Τεχνικές διαφυγής της πραγματικότητας για προχωρημένους

0
937

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι 1.jpgΑν ξεκινήσατε να διαβάζετε αυτή την ιστορία, οφείλω να σας προειδοποιήσω πως μπορεί να αφιερώσετε τα επόμενα δέκα λεπτά της ζωής σας σε ασυναρτησίες. Αυτό ακριβώς σκέφτηκα κι εγώ διαβάζοντάς την εκείνο το κρύο πρωινό του Νοέμβρη που με ένα παράξενο τρόπο βρέθηκε στα χέρια μου.

Ο Τόμας ήταν πάντα ένα σπάνιο μα ταραγμένο μυαλό. Δεν είχε ιδιαίτερες επαφές με κανέναν μας στο γραφείο παρόλο που περάσαμε μαζί περίπου δεκαπέντε χρόνια απ’ τη ζωή μας. Απ’ όσο ξέραμε ήταν παντρεμένος, όμως όταν έψαξα να βρω τη σύζυγό του για να της παραδώσω τη μαρτυρία του – ακόμα δεν καταλάβαινα για ποιο λόγο είχε βρεθεί στο γραμματοκιβώτιό μου- αυτή μου έκλεισε την πόρτα στα μούτρα ουρλιάζοντας μέσα απ’ το διαμέρισμα κατάρες και βρισιές που συνηγορούσαν στο ότι μάλλον ο Τόμας ήταν ένας άνθρωπος πολύ προβληματικός και μόνος.

Η απόφασή του να μοιραστεί μόνο μαζί μου, αυτή τη χυδαιότητα, μου προκάλεσε για πολλά χρόνια ένα πάγωμα, το οποίο απωθούσα διαρκώς για να μπορέσω να συνεχίσω τη ζωή μου κανονικά. Προσπαθούσα να φανταστώ ποιες από τις δέκα κουβέντες που ανταλλάξαμε συνολικά μας έφεραν τόσο κοντά και τι τον έκανε να νομίσει πως θα πίστευα τις μπαρούφες του και μάλιστα θα τις διέδιδα σ’ όλο τον κόσμο για να γίνουν μάρτυρες του παραλογισμού του.

Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ωστόσο, ξεπέρασα την αμηχανία που μου είχε προκαλέσει και αποφάσισα να διαγράψω απ’ τη μνήμη μου αυτή την ιστορία. Με διευκόλυνε σημαντικά το γεγονός πως παρόλο που εξαφανίστηκε τόσο ξαφνικά απ’ τη δουλειά, κανείς δεν τον έψαξε ούτε αναρωτήθηκε τι απέγινε τελικά. Όταν πέρασα για δεύτερη φορά απ’ το διαμέρισμά του στην οδό Βάλετ και έμαθα πως το είχε νοικιάσει ένας γιατρός, έχωσα το γράμμα του στο κουτί με τα γραμμάτια του Φορντ και συνέχισα τη ζωή μου ανενόχλητος.

Μέχρι πριν από δέκα λεπτά.

~~

Από τότε που έχει πεθάνει η Σίλβια και τα παιδιά έρχονται μόνο Χριστούγεννα, κάθε πρωί ανοίγω κάτι ξεχασμένο και του αφιερώνω τη μέρα μου. Χτες για παράδειγμα, άνοιξα το ντουλάπι της κουζίνας και στοχάστηκα πάνω στα φλιτζανάκια του καφέ. Σήμερα είχαν την τιμητική τους τα κουτιά με τους λογαριασμούς του ‘70. Η δική μου τρέλα όμως, δεν έχει σημασία. Έτοιμος λοιπόν για το σημερινό στοχασμό, έπεσα πάνω στο παράλογο γράμμα του Τόμας που είχα λάβει πριν τριάντα περίπου χρόνια.

Ομολογώ πως όλα μου φάνηκαν λίγο πιο λογικά σήμερα το πρωί και κάπως τον ζήλεψα τον άτιμο. Καμιά φορά σκέφτηκα, η τρέλα μπορεί να σε προφυλάσσει απ’ την αφόρητη πραγματικότητα. Δεν ήμουν ποτέ ένας άνθρωπος με φαντασία, μα ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που έκλεισα τα μάτια και φαντάστηκα εμένα μέσα στην ιστορία του Τομ. Ήταν πιο ευχάριστο να με βλέπω ανάλαφρο ανάμεσα στα σύννεφα παρά να μετράω τις μέρες που έχω να μιλήσω με το γιο μου στο τηλέφωνο.

Ακόμα βέβαια δεν μπορώ να καταλάβω γιατί διάλεξε εμένα ως μοναδικό μάρτυρα της πρώτης και τελευταίας περιπέτειας του. Ίσως για να μου κρατήσει συντροφιά ένα θλιβερό πρωινό Κυριακής στα ογδόντα τρία μου χρόνια ή μήπως για να φτάσει σήμερα στα δικά σας χέρια; Ίσως γιατί ανάμεσα σας υπάρχει κάποιος αρκετά τρελός για να την πιστέψει.

Είμαι ο Τσάρλι Χάρντιγκαν. Σας παραθέτω το γράμμα του συναδέλφου μου Τόμας Πίκρελ, που έλαβα στις 23/11/1978, στο γραμματοκιβώτιο του σπιτιού μου, όπως ακριβώς γράφτηκε απ’ τον ίδιο. Δεν αναλαμβάνω καμία ευθύνη σχετικά με την αξιοπιστία της ιστορίας. Θα ήθελα όμως να ζητήσω συγνώμη απ’ τον Τόμας που δεν τον βοήθησα τόσα χρόνια να διηγηθεί τουλάχιστον τη δική του εκδοχή της πραγματικότητας.  

~~{}~~

Κάποιον καιρό μετά από την τελευταία μέρα που με είδες,

Αγαπητέ Τσάρλι,

η ζωή κυλά απαλά επιτέλους εδώ πάνω και αν μου λείπει κάτι αυτό είναι ο ζεστός καφές. Το σύμπαν είναι απέραντο, όπως ακριβώς το φανταζόμουν και το κουτί μου μικρό, πολύ μικρότερο απ’ το σπίτι μου στην οδό Κίλμπυ, μα αυτό δε μ’ ενοχλεί. Η αιώρηση στην αρχή με ζάλιζε μα τη συνήθισα και τώρα πια με νανουρίζει. Να μου πεις, εδώ συνήθισα τη ναυτία που ένιωθα κάθε θλιβερή μέρα της ζωής μου τα τελευταία σαράντα δύο χρόνια.

Το κουτί μου έχει και καθρέφτη, τον οποίο όπως καταλαβαίνεις δεν μπορώ να αποφύγω, για να βλέπω με τα μάτια μου το πώς αποσυντίθεμαι μέρα με τη μέρα. Να προλαβαίνεις να παρακολουθείς με τέτοια λεπτομέρεια την αποσύνθεση σου είναι πολυτέλεια, φίλε μου.

Σε παρακαλώ μην μπεις στον πειρασμό να θέσεις τεχνικά ερωτήματα – πώς σκατά φτάνουν τα γράμματα απ’ το υπερπέραν, αν και πώς θα γυρίσω ποτέ, πού κατουράω και χέζω εδώ μέσα, αν έχω και γείτονες μέσα σε κουτιά και χαιρετιόμαστε κάθε πρωί. Σου ζητώ μόνο να πιστέψεις την ιστορία μου, γιατί ίσως έτσι βοηθήσεις κι άλλους δυστυχισμένους να σωθούν. Ο κόσμος είναι σκληρός Τσάρλι, εύχομαι ποτέ να μη νιώσεις τόσο μόνος ώστε να μπεις σε ένα κουτί και να ταξιδέψεις στον ουρανό. Nα ξέρεις όμως, πως υπάρχει και αυτή η εναλλακτική.

Όλα άρχισαν όταν ήμουν περίπου τεσσάρων χρονών και κατάφερα να δίνω ονόματα στις φοβίες μου. Ενώ τα άλλα παιδάκια έπαιζαν, εγώ απαριθμούσα τα κουτάκια του μυαλού μου που ήταν γεμάτα με κάποιο φόβο. Φόβο για τον πόλεμο, φόβο ότι θα με αφήσει η μαμά μου-ο μπαμπάς μας είχε ήδη εγκαταλείψει, για τα δέντρα που ζωντανεύουν τη νύχτα, κάτι παλιές μπότες που είχαν ξεμείνει στο σπίτι, τα γατιά, τα ποδήλατα, για τις λακκούβες, τον χοντρό ταχυδρόμο, την κυρία Γκρίφιθ-μια γριά γειτόνισσα με στραβή μύτη, για τα μικρά αντικείμενα, όπως βίδες και παραμάνες, σοβαρό φόβο για το τι κρύβουν μέσα οι σούπες και πολλά άλλα.

Θυμάσαι τις εποχές μας Τσάρλι. Δε μίλαγες γι’ αυτά. Τη μέρα που έγινα είκοσι χρονών πρέπει να απαριθμούσα εξακόσιες πενήντα τέσσερις φοβίες, που τις επαναλάμβανα σχεδόν κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ μην τυχόν και ξεχάσω καμία. Βλέπεις παλιόφιλε, αυτό ήμουν. Ένας άνθρωπος που φοβόταν.

Όταν τελείωσε ο πόλεμος, τα πράγματα έγιναν λίγο καλύτερα. Μόλις είχα γνωρίσει και την Έμμα και σκοπεύαμε να παντρευτούμε. Φυσικά όμως δεν μπορείς να ζήσεις με έναν άνθρωπο χωρίς να καταλάβει τις παραξενιές σου. Το ποτήρι ξεχείλισε όταν κατάλαβε πως φοβάμαι τις ηλεκτρικές συσκευές που τόσο αγαπούσε. Να Τσάρλι, ήμουν σίγουρος πως το καινούργιο ψυγείο με χλευάζει και θα σηκωθεί τη νύχτα να γαμήσει τη γυναίκα μου.

Τότε ήδη δούλευα μαζί σας στην Μπίκον Στριτ. Δε σε παρεξηγώ εσένα και τα φιλαράκια σου που δε μου πολυμιλάγατε. Αλλά να μη μου αφήσετε ούτε μια φορά λίγο καφέ κι εμένα στην καφετιέρα, αυτό ήταν κάπως αγένεια. Βλέπεις έφτανα τελευταίος γιατί πάντα ανέβαινα από τις σκάλες τους δεκαεπτά ορόφους. Φοβόμουν φυσικά το ασανσέρ αλλά και το θόρυβο που έκανε η καφετιέρα μέχρι να ετοιμάσει τον καφέ, οπότε τελικά δεν έπινα ποτέ.

Ένα ηλιόλουστο πρωί, βρήκα ένα σημείωμα πάνω στο μαξιλάρι της Έμμας που έγραφε «Πάω στη μάνα μου. Όξελνοτ Μάθιου, Ψυχίατρος, Congress Street. Αν δεν πας, δεν πρόκειται να με ξαναδείς». Μάλλον είχα γίνει κάπως αφόρητος το προηγούμενο βράδυ που της είπα ότι το κατσικάκι που είχε μαγειρέψει με κοιτάει λυπημένο και άρα από δω και πέρα μάλλον θα φοβάμαι και τα κατσικάκια.

Ο Μίστερ Όξι, όπως συνήθισα να τον λέω με τον εαυτό μου για να γελάμε, ήταν ένας σοβαρός επιστήμονας δίπλα στο δημαρχείο που με ανέλαβε το μόνο απόγευμα που έλειψα απ’ τη δουλειά. Ίσως να το θυμάσαι Τσάρλι. Είχα πει ότι έχω πυρετό και πρέπει να μείνω σπίτι. Ξάπλωσα στην αναπαυτική του πολυθρόνα και επί μία ώρα του απαρίθμησα τις φοβίες μου. Αυτός με άκουγε και τις έγραφε σε ένα χαρτί χωρίς να μιλάει. Μετά μου έδωσε μια συνταγή για φάρμακα, τον πλήρωσα τριάντα δολάρια κι έφυγα.

Αμέσως ένιωσα καλύτερα. Πήρα την Έμμα τηλέφωνο και την έπεισα να γυρίσει σπίτι. Θα έπαιρνα τα φάρμακά μου και θα επισκεπτόμουν τον Μίστερ Όξι δύο φορές την εβδομάδα. Οι μέθοδοι του ήταν μάλλον επαναστατικές και σε κάθε ραντεβού ξεπερνούσα γύρω στους δέκα φόβους. Σε περίπου εννιά μήνες λοιπόν θα ήμουν γιατρεμένος, αν τον έπειθα να δουλεύουμε ασταμάτητα και τα Χριστούγεννα και στις διακοπές του καλοκαιριού.

Ήμουν άλλος άνθρωπος. Χάιδευα τα σκυλάκια στο δρόμο, καλημέριζα τους γείτονες, στα όνειρα μου έβλεπα κατσικάκια να τρέχουν στα λιβάδια και όχι να με κυνηγάνε, έκανα έρωτα με την Έμμα (σχεδόν) χωρίς να σκέφτομαι, οδήγησα ποδήλατο για πρώτη φορά στη ζωή μου και κάπως το αμάξι. Η Έμμα όμως παρέμενε απόμακρη. Οι επιτυχίες μου δεν τη συγκινούσαν και την άκουσα στο τηλέφωνο συχνά πυκνά να μιλάει με τη μάνα της και να με αποκαλεί τρελάρα. Αποφάσισα να της χαρίσω το αυτοκίνητο για να με αγαπάει, μα μάλλον αυτό δεν έφτασε. Μετά από λίγες μέρες οι γείτονες με ενημέρωσαν πως είδαν έναν είδαν ένα νεαρό στη θέση του συνοδηγού να της χαϊδεύει τα μαλλιά.

Μέχρι το τέλος του ‘77 μπήκα στη θάλασσα μέχρι τα γόνατα, ανέβηκα σε λεωφορείο για τρεις στάσεις, άφησα την τηλεόραση να παίζει και άλλαξα δωμάτιο. Σταμάτησα να γυρίζω διαρκώς το κεφάλι μου πίσω για να βεβαιωθώ πως δεν είναι κάποιος δολοφόνος, έφτιαξα καφέ με την καφετιέρα, αγόρασα και μια τοστιέρα για την Έμμα και με λίγη εξάσκηση θα τη λειτουργούσα και αυτή.

Χρώσταγα στον Μίστερ Όξι τη ζωή μου. Αυτή η αλλαγή μου όμως δεν ήταν αρκετή για κανέναν σας, μα όπως έλεγε και ο γιατρός, δεν είχα μάθει να νιώθω άλλα συναισθήματα εκτός από τον φόβο, οπότε ήμουν ανίκανος να σας θυμώσω. Κάθε πρωί πια ανέβαινα με τις σκάλες στο γραφείο πριν από όλους και σας έφτιαχνα καφέ. Την ημέρα των γενεθλίων μου σας κάλεσα να πιούμε ένα ποτό και φύγατε γελώντας βρε Τσάρλι. Μην ανησυχείς, εδώ πια όλα έχουν ξεχαστεί.

Εγώ λοιπόν χωρίς φίλους και μάλλον χωρίς γυναίκα, είχα πάρει την απόφαση να κατακτήσω μόνος μου την ευτυχία με τον πιστό μου συνοδοιπόρο Μίστερ Όξι. Μου είχαν απομείνει τέσσερις-πέντε φοβίες να ξεπεράσω και ήμασταν και οι δύο πολύ περήφανοι για τη δουλειά που είχαμε κάνει. Μέχρι που έφτασε η μέρα που μου άλλαξε τη ζωή.

Ξέχασα να σου πω πως η βασική μέθοδος του κυρίου Όξελνοτ ήταν η εκλογίκευση. Μερικές φορές μου παρουσίαζε και επιστημονικά δεδομένα για να με πείσει ότι ο φόβος μου δεν ευσταθούσε και αυτό με βοηθούσε πολύ.

Αυτό πήγαινε κάπως έτσι:

-Φοβάμαι ότι αν δεν τρίψω το ένα χέρι μου με το σφουγγάρι, την ώρα που κάνω μπάνιο, θα μου ρίξει χαστούκι.

-Μιλάτε για μια ανακλαστική κίνηση. Οι νευρολογικές σας εξετάσεις δε δείχνουν προδιάθεση για ανακλαστικές κινήσεις. Καλού κακού τρίβετε και τα δύο χέρια. Προχωράμε.

ή

-Τα σαλιγκάρια θα βγουν απ’ το καβούκι τους και θα χάσουν το σπίτι τους. Εγώ θα θέλω να τα βοηθήσω και δεν θα μπορώ.

-Ας συμβουλευτούμε την εγκυκλοπαίδεια: «Το κέλυφος σαλιγκαριού είναι παρόν από την πρώιμη ανάπτυξη του σαλιγκαριού, συνδέεται με το σαλιγκάρι και αναπτύσσεται μαζί με το σαλιγκάρι σε σπειροειδή μορφή. Ένα σαλιγκάρι δεν μπορεί να συρθεί έξω από το κέλυφος του πιο εύκολα από ότι μπορείτε εσείς να περπατήσετε μακριά από τα νύχια σας»

 

Μέχρι που εκείνη τη μέρα:

 

-Φοβάμαι ότι το ασανσέρ δε θα σταματήσει και θα συνεχίσει να ανεβαίνει για πάντα.

-Όλοι ξέρουν πως τα ασανσέρ συνεχίζουν να ανεβαίνουν για πάντα.

-Όχι, όχι, δεν καταλάβατε. Σκέφτομαι ότι θα τρυπήσει την οροφή και θα εκτοξευθεί.

-Σωστά. Θα τρυπήσει την οροφή και θα εκτοξευθεί. Αν ακολουθήσει κανείς τη σωστή διαδικασία.

-Μη λέτε ό,τι λέω γιατρέ. Δεν καταλάβατε. Σας παρακαλώ, τελειώνει ο χρόνος και είναι η τελευταία μου φοβία. Θα ήθελα να..

-Περίμενα με τόση αγωνία να φτάσει αυτή η μέρα Τόμας. Η μέρα της λύτρωσης σας.

-Ποια λύτρωση. Δε σας καταλαβαίνω. Το ασανσέρ λέω. Δεν μπαίνω ποτέ σε ασανσέρ. Ανεβαίνω κάθε μέρα δεκαεπτά ορόφους. Να πάρουμε μια εταιρία τηλέφωνο να μας πουν πώς λειτουργεί. Θυμάστε, όπως είχαμε κάνει με την καφετιέρα. Να δω τα μηχανικά σχέδια. Να μιλήσω με έναν τεχνικό. Σας παρακαλώ.

-Η φοβική σας σκέψη αυτή τη φορά αντιστοιχεί στην πραγματικότητα. Τα ασανσέρ πετούν.

-Αν δοκιμάζετε κάποια καινούργια τεχνική, δεν είναι η κατάλληλη στιγμή. Είναι το τελευταίο μας ραντεβού. Μου είχατε υποσχεθεί πως θα γιατρευτώ.

-Είστε ευτυχισμένος Τόμας;

-Ω, ευτυχισμένος. Δεν ξέρω. Μου αρέσει να μετράω τις φοβίες μου και να μη βρίσκω καμία όταν πέφτω για ύπνο το βράδυ.

-Είστε μόνος.

-Τι σημασία έχει αυτό. Δε σας πληρώνω ούτε για τη δυστυχία μου ούτε για τη μοναξιά μου.

-Υπάρχει ένα μέρος που θα τα ξεχάσετε όλα. Δε θα υπάρχουν συναισθήματα. Ούτε τρομάρες, ούτε χαρές. Δε θα υπάρχουν απαιτήσεις. Οι άλλοι δε θα περιμένουν από εσάς να γίνεται κάποιος άλλος. Θα πάψουν να σας απορρίπτουν γιατί απλά δε θα είναι εκεί. Έχετε αποδείξει πολλά κύριε Πίκρελ. Αλλά όλα αυτά δεν ενδιαφέρουν κανέναν.

Ξέσπασα σε λυγμούς. Ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά που έκλαψα σε αυτή τη ζωή. Ο Μίστερ Όξι με αγκάλιασε με τα χοντρά του χέρια, με ταρακούνησε μπρος πίσω και μου έδωσε το χαρτάκι με τα στοιχεία που σου παραθέτω εδώ:

 

 

Κτίριο One Beacon Street

Πατάς 4 φορές το κουμπί του 31ου ορόφου

Το 4ο πάτημα παρατεταμένο

 

Έφυγα απ’ το γραφείο άδειος. Το στήθος μου πόναγε από το κλάμα μα ένιωθα για πρώτη φορά το περπάτημά μου να έχει σκοπό. Σταμάτησα και ήπια έναν σκέτο καφέ. Η σερβιτόρα με ενημέρωσε για την προσφορά με το κέικ κι αυτή ήταν η τελευταία συνομιλία που είχα ποτέ στη γη.

Όπως κατάλαβες, μιλάμε για τον ουρανοξύστη απέναντι απ’ το γραφείο. Έφτανε τα πεντακόσια πέντε μέτρα και αποτελούνταν από τριάντα έναν ορόφους. Προσπέρασα τα εκατοντάδες σκαλιά και κάλεσα το ασανσέρ στ’ αριστερά μου. Ήταν σημαντικό να μπω μόνος γιατί σε περίπτωση που είχε δίκιο ο ψυχίατρος, θα ήταν αγενές να πάρω μαζί μου και κάποιον ανίδεο υπάλληλο. Μετά από δυο τρεις βόλτες που έκανε πάνω κάτω, ο τόπος είχε αδειάσει και ήμουν μόνος. Μπήκα μέσα με μια δρασκελιά και ακολούθησα τις οδηγίες.

Πάτησα τέσσερις φορές συνεχόμενα με την τελευταία παρατεταμένη το κουμπί με τον αριθμό 31. Το ασανσέρ ξεκίνησε να ανεβαίνει ασταμάτητα ανάμεσα στους ορόφους. Έγειρα το κορμί μου και ακούμπησα στον τοίχο. Γύρισα και κοίταξα το πρόσωπο μου στον καθρέφτη και αυτό μου χαμογέλασε με συμπάθεια. Για μια στιγμή σκέφτηκα να γυρίσω πίσω και ν’ αγκαλιάσω τη γυναίκα μου. Θα το προσπαθούσαμε απ’ την αρχή. Μετά είπα να πάει να γαμηθεί η σκρόφα. Μόλις πέρασε τον 27ο όροφο ανέπτυξε ταχύτητα, έκανε έναν παράξενο θόρυβο που μου τρύπησε το στομάχι κι εκτοξεύτηκε πάνω από το κτίριο στον γαλάζιο ουρανό.

Εδώ δεν υπάρχει τίποτα Τσάρλι. Πέρα από εμένα με εμένα. Κι εγώ πάντα με καταλάβαινα και με αγαπούσα. Δε χρειάζεται να μετράω φοβίες και να βγαίνουν χιλιάδες. Ούτε χαρές και να μη βρίσκω καμία. Αν με ρωτάς τι μου λείπει, θα σου πω ο καφές.

Είμαι σίγουρος πως η ιστορία μου θα βοηθήσει χιλιάδες ανθρώπους σαν εμένα. Σ’ ευχαριστώ που δέχεσαι να τη διαδόσεις και να συμβάλλεις στη σωτηρία τους. 

Να έχεις μια ζωή με τη λιγότερη δυνατή μοναξιά,

Ο φίλος σου,
Τόμας Πίκρελ

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

@Its all in your head,
στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής

Στη φωτογραφία: Ειδώλιο καθιστής μορφής σε συνεσταλμένη στάση από πλακαρό βότσαλο. Μαγούλα Καραμουρλάρ (Ν. Μαγνησίας) Νεολιθική Περίοδος 6500-4500 π.Χ.