτυχώς που έχω μακριά μαλλιά –πιο μακριά από τα δικά σας, φιλαράκια αναρχοαυτόνομοι- και προτιμώ τη γιόγκα από τα βάρη.

~~

Οι γιαγιάδες δεν μπορούν να καταλάβουν, δεν μπορούν να θυμηθούν πως νιώθει ένας έφηβος.

Αν έχεις ζήσει ογδόντα χρόνια, αν έχεις ζήσει έναν παγκόσμιο πόλεμο, μια Κατοχή, έναν εμφύλιο, μια δικτατορία, μια κάλπικη μεταπολίτευση και αμέτρητες εκλογικές αναμετρήσεις και βλέπεις ότι οι άνθρωποι παραμένουν οι ίδιοι, ότι πάντα οι φελλοί επιπλέουν (και τα σκατά, ας μην ξεχνάμε τα σκατά), τότε είναι λίγο δύσκολο να πιστέψεις ότι υπάρχει κάποιος λόγος για να αγωνιστείς.

Θα μου φέρετε ως αντίρρηση το παράδειγμα του Μανώλη Γλέζου, που συνεχίζει –ζωή να έχει ο άνθρωπος και δύναμη- ως τα ενενήντα. Ή τον Μητσοτάκη!

αρχείο λήψης (1)Θα σας απαντήσω σε φαρσί γαλλικά που έμαθα τόσο καλά στο σχολείο: Χέστε μας!

Αν περιμένετε να αλλάξουν τον κόσμο οι υπέργηροι, τότε καλύτερα να πάτε στο ΚΑΠΗ της γειτονιάς σας και να φτιάξετε μια Λεγεώνα που θα αποτελείται από near-death-experience επαναστάτες.

(Και αυτή είναι μια πολύ καλή ιδέα για ένα κωμικό μυθιστόρημα, όπου όλοι οι πρωταγωνιστές θα πεθαίνουν στη μέση της ιστορίας από πέσιμο ή θα «τρέχουν» στην τουαλέτα κατά τη διάρκεια μιας ληστείας.)

~~

Επειδή όμως δεν θέλω να είμαι δογματικός, ίσως εγώ να είμαι αυτός που δεν κατανοεί τον τρόπο που σκέφτεται η γιαγιά.

Ίσως η γιαγιά να έχει δίκιο: Αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ.

Αυτός ο κόσμος ίσως όχι. Αλλά αν φτιάχναμε έναν άλλον, διαφορετικό; Το σκέφτηκες ποτέ αυτό, Κεμάλ;

~~

Για να τελειώνω άλλο ένα κείμενο που λίγοι θα αντέξουν να διαβάσουν ολόκληρο, ας πω ότι το σασπένς του «νοήματος της ζωής» διέκοψε η χωρίς νόημα δολοφονία του Φύσσα.

Χωρίς νόημα;

Η γιαγιά θα πει σίγουρα ότι ήταν χωρίς νόημα. Ότι ήταν άσκοπη.

Ίσως να ξέρει κάτι παραπάνω η γιαγιά, ίσως και ο ίδιος ο Παύλος να προτιμούσε να έπινε άλλη μια μπύρα, να τραγουδούσε ένα ακόμα τραγούδι, να έκανε άλλη μια φορά έρωτα, να συνέχιζε να αγωνίζεται.

Κανείς άνθρωπος που αγαπάει τη ζωή δεν θέλει να πεθάνει και να σκοτώσει.

«Τι θα γίνει τώρα; Θα μας σκοτώσετε;»

Τόσο απλή απορία, η τελευταία του απορία πριν τον σκοτώσουν.

~~

Οι νεκρόφιλοι μελανοχιτώνες του Φράνκο φώναζαν πριν 80 χρόνια: «Ζήτω ο θάνατος».fransisco_franco_y_adolf_hitler1

Αυτό δεν έχει αλλάξει, Κεμάλ. Ο φασισμός είναι πάντα το αντίθετο της ζωής.

Δυστυχώς στην αληθινή ζωή (σε αντίθεση με τις ταινίες όπου ο πρωταγωνιστής πηγαίνει στο μπαλκόνι λίγο πριν εκραγεί η βόμβα και η ηφαιστειακή ξανθιά γεννάει –με φυσικό τοκετό- δίδυμα) δεν πεθαίνουν οι κομπάρσοι, ούτε οι κακοί.

Στην αληθινή ζωή πεθαίνουν όλοι, αλλά συνήθως προηγούνται οι καλοί και οι πρωταγωνιστές.

Άλλωστε στην πραγματική ζωή κανείς δεν είναι κομπάρσος. Όλοι είμαστε πρωταγωνιστές, αρκεί να θυμόμαστε ότι τίποτα δεν είναι ασήμαντο, αν εμείς δεν το κάνουμε τέτοιο.

~~

ΥΓ: Όταν απολύθηκε ο «παππούς» και ανέλαβαν άλλοι να καθαρίζουν τις τουαλέτες καταλάβαμε πόσο σημαντικός ήταν για τη ζωή μας.

ΥΓ2: Συγνώμη για τη φλυαρία, αλλά μου αρέσει να σκαλίζω τα σταυρουδάκια μου.

ΥΓ3: Μάλλον το παράκανα και με τα υστερόγραφα.

~~~~~~~~~~~~~~~

Η συνέχεια και το νόημα της ζωής (το τέλος) εδώ

Το όνειρο -για το νόημα της ζωής και για το επέκεινα