Γράμμα σ’ έναν νέο συγγραφέα

0
2616

 “I leave no trace of wings in the air, but I am glad I have had my flight” – Rabindranath Tagore

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Περπατούσα προς το σπίτι, με τον πονοκέφαλο στο ζενίθ, το θυμικό στο ναδίρ και το πορτοφόλι να θυμίζει το μεσοαστρικό διάστημα (μόνο κάτι θνησιγενή ευρώνια περιφέρονταν εκεί μέσα).

Προσπέρασα μια μητέρα με το μικρό της γιο και την άκουσα να του λέει όλο γλύκα:
…αυτοί λέγονται συγγραφείς… Είναι μια δουλειά κι αυτή.”

Ξεκίνησα να γελάω -και γελούσα μέχρι που έφτασα σπίτι.

Κατάλαβα τότε, πως είναι απαραίτητο να σου στείλω ένα γράμμα, γιατί μπορεί πράγματι κι εσύ να πιστεύεις ότι “είναι μια δουλειά κι αυτή”.

~~{}~~

Δεν γνωρίζω ακριβώς την ηλικία σου. Μπορεί να είσαι στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού ή να έχεις μπει στην εφηβεία. Μπορεί να είσαι φοιτητής ή να κρατάς σημειώσεις στο πεδίο της μάχης – για να τις χρησιμοποιήσεις όταν τελειώσει ο πόλεμος. Μπορεί να ‘σαι σαράντα χρονών ή μόλις να βγήκες στη σύνταξη. Δεν έχει σημασία η ηλικία στη συγγραφή -όπως και στον έρωτα.

Ο νέος συγγραφέας κοιτάζει την άδεια του σελίδα, την πρώτη του σελίδα, και βλέπει μόνο βραβεία κι ένα σπίτι κάπου κοντά στη θάλασσα, όπου θα γράφει αμέριμνος το επόμενό του αριστούργημα.

Δεν είναι κακό να ονειρεύεσαι, το αντίθετο μάλλον: Απ’ το υλικό των ονείρων του ο άνθρωπος είναι πλασμένος, έγραφε ο μέγιστος Σεξπήρος.

Όμως πρέπει, προτού ξεκινήσεις, να συνειδητοποιήσεις ότι το γράψιμο δεν είναι “άλλη μια δουλειά”.

Το γράψιμο είναι αρρώστια.

Ίσως κάποιοι να σου πουν ότι το γράψιμο είναι “ένας τρόπος ζωής”.
Μπούρδες! Τρόπος ζωής είναι η ωμοφαγία και ο γυμνισμός.

Το γράψιμο είναι σαν να ποντάρεις όλη σου τη ζωή σ’ ένα κουτσό άλογο. Δεν το κάνεις γιατί είσαι σίγουρος ότι θα κερδίσεις την κούρσα (δεν υπάρχουν στημένα στη συγγραφή), αλλά γιατί σου αρέσει το όνομα του αλόγου: “Χένρι Τσινάνσκι! Τι μεγαλοπρεπές απολειφάδι!”

~~{}~~

Ας το δούμε απ’ την οικονομική του πλευρά, όπως θα ήθελε και η μαμά σου.

Πριν ακόμα γράψεις την πρώτη λέξη της ιστορίας σου ίσως να έχεις στο μυαλό τη Ρόουλινγκ, τη μαμά του Χάρι Πότερ, την πιο πλούσια γυναίκα της Αγγλίας.

Γιατί όχι; Υπάρχουν συγγραφείς που ζουν πλουσιοπάροχα, που όχι απλώς κάνουν μια δουλειά, αλλά τα ‘κονομάνε χοντρά.

Στην ιστορία της λογοτεχνίας ίσως να υπάρχουν χίλιοι τέτοιοι. Μπορεί και δέκα χιλιάδες. Δεν έχει καμιά σημασία αν ο Κάφκα πέθανε στα σαράντα του από ασιτία. Τίποτα δεν σε εμποδίζει να γίνεις κι εσύ ένας μεγιστάνας της συγγραφής. (Μόνο οι εκδότες, οι χονδρέμποροι και οι βιβλιοπώλες που παίρνουν το μεγαλύτερο κέρδος απ’ τα βιβλία σου, και σου δίνουν το 10% του κέρδους του εκδότη. Για κάθε βιβλίο σου που θα πουλιέται στο βιβλιοπωλείο 15 ευρώ, εσύ θα παίρνεις το υπέροχο ποσό του μισού (0,5) ευρώ.)

~~

“Το πιο δύσκολο δεν είναι να είσαι συγγραφέας. Το πιο δύσκολο είναι να γίνεις συγγραφέας.” Έρμαν Έσσε

Για να είσαι συγγραφέας, πρέπει να γίνεις. Οπότε θα πρέπει να περάσεις το αρχικό επίπεδο: Να επιβιώνεις αξιοπρεπώς χάρη στο συγγραφικό σου έργο -και μόνο. Πόσοι πιστεύεις ότι το καταφέρνουν αυτό -στην Ελλάδα;
Θα σου πω εκατό -για να μην σε αποθαρρύνω.

Πόσοι συγγραφείς (εν ζωή) έχουν εκδώσει έστω και ένα βιβλίο; Έστω δέκα χιλιάδες. Οπότε μένουν 9.900 συγγραφείς, “επαγγελματίες”, οι οποίοι δουλεύουν ως μεταφραστές, επιμελητές ή δημοσιογράφοι (αυτά είναι τα συναφή επαγγέλματα), και ως δημόσιοι ή ιδιωτικοί υπάλληλοι, ως αγρότες, ως αυτοαπασχολούμενοι, ως συνταξιούχοι, ή μπορεί να είναι λωποδύτες (ή υπουργοί, ένα και το αυτό).

Αλλά (πρόσεχε!) μιλάμε για τους συγγραφείς που κατάφεραν να εκδώσουν έστω ένα βιβλίο. Σκέψου πόσοι υπάρχουν που το βιβλίο τους (αυτό που θα τους έκανε πλούσιους σαν τη μαμά του Πότερ) έμεινε στο συρτάρι για να το ανακαλύψουν οι επόμενες γενιές.

Εσύ δεν θα είσαι ένας από αυτούς, το ξέρω.

Το ίδιο ακριβώς πιστεύουν όλοι όσοι ξεκινάνε να γράφουν.

Κάπου εδώ έρχεται η πρώτη συμβουλή: Αν θες να κερδίσεις χρήματα καλύτερα να αφιερώσεις το χρόνο σου σε κάτι με περισσότερες πιθανότητες. Μην τον ποντάρεις στο κουτσό άλογο της συγγραφής.

Με δέκα χρόνια σε μια επιστήμη παίρνεις ντοκτορά. Με πέντε-έξι θα έχεις ένα μεταπτυχιακό.
Με δύο χρόνια σε ένα αλιευτικό του αρκτικού κύκλου θα βγάλεις αρκετά λεφτά να αγοράσεις ένα κτηματάκι και να χτίσεις ένα μικρό σπίτι με θέα τη θάλασσα.
Τι το θες το γράψιμο;

~~{}~~

Το χρήμα πολλοί εμίσησαν, τη δόξα όμως ουδείς.

Ίσως εσύ να περιφρονείς το χρήμα, να είσαι απλώς ματαιόδοξος.

Να οραματίζεσαι Νόμπελ και Πούλιτζερ και να ερεθίζεσαι στην ιδέα ότι χρόνια πολλά μετά το θάνατο σου κάποιοι θα διαβάζουν τα βιβλία σου και θα σε θυμούνται.

Δεν θα προσπαθήσω ν’ ανατρέψω τη μεταθανάτια δόξα σου, θυμίζοντάς σου ότι σαν πεθάνεις δεν θα δίνεις δεκάρα τσακιστή γι’ αυτήν (όντας ανύπαρχτος).

Ίσως εσύ να πιστεύεις στη ζωή μετά θάνατον και να φαντάζεσαι ότι θα στέκεσαι στο μακάριο συννεφάκι σου και θα παρατηρείς το άγαλμα που έστησαν προς τιμή σου στο χωριό όπου γεννήθηκες.

Όμως αν θέλεις να γίνεις διάσημος, πάλι ποντάρισες στο λάθος άλογο.

Ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ου αιώνα είναι ο Τζέιμς Τζόις.

Πόσο διάσημος είναι; Τι ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού έχει ακουστά το όνομα του; (Και δεν ρωτάω πόσοι έχουν διαβάσει έστω ένα βιβλίο του). Ο άνθρωπος έχτιζε δέκα χρόνια τον Παρθενώνα του, τον Οδυσσέα. Πόσο βασανίστηκε με αυτόν; Θα στο πω με μια σύντομη ιστορία:

Κάποια μέρα ένας φίλος του πήγε και τον βρήκε σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Κατάλαβε ποιο ήταν το πρόβλημα του.
“Πόσο έγραψες σήμερα;” τον ρώτησε.
“Εφτά λέξεις”, είπε ο Τζόις.
“Μια χαρά λοιπόν”, είπε ο φίλος, που ήξερε ποια ήταν η ημερήσια παραγωγή του.
“Όχι!” έκανε απεγνωσμένα ο Τζόις. “Δεν έχω βρει ακόμα σε τι σειρά να τις βάλω!”

Ο Τζόις είναι ένας από τους σπουδαιότερους της συγγραφής, αλλά δεν θα μπορούσε να είναι τόσο διάσημος όσο οι σπουδαίοι άλλων τεχνών και επαγγελμάτων.

Οι Μπητλς ήταν πιο δημοφιλείς κι από τον Ιησού κάποτε.
Το πρόσωπο του Τσάρλι Τσάπλιν ήταν το πιο γνωστό παγκοσμίως -μαζί με εκείνο του Αδόλφου.
Τον Πικάσο τον ξέρουν και τα εξάχρονα παιδιά.
Κι ας μην πιάσουμε τους αθλητές.

Δεύτερη συμβουλή: Αν θέλεις σώνει και καλά να γίνεις διάσημος, υπάρχουν πιο εύκολοι -και πιο αποδοτικοί- τρόποι από το να γράφεις εφτά λέξεις την ημέρα.

Τόσα ριάλιτι σόου υπάρχουν.
Ή μπορείς να πάρεις μια ηλεκτρική κιθάρα και να παίζεις πανκ σε ρώσικες εκκλησίες.
Ή -στη χειρότερη περίπτωση- αν βιάζεσαι πάρα πολύ και δεν έχεις ταλέντο στο χορό, μπορείς να δολοφονήσεις κάποιον ήδη διάσημο. Έτσι έκανε ο Τσάπμαν και ακόμα θυμόμαστε το όνομα του.

Κι αν επιμένεις να προσφέρεις έργο στην ανθρωπότητα τότε μπορείς να γίνεις διάσημος ως τυραννοκτόνος.

~~{}~~

Να προσφέρεις έργο στην Ανθρωπότητα”.

Να ένας ακόμα λάθος λόγος για να ποντάρεις στο κουτσό άλογο της συγγραφής.

Όταν σκοτώσανε τον Λόρκα, κάποιος ρώτησε: “Γιατί σκοτώσατε τον ποιητή; Δεν πολεμούσε.”
Και οι μελανοχιτώνες απαντήσανε: “Αυτός, με τις λέξεις του, μας έκανε μεγαλύτερο κακό απ’ ό,τι οι άλλοι με τις σφαίρες τους.”

Ίσως κι εσύ να σκέφτεσαι κάτι παρόμοιο.

Να μην είσαι του χρήματος ούτε ματαιόδοξος, να είσαι ιδεαλιστής που θέλει να βοηθήσει τον κόσμο να πάει μπροστά με τα κείμενα σου.

Σ’ αυτή την περίπτωση, οφείλω να ομολογήσω ότι με δυσκολεύεις.

Θα ήμουν φαύλος αν ισχυριζόμουν ότι τα βιβλία δεν αλλάζουν τον κόσμο. Κατά κάποιον τρόπο τα βιβλία δημιουργούν τον κόσμο. Όχι μόνο τον επεξηγούν, αλλά τον διαμορφώνουν.

Τα Ιερά Βιβλία (Βέδες, Βίβλος, Κοράνι) είναι το καλύτερο παράδειγμα αυτής της επιρροής.

Όμως, ίσως να το γνωρίζεις, ότι κάθε βιβλίο και κάθε κείμενο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να σώσει και για σκοτώσει.

Θα έγραφες το Τάδε έφη Ζαρατούστρα αν ήξερες ότι κάποιοι θα το χρησιμοποιήσουν για να δικαιολογήσουν τα εγκλήματα τους;

Συμβουλή τρίτη: Ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις.

Η ανθρώπινη κοινωνία είναι ένα χαοτικό σύστημα, βασισμένο στις αρχές της απροσδιοριστίας. Είναι αδύνατον να προβλέψεις τι αποτέλεσμα θα παράγει η προσπάθεια σου -παρά τις καλές προθέσεις.

Μπορεί να γράφεις μόνο για την αγάπη και οι άνθρωποι να παρεξηγήσουν τα γραπτά σου, οπότε να σκοτώσουν μερικά εκατομμύρια ιθαγενείς για να τους εξηγήσουν το νόημα τους.
Έχει συμβεί. Το ξέρεις.

Η τέχνη είναι πόλεμος, αλλά πρωτίστως είναι ένας εσωτερικός πόλεμος.

~~{}~~

Οπότε, αφού το χρήμα, η δόξα και η προσφορά, δεν αποτελούν σημαντικούς λόγους για να ξεκινήσεις (και κυρίως να συνεχίσεις) να γράφεις, τότε γιατί να το κάνεις;

Σου απάντησα ήδη: Γιατί είσαι άρρωστος.

Αυτή είναι μια ιδιότυπη ασθένεια, που παρουσιάζεται μόνο σε ένα είδος ζώου, τον homo author. Δεν αποτελεί εξελικτικό πλεονέκτημα, τίποτα απολύτως δεν του προσφέρει στην επιβίωση και στην αναπαραγωγή. Μάλλον υπονομεύει τις ουσιώδεις ικανότητες που κάθε έμβιο ον έχει.

Ακόμα κι ανάμεσα στις τέχνες είναι η χείριστη επιλογή, αφού αντιβαίνει σε μία από τις πιο σημαντικές ανάγκες του ανθρώπου: Την κοινωνικοποίηση.

Ο συγγραφέας είναι το πιο μοναχικό ζώο.

Ο ηθοποιός και ο μουσικός έρχονται κάθε φορά σε επαφή με το κοινό, αντλούν από αυτό όλη την ενέργεια που χρειάζονται για να συνεχίσουν. Επιπλέον μια μουσική ή θεατρική παράσταση είναι αποτέλεσμα μιας συλλογικής προσπάθειας.

Ο συγγραφέας είναι πάντα μόνος τη στιγμή της δημιουργίας. Πρέπει να είναι μόνος.

Η μοναξιά του συγγραφέα μπορεί να διαρκέσει έτη πολλά. Μόλις ολοκληρώσει την ιστορία του, τότε η ιστορία παύει να είναι μέρος δικό του, και εκείνος βυθίζεται ξανά στη μοναξιά της επομένης.

Η μοναξιά του συγγραφέα είναι ισόβια.

~~{}~~

Δεν ξέρω τι προκαλεί αυτή την αρρώστια. Δεν είναι κληρονομική. Σε αντίθεση με τη μουσική, όπου η ευφυΐα πολλές φορές μοιάζει να μεταβιβάζεται, στη συγγραφή σπάνια θα βρεις έναν απόγονο.

Το περιβάλλον παίζει κάποιο ρόλο, αλλά είναι δύσκολο (αδύνατον, αδύνατον) να προσδιορίσουμε τι κάνει έναν άνθρωπο συγγραφέα. Πόσο μάλλον τι κάνει έναν άνθρωπο σπουδαίο συγγραφέα.

Είναι, μάλλον, μια τυχαία μετάλλαξη σε συνδυασμό με το χαοτικό περιβάλλον που σε αρρώστησε.

~~{}~~

Αφού αρρώστησες είναι σίγουρο ότι θα συνεχίσεις να γράφεις.

Έτσι μπορώ να σου δώσω μια τελευταία συμβουλή: Γίνε η ιστορία σου.

Αφού δεν υπάρχει λόγος να σκέφτεσαι το χρήμα, τη δόξα και την προσφορά, μην πέσεις στην παγίδα να σκέφτεσαι την (τέλεια) ιστορία σου. Αυτό προσπαθούν να κάνουν πολλοί: Να γράψουν μια τέλεια ιστορία.

Όχι! Πρέπει να γίνεις η ιστορία σου!

Να ταυτιστείς με κάθε πρόσωπο της ιστορίας σου, να ζήσεις τη ζωή του, να πονέσεις τους πόνους του, να μιλήσεις τα λόγια του, να αισθανθείς όσα αισθάνεται, να πεθάνεις τον θάνατο του -μπορείς να βάλεις και το επέκεινα.

Μην γράφεις μόνο για τους ανθρώπους της ιστορίας σου. Να γίνεις το δέντρο που περιγράφεις, το μουλάρι που ζωγραφίζει και ο καπνός που διαλύεται στον αέρα.

Να γίνεις εραστής κι ερωμένη στην ερωτική πράξη, να γίνεις το σεντόνι που τσαλακώνεται κάτω από τα σώματα τους (πώς μυρίζει το σεντόνι των εραστών;) να γίνεις το κουνούπι που περιμένει ν’ αποκοιμηθούν οι εραστές για να τους ρουφήξει το αίμα (πώς μυρίζουν οι εραστές;), να γίνεις το φως του κεριού που τρεμοπαίζει, η μουσική που ακούνε.

Να γίνεις κάθε βογκητό και κάθε δάκρυ, κάθε σταγόνα που βγαίνει από μέσα τους, η ανατριχίλα του ιδρώτα στην πλάτη.

Να γίνεις ο επιθανάτιος ρόγχος τους και το τελευταίο φωτόνιο που κυλάει μέσα στα μάτια τους…

Αυτή θα είναι η μεγαλύτερη ανταμοιβή σου· όχι η υστεροφημία -ούτε η επίγεια δόξα. Αλλά η πρόσκαιρη αιωνιότητα που θα βιώσεις όταν θα γίνεις η ιστορία σου. Γιατί κανείς αναγνώστης και κανείς κριτικός και κανένας θάνατος δεν θα μπορεί να σου πάρει αυτή την εμπειρία, αυτή την ηδονή: Την ηδονή της πτήσης, την ηδονή της τέχνης, την ηδονή της συγγραφής.

~~{}~~

ΥΓ: Ίσως να αναρωτιέσαι ποιος είναι αυτός που σου στέλνει ένα τέτοιο γράμμα.

Έχεις συνηθίσει να διαβάζεις παρόμοιες επιστολές από συγγραφείς που έχουν ανέβει ψηλά σε εκείνη τη “σκάλα της ποίησης” που αναφέρει ο Αλεξανδρινός Ποιητής.

Από ανθρώπους που επιβίωσαν και διακρίθηκαν στη μάχη των λέξεων. Στρατηγοί πλέον και βετεράνοι, με πάμπολλα μετάλλια στο στήθος, γνώστες, μύστες και ιεροφάντες.

Ενώ ο υποφαινόμενος, ο αποστολέας, συνεχίζει να βρίσκεται στα χαρακώματα, ένας απλός φαντάρος μέσα στις λάσπες, χωρίς διακρίσεις και μετάλλια, με ελάχιστες πιθανότητες να επιβιώσει απ’ τ’ αέρια μουστάρδας.

Το γράμμα στο στέλνει ένας συνοδοιπόρος, ένας συμπολεμιστής, ίσος στο βαθμό και ίδιος στο είδος, που έχει ποντάρει κι αυτός όλη του τη ζωή σ’ ένα κουτσό άλογο, μόνο και μόνο επειδή του άρεσε το όνομα του: “Χένρι Τσινάνσκι! Τι μεγαλοπρεπές απολειφάδι!”

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Στη φωτογραφία ο αγαπημένος Τένεσι Ουίλιαμς.