του Περικλή Πασχίδη
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Σε έχουν ενημερώσει για τα πάντα. Ξέρεις τι θα γίνει, πώς θα γίνει, και γιατί θα γίνει. Τις τελευταίες εβδομάδες έχεις κάνει ασκήσεις προσομοίωσης με τον ψυχολόγο σου ξανά και ξανά. Μέχρι πριν από λίγο πίστευες πως ήσουν έτοιμος για την διαδικασία, αλλά τώρα στέκεσαι εκεί, τρέμοντας, ιδρώνοντας, κι αναρωτιέσαι αν μπορείς να το κάνεις.
Ο υπάλληλος που σε έμπασε στο δωμάτιο με τον μινιμαλιστικό διάκοσμο της πολυθρόνας με την οθόνη και το πληκτρολόγιο μπροστά, σου μιλάει για πράγματα που ήδη σου είναι γνωστά.
Σου εξηγεί πως θα μιλήσεις με ένα α-ντι-γρα-φο —στο συλλαβίζει λες κι είσαι παιδί— του παιδικού σου εαυτού, δημιουργημένο από ένα προηγμένο πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης που σε έχει μελετήσει εξονυχιστικά για έξη μήνες τώρα· από τότε που δήλωσες συμμετοχή στο πρόγραμμα. Δεν θα μιλήσεις στον εαυτό σου στο παρελθόν. Αυτό είναι πρακτικά αδύνατο (συν ότι θα δημιουργούσε ανωμαλίες στον χωροχρόνο και την ίδια σου την ύπαρξη, λόγω της αποκάλυψης μελλοντικών γεγονότων στον νεότερό σου εαυτό). Πράγματα που στα έχουν πει ξανά και ξανά και τα ξέρεις από όταν ήσουν δώδεκα χρόνων και διάβαζες μανιωδώς επιστημονική φαντασία.
Ο νεαρός που σου εξηγεί τα καθέκαστα είναι νοστιμούλης, και το χαμόγελό του δείχνει ειλικρινές. Είναι ενθουσιασμένος με αυτό το πείραμα και πιστεύει σε θετικά αποτελέσματα. Το ίδιο εύχεσαι κι εσύ.
Τότε, γιατί οι παλάμες σου είναι υγρές; Γιατί τα χέρια σου είναι γροθιές; Γιατί μετράς την κάθε σου ανάσα;
Σε καθίζει στην πολυθρόνα. Είσαι άνετα. Έχεις νερό, ποτό, πατατάκια —ό,τι είχες ζητήσει— και το κόκκινο κουμπί εκτάκτου ανάγκης. Σου τοποθετεί ηλεκτρόδια στο στήθος και το κεφάλι για να καταγράφουν τις ζωτικές κι εγκεφαλικές σου λειτουργίες. Σε ξαναρωτάει αν είσαι άνετα και του λες πως ναι.
Ψέματα λες. Φοβάσαι.
Κάποια στιγμή οι ετοιμασίες τελειώνουν. Ο νεαρός σε ρωτάει αν χρειάζεσαι κάτι ακόμη, πριν βγει από το δωμάτιο και σ’ αφήσει μόνο σου για να μιλήσεις με τον δεκαπεντάχρονο εαυτό σου· τριάντα ολόκληρα χρόνια πίσω στο παρελθόν. Ένα παρελθόν που την μια στιγμή μοιάζει αιώνες μακριά, και την άλλη σαν να συνέβη μόλις χθες.
Βγαίνει. Κλείνει την πόρτα. Είσαι μόνος. Τα φώτα χαμηλώνουν. Η οθόνη μπροστά σου είναι σε μια χαλαρωτική απόχρωση του μπλε. Ο κέρσορας στο πλαίσιο κειμένου αναβοσβήνει υπομονετικά.
Αρκετά με τις αναβλητικότητες, σκέφτεσαι. Λες ψέματα στον εαυτό σου πως όλα αυτά είναι απλά μαλακίες. Μια φαντασίωση, ένα πρόγραμμα, ένα ψέμα. Σηκώνεις το χέρι και αρχίζεις να πληκτρολογείς την πρώτη σου γραμμή.
>Γεια_
@γειά. είσαι εσύ από το μέλον;
>Ναι. Γνωρίζεις τι γίνεται; Σε έχουν ενημερώσει, έτσι δεν είναι;_
@Ναι! μου είπαν πως θα μπορέσω να μιλίσω με τον εαυτό μου στο μέλον! κάπιο πείραμα με επικοινονία μέλον με παρελθόν. είσαι στ’ αλήθια εσύ;
>Θες να με δοκιμάσεις μήπως;_
@Χμ… πού κρύβω τις τσόντες μου;
>Στο κουτί του Civilization 1, γιατί είναι μεγάλο και χωράει πολλά περιοδικά_
@wow! ΟΚ. Άλλο… περίμενε… ποιος είναι ο καλύτερος μου φίλος;
>Δεν είμαι σίγουρος. Αν είσαι όντως στα δεκαπέντε, τότε ο Σωτήρης. Όμως κάπου εδώ, αν θυμάμαι καλά, ο Βλάσης θα βρει τις τσόντες με τις πούτσες και τους κώλους χύμα, και θα αναγκαστείς να του εξομολογηθείς κάποια πράγματα. Αυτός θα σε δουλεύει ψιλό γαζί για χρόνια, αλλά ταυτόχρονα θα είναι ο μόνος που σε δέχεται όπως είσαι και σε στηρίζει στα δύσκολα. Οπότε, σε τι φάση είσαι;_
@Θες να μου πεις… περίμενε. οπότε, δεν είναι απλά “μια φάση”;
@θες να πεις πως είμαι…
>Αχ. Γαμώτη μου. Νόμιζα πως το είχα αφήσει πίσω μου όλ’ αυτό_
>Πόσο με παίδεψε αυτή η αγωνία!_
>Πόσο μου γάμησε την εφηβεία αυτός ο φόβος, η αγωνία, το στρες για το αν είμαι ή όχι πούστης_
>Λοιπόν…_
>Για να τελειώνουμε. Ναι, είσαι_
>Όχι, δεν είναι κακό. Όχι, οι γονείς σου ΜΑΣ! Οι γονείς ΜΑΣ, δε θα μας πετάξουν στο δρόμο_
>Ούτε θα σε δολοφονήσει ο μπαμπάς όπως φοβάσαι. Είναι πολύ πιο κουλ απ’ όσο φαντάζεσαι_
>Δεν έχεις ιδέα πόσο ΓΑΜΑΤΟ μπαμπά έχουμε!_
>Οπότε, σταμάτα!_
>Όχι άλλο κλάμα, όχι άλλο πόνο, και για όνομα, ΠΕΤΑ το γαμημένο το βάζο με το ποντικοφάρμακο που κρύβεις στην πάνω ντουλάπα. Δε θα δουλέψει γιατί θα το κάνεις λάθος, και το μόνο που θα καταφέρεις είναι να έχεις γερό στομαχόπονο για μερικές μέρες_
>Μαλακίες. Θα χέσεις και λίγο αίμα. Θυμάμαι_
>Α, και θα έχεις στομαχικά προβλήματα για όλη την υπόλοιπη ζωή σου! Φχαριστώ!_
>Και σταμάτα να γλυκοκοιτάς την καραμπίνα και τις σφαίρες για αγριογούρουνο. Δε θα το κάνεις. Και δε πρέπει να το κάνεις. Κατάλαβες;_
Περνάει αρκετός χρόνος και φοβάσαι πως τα σκάτωσες. Αυτό ήταν. Τον τρόμαξες.
Μαλακίες! σκέφτεσαι. Δεν τρόμαξα κανέναν. Απλά κόλλησε το πρόγραμμα. Ο μικρός δε περίμενε τέτοιο ξέσπασμα.
Ούτε εσύ το περίμενες.
Όσο περιμένεις για κάποια απάντηση, και γίνεσαι όλο και πιο σίγουρος πως θα μπουκάρει στο δωμάτιο ο γλυκούλης ο νεαρός και με θυμό θα σε πετάξει έξω από το εργαστήρι, αναρωτιέσαι από που ήρθε αυτή η οργή. Έχετε συζητήσει πολλές φορές με τον ψυχολόγο σου για την οργή που έχεις μέσα σου για την χαμένη σου εφηβεία. Όταν οι άλλοι ερωτεύονταν και κάνανε σχέδια για το μέλλον, εσύ κρυβόσουν, ευνουχιζόσουν, αυτομαστιγωνόσουν και έκανες σχέδια για την κηδεία σου.
Η νέα γραμμή κειμένου που σκάει στην οθόνη σε βγάζει από τις σκέψεις σου.
@ΟK…
@Άρα, πώς είναι η ζωή μου στο μέλον;
@Έχω φύγει από το σπίτι;
@τα πάω καλά με τους γονοίς;
@με αγαπάνε; πραγματικά;
@Τι δουλειά κάνω;
@Έχω…
@έχω… γκόμενο; μ’ αγαπάει; είναι όμορφος;
@έχασα κιλά η είμαι τόφαλος;
@Δώσε ρε μια εικώνα!
Διαβάζεις μία-μία τις γραμμές του κειμένου όπως ξεπηδάνε στην οθόνη. Παίρνεις ανάσα. Πίνεις δυο γουλιές από το ποτό σου. Ξανά βαθιά ανάσα. Ξεκινάς να πληκτρολογείς.
>Ένα-ένα, μικρέ. Πάμε από την αρχή:_
>Ναι, έχεις φύγει από το σπίτι_
>Ο μπαμπάς σ’ αγαπάει_
>Κι η μαμά_
>Από δουλειά τώρα… Ας μη λέμε ψέματα. Μέχρι και χρονιά έχασες στο γυμνάσιο. Δε τ’ αγαπούσες το σχολείο_
>Κι ας διάβαζες τόνους βιβλία στο σπίτι_
>Τώρα ξέρω το γιατί, βέβαια.
>Είχες βαρέσει παραίτηση_
>Πίστευες πως επειδή, μάλλον, ήσουν πούστης, δε θα κατάφερνες τίποτα στη ζωή σου_
>Πώς εμάς μας περιμένει μόνο θλίψη και μια μίζερη ζωή_
>Λοιπόν_
>Άκου_
>ΜΗΝ ΞΑΝΑΔΕΙΣ ΕΚΕΙΝΗ ΤΗ ΓΑΜΩΤΑΙΝΙΑ με τον Άγγελο!!!_
>Δεν είναι η μία και μοναδική μοίρα του κάθε πούστη να καταλήξει πόρνη στην Αθήνα με φούστα και καλσόν και τον μαχαιρώνουν μέχρι θανάτου. Έχει χιλιάδες —εκατομμύρια!!— gay που είναι γιατροί, δικηγόροι, σχεδιαστές, προγραμματιστές, μάγειρες, λαστιχάδες, σερβιτόροι, λογιστές, ό,τι μαλακία φαντάζεσαι!_
>Μιλάω σοβαρά!_
>δε κανω πλάκα!!_
>Οπότε, πάψε να νομίζεις πως δεν έχει νόημα να πας λύκειο και να σπουδάσεις μετά γιατί είναι μάταιο_
>Στο λέω εγώ, 30 χρόνια μετά_
>Είμαι ακόμη εδώ. Δε μ’ έχει σκοτώσει κανείς_
>Οκέυ, ψέματα_
>Δε θέλω να λέω ψέματα στον νεότερό μου εαυτό…_
>Γαμώ το!_
>Το προσπάθησε ένα αρχίδι στα 22 μου_
>μας!
>Θα σου αφήσει μια ουλή δεξιά στον αφαλό, αλλά τίποτα περισσότερο. Μετά θα τον αποφεύγεις και θα τον βλέπεις στην Χρυσή Αυγή_
>Υποψήφιος βουλευτής! Αν έχεις το θεό σου!_
>Αλλά δε θα έχεις άλλες παρτίδες μαζί του. Θα είσαι μια χαρά_
>ΟΚ. Κάτι ροχάλες και χαστούκια, κάτι κλωτσομπουνίδια θα τα παίξεις στη ζωή σου_
>Αλλά τίποτα σοβαρό_
>Ούτε καν μια σπασμένη μύτη ή δόντι_
>Α! Ένα σπασμένο δάχτυλο. Ναι…_
>Το μεσαίο! Θα στο βάλουν σε γύψο και για κάναν μήνα θα τριγυρνάς κάνοντας παντού κωλοδάχτυλο_
>Θα έχει πλάκα. Θα δεις_
>Τι άλλο με ρώτησες;_
>Α, ναι. Γκόμενο… Γαμώ το_
>Σόρρυ που θα σου γαμήσω την ψυχή, αλλά δεν τα πας καλά με τον κόσμο_
>Ανοίγεσαι δύσκολα…_
>Δεν εμπιστεύεσαι και δεν αφήνεις κόσμο να σκαρφαλώνει πάνω από το τείχος που έχεις χτίσει γύρω σου. Κι όσο περνάνε τα χρόνια θα κάνεις upgrades στο τείχος. Σαν το Age of Empires II που σ’ αρέσει και το παίζεις όλη μέρα_
@Δεν το ξέρω αυτό!
>Χμ…_
>Game είναι. Ίσως να μην έχει κυκλοφορήσει ακόμη στον καιρό σου. Αλλά θα το παίζεις για χρόνια με μανία_
>Γενικά ο υπολογιστής θα είναι η ζωή σου. Μ’ αυτό ασχολείσαι_
>Με αυτό θα κάνεις σχεδόν ό,τι δουλειά έχεις κάνει στη ζωή σου_
>Προγραμματιστής! (έστω και ερασιτεχνικά), και πολύ καλύτερος από πολλούς που σουλατσάρουνε τα πτυχία τους_
>γραφίστας, web designer_
>receptionist_
>κειμενογράφος και πάει λέγοντας_
>Οπότε_
>για να σε προλάβω και με την άλλη ερώτηση που έκανες_
>Όχι, δεν αδυνάτισες και πολύ. Έχασες κάποια κιλά πριν πεθάνει η μαμά, αλλά για την υπόλοιπη ζωή σου θα είσαι χοντρός_
>πολύ!_
@ΠΕΘΑΝΕ Η ΜΑΜΑ;!
@ΠΟΤΕ!
@ΠΩΣ!
@ΓΙΑΤΙ!!!
>Ω, γαμώ το_
>Έχει νόημα να σου πω; Αφού δε μπορεί να αλλάξει κάτι_
>Στο έχουν εξηγήσει, έτσι δεν είναι;_
Η οθόνη μένει κενή για λίγο. Χρειάζεσαι αυτό το διάλειμμα. Θυμίζεις στον εαυτό σου πως δεν μιλάς στον πραγματικό σου εαυτό αλλά σε ένα πρόγραμμα. Ένα γαμημένα καλό πρόγραμμα, παραδέχεσαι στον εαυτό σου, αλλά πρόγραμμα.
Ο νεότερος σου εαυτός είναι οριστικά στο παρελθόν, κι ό,τι κομματάκια του έχουν επιβιώσει στην μνήμη σου, είναι ενσωματωμένο σ’ αυτό που είσαι στο παρόν.
Οπότε, γιατί είσαι τόσο αναστατωμένος; Επειδή είπες σ’ ένα παιδί ότι πέθανε η μάνα του και ξέρεις το πότε και το γιατί;
Ξαφνικά νιώθεις κακός, ένοχος, βρόμικος. Η φωνή που έχεις χρόνια μέσα σου, και που ποτέ δεν έχει πει καλή κουβέντα για σένα και νόμιζες πως της είχες βουλώσει το στόμα, έχει βγάλει ντουντούκα και ουρλιάζει τώρα. Σκέφτεσαι τον ψυχολόγο σου. Πόσο πολύ θα ήθελες να ήταν εκεί τώρα, να του μιλούσες, να σου μιλούσε. Αλλά δεν είναι.
Σ’ αυτό το πείραμα είσαι μόνος.
@Θέλω να ΞΕΡΟΟΟ!
@Πες μου!
@Θέλω να ξέρω κι αςξέρω ότι θα ξεχάσο τα πάντα μόλις τελιώσουμε
@Έχω βρει κόλπο και θα τα σώσω!
@θα τη σοσω!!
@Άκου που σου λέω
@Μίλα!!
Ανάσα. Ηρεμία. Πιάσε τα ηνία.
>Ήρεμα_
>Άσε να μαντέψω_
>Έχεις ακόμη τον 486 στα 40MgHz με την VGA οθόνη. Έχουν βγει τα windows95 ή έχεις τα 3.11; Κι έχεις κάποιο screen capture πρόγραμμα; Ή έχεις ανοίξει το word 6.0. Και κάνεις copy-paste ό,τι γράφουμε;_
@Όντος είσαι εγώ!
>Ναι, ναι. Been there, done that, kid. Δε θα πιάσει_
>Έχω ρωτήσει. Πίστεψέ με, δε θέλουν ν’ αλλάξει το μέλλον_
>Θα μπορούσα π.χ. να σου έστελνα τους αριθμούς του λαχείου, ή του Λόττο και να γινόσουνα, εμείς, και οι δύο, πλούσιοι_
>Αλλά δε γίνεται. Και δεν πρέπει να γίνει!_
>Σ’ αρέσει η επιστήμη, η φυσική, η τεχνολογία. Διαβάζεις σα πούστης. Καταλαβαίνεις γιατί πράγμα μιλάω_
@και πάλι, θέλω να ξέρω για την μαμά!
@πες μου πόσο καιρό έχω, τουλάχιστον…
@σε παρακαλώ!
@ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ!!!!
Αναστενάζεις. Πίνεις άλλη μια γουλιά.
>Μια δεκαετία, πάνω-κάτω. Μπορεί να έχει κόψει το κάπνισμα, αλλά ο καρκίνος είναι ήδη μέσα της_
>Θα είναι αργά όταν το πάρει χαμπάρι_
>Πολύ αργά_
@Γαμότο! Πάντα της έλεγα ότι αυτό θα την σκοτόσει. Τρία πακέτα κάπνιζε η ρουφιάνα!
>Ναι, το θυμάμαι_
>Όταν ήμουν μικρός και έπεφτε για ύπνο, κοιμόταν τόσο βαθιά που πήγαινα κοντά της και… Θυμάσαι;_
@να δω αν αναπνέει! Φοβόμουν πος θα πεθάνει από το τσιγάρο. ηθελα να δω αν ανεβοκατεβένει η κιλιά της
>Ναι. θυμάμαι_
Σκουπίζεις τα δάκρυα σου. Γιατί κλαις; Το έχεις ξεπεράσει υποτίθεται. Δεκαοχτώ χρόνια έχουν περάσει. Πάει, το ξεπέρασες. Όχι; Τηλέφωνο στον ψυχολόγο μετά; Καλά. Σκάσε τώρα. Σου μιλάει ο μικρός. Πες του μια καλή κουβέντα. Ξέρεις πόσο ανάγκη το έχει. Μισεί τον εαυτό του. Τον μισεί πραγματικά και βαθιά. Τον κατατρώει βαθιά ενοχή. Μέχρι και σήμερα έχεις υπολείμματα και φέρεις τραύματα από αυτό το μίσος. Σπείρε έναν καλό σπόρο, κάτι!
Ναι, είναι μάταιο. Πρόγραμμα και μαλακίες. Τα ξέρεις. Αλλά, έστω κι έτσι, τι πειράζει; Τόσα και τόσα παιχνίδια στον υπολογιστή, χιλιάδες ώρες κυριολεκτικά! Έχεις ζήσει την μισή σου ζωή αναζητώντας καταφύγιο στην φαντασία. Πειράζει άλλη μία;
@ο μπαμπάς πος είναι;
>Ο Μπαμπάς –φτού-φτού– είναι τζόβενο. 75 χρονών έγινε_
>Παντρεύτηκε ξανά_
>Μια καλή γυναίκα. Θα την συμπαθήσεις_
>Τον αγαπάει πραγματικά_
>Πούλησε το μαγαζί και πήρε χωράφι_
>Έχει βάλει ελιές και όλη μέρα είναι στον μπαξέ_
@Λες ΨΕΜΑΤΑ! Ο μπαμπάς μιση τους μπαξέδες!
>Ναι, και το ψάρεμα. Τώρα όμως κάνει και τα δύο. Έχει πάρει και βάρκα κι όλο το καλοκαίρι ψαρεύει_
@ψέματα!!!
>Κι όμως_
>Αλλάζει ο άνθρωπος_
>Να τ’ ακούς κι εσύ_
>Αλλάζει!_
@τι μαλακίες μου λες; μου λες πος και στο μέλον πάλι θα είμαι χοντρός, πούστης και χορίς γκόμενο. Άρα, οτι και τώρα. Απλά δε θα σκέφτομε να τινάξω τα
@ξέρεις…
>Όχι άλλο τσιμπούκωμα την καραμπίνα, μικρέ_
>Άστο_
>Δεν αξίζει_
>Σκέψου πόσο φρικτό θέαμα θα ήταν κάτι τέτοιο για τους γονείς μας_
>Και όχι, δε σε μισούνε_
>δε θα τους κάνεις δώρο με το να σκοτώσεις τον εαυτό σου όπως πιστεύεις. Πιστεύαμε και οι δύο, για χρόνια_
@τώρα, εκειστο μέλον που είσαι. Δε το πιστεύης πια;
>ΟΧΙ ΓΑΜΩ ΤΟ!_
>Καμία σχέση!_
>όταν το πήρε χαμπάρι ο μπαμπάς πήρε την καραμπίνα και την κατέστρεψε μπροστά στα μάτια μου_
>μας_
>Τώρα κάθε μέρα λέει πόσο μ’ αγαπάει_
>ΜΑΣ ΑΓΑΠΑΕΙ!!_
>Λέει ότι θα του είχα γαμήσει τη ζωή αν είχα τραβήξει τη σκανδάλη_
>Μικρέ, δε μπορώ να το τονίσω αρκετά, αλλά θα το κάνω:_
>Μην χαραμίζεις την πιο όμορφη δεκαετία της ζωής σου με το να σκέφτεσαι κάθε μέρα την αυτοκτονία! Δεν έχεις ιδέα πόσο πολύτιμος είναι ο χρόνος!_
>Και πόση ζημιά θα κάνεις στον εαυτό σου!_
>σε μένα!_
>ΚΑΙ στους ΔΥΟ μας!_
@και τι να κάνο; Να το αποδεχτο; Να βγω έξω και ν’ αρχίσω να την πέφτο στ αγόρια;
@Ξέρεις ΠΟΥ ζω.
@ΞΕΡΕΙΣ ΤΙ ΛΕΣ!!
>Όχι, δεν είπα κάτι τέτοιο_
>Δεν είσαι έτοιμος για κάτι τέτοιο. Το ξέρω. Το θυμάμαι_
>Κάθε τι στον καιρό του_
>Για τώρα, απλά, σου λέω, πως θα ήθελα να πάψεις να μισείς τόσο πολύ τον εαυτό σου, να είσαι τόσο ενοχικός, και φοβισμένος_
>και να πιστεύεις πως για ό,τι κακό συμβαίνει στο σπίτι φταις εσύ_
>Να σου πω: καλοί μαλάκες κι οι γονείς μας_
>Ναι, αυτό που σου λέω!_
>Είχε κι η μάνα τη λασκαρεμένη βίδα της_
>Κι ο μπαμπάς ήταν πολύ δειλός και έπρεπε να την είχε βάλει κάτω και να λύσουν τα προβλήματά τους_
>Όχι ν’ αφήνουν εσένα να μαζεύεις από κάτω τα σκουπίδια της σχέσης τους_
>Ναι, ΟΚ. Για σένα είναι ακόμα το τότε, θεοί! Αλλά δεν είναι_
>Προσπάθησε να τους δεις με άλλο μάτι. Δεν είναι απλά ο ΜΠΑΜΠΑΣ κι η ΜΑΜΑ… είναι ΆΝΘΡΩΠΟΙ!_
>Η μαμά είναι γυναίκα! Έχει γκόμενο! Γιατί έχει ΘΕΜΑΤΑ!!_
>Κι μπαμπάς είναι άντρας, και κολλημένος! Γι’ αυτό δουλεύει όλη μέρα. Εκεί έχει μάθει να ξεσπάει. Για να μη σκέφτεται. Να μη θυμάται την αδερφή μας_
@Μα είναι καλά στο ίδρημα. Για καλό την πήγαν εκεί. Στην ελλάδα δεν έχει μέρι για αυτήν
>Είναι εξωτερικό. Δεν την βλέπει_
>Αναγκάστηκε να παραχωρήσει την κηδεμονία της_
>να την διαγράψει από την ζωή του_
>ξέρεις πόσο του κόστισε αυτό;!_
>Σκατά!_
>Όταν μεγαλώσεις θα καταλάβεις πως η αδερφή μας είναι μια ανοιχτή πληγή στη ψυχή του μπαμπά. Για όλη την οικογένεια!
>Ακόμη και τώρα, αν πεις το όνομά της, δακρύζει_
>Ρε, ο μπαμπάς, δακρύζει!_
>Τον έχεις δει να κλαίει; Δεν τον έχεις!_
>Ε, λοιπόν, κάτσε να δεις όταν πεθάνει η μαμά!_
>Να τον δεις στο πάτωμα της κουζίνας να κλαίει και να ουρλιάζει_
>Θα κατουρηθείς πάνω σου_
>ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΑ!_
>Κι ας είσαι 160 κιλά βόδι_
@ΣΤΑΜΑΤΑ!
@με τρομάζης!
@ο μπαμπάς είναι βράχος!
@δε κλέει. είναι δυνατός!
@Είναι το αντήθετο από μένα!! εγώ είμαι αδύναμος, χαζός
@αχρηστος
@Είναι ο καλύτερος!
>Ναι. Άσε να μαντέψω…
>Είμαστε ακόμα στο: οι άνδρες δε κλαίνε. Μονάχα πίνουν, βρίζουν, δέρνουν και σπάνε πράγματα, ε;_
@Ο μπαμπάς ποτέ δε με έδιρε
@κανέναν. ποτέ!
@Δεν είναι τέτιος!
@Αν είσαι εγώ στο μέλον θα το ήξερες!
>Καλά, φάε τα σκαμπίλια σου όταν σε πιάσει με την καραμπίνα στο στόμα και τα λέμε μικρέ_
>τίποτα δε ξέρεις ακόμα!_
>15 είσαι! Χέσε με!_
@δε μου αρέση ο τρόπος που μου μηλάς
@και το χρονομετρο κοντεύη το μηδεν!
@αν είναι να μου γαμήσης τα νεύρα, καλά το πας!!
@καλός μαλάκας έγινες κι εσύ βλέπο
@με κανειςνα θελο να τιναξω τα μιαλα μια ωρα αρχιτερρα!
@αποτυχημένε!
@χοντρέ!
@ΠΟΥΣΤΑΡΑ!!!!!
Πας να γράψεις κάτι, αλλά τα χέρια σου μένουν μετέωρα. Σκέφτεσαι αυτό που κάνεις. Τι κάνεις; Έχεις πιάσει καυγά με έναν πιτσιρικά; Ένα δεκαπεντάχρονο; Και μάλιστα, έναν δεκαπεντάχρονο που είναι εσύ;
Και σου θύμισε το χρονόμετρο. Το έχεις ξεχάσει;
Τι νόμιζες, πως θα είχες μόνιμη ανοιχτή γραμμή με τον εαυτό σου παιδί; Ότι μέρα τη μέρα, στιγμή τη στιγμή θα έλυνες σιγά-σιγά όλα σου τα προβλήματα; Ξεκόλλα. Έχεις πολύ λίγο χρόνο.
Πες κάτι καλό. Πες κάτι που θα δώσει κουράγιο σ’ αυτό το τσακισμένο εφηβάκι που έχει χρόνια πάψει να βλέπει κάτι καλό πάνω του.
Που βάζει στον εαυτό του την μία τρικλοποδιά μετά την άλλη, που ναρκοθετεί το μέλλον του —το μέλλον ΣΑΣ— με απόλυτη σιγουριά πως έτσι κάνει το σωστό. Διάολε! Ξεκόλλα! Κάτι καλό θα πρέπει να του αναγνωρίσεις. Υποτίθεται πως μεγάλωσες, έμαθες, σκέφτηκες, ψάχτηκες, ωρίμασες!
ΤΙ ΘΑ ΕΛΕΓΕΣ ΣΕ ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΔΕΚΑΠΕΝΤΕ ΕΤΩΝ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΥ ΔΩΣΕΙΣ ΚΟΥΡΑΓΙΟ;
Σκέφτηκες; Ωραία. Ξεκόλλα και γράψ’ το γιατί έχεις λιγότερο από ένα λεπτό.
>ΟΚ, μικρέ_
>ο χρόνος τελειώνει_
>συγνώμη αν σε αναστάτωσα_
>ακόμη και εγώ, στο μέλλον, έχω τα προβλήματά μου_
>δεν είμαι τέλειος!_
>Αλλά άκου_
>δεν είσαι κακός_
>ούτε χαλασμένος_
>ούτε ελαττωματικός_
>δεν είναι δουλειά σου να είσαι το ΤΕΛΕΙΟ παιδί επειδή η αδερφή μου γεννήθηκε ανάπηρη_
>δεν είναι ευθύνη σου να καλύψεις το κενό_
>ΔΕΝ χρειάζεται να γίνεις αυτό που ονειρεύονται οι γονείς, οι θείες, οι γιαγιάδες και μαλακίες_
>έχεις καλά πράγματα_
>σου αρέσουν τα βιβλία_
>οι σκέψεις_
>οι επιστήμες_
>αγαπάς τα ζώα_
>τα σκυλιά_
>τα γατιά_
>είσαι καλός και πιστός φίλος_
>καλύτερος από αυτούς που έχεις τώρα και θα σε πονέσουν_
>δίνεις_
>υπερβολικά πολλά και ζητάς λίγα σ’ αντάλλαγμα_
>και αυτό είναι κακό_
>Γινε λίγο εγωιστής_
>Πρόσεχε την υγεία σου_
>ξεσπάς το φαι γιατιπονας και ψαχνεις ανακουφιση_
>δε πειράζεει που εισαιχοντρος_
>ούτε που εισαι γκέι_
>θα βρεις φίλους καλυτερους και θαγνωριζεις απίθαατ_
<<<<sysmsg: your allotted time has expired; session terminated>>>>
Το χρονόμετρο έχει μηδενίσει. Η οθόνη μαυρίζει. Οι αισθήσεις σου σιγά-σιγά επιστρέφουν στο παρόν. Η ανάσα σου γρήγορη και ρηχή, ιδρώτας τρέχει από τους κροτάφους σου. Το στόμα σου στεγνό. Η καρδιά σου γρήγορη.
Η πόρτα ανοίγει. Ο ίδιος νέος με το όμορφο πρόσωπο σου μιλάει. Κουνάς το κεφάλι σου. Δε καταλαβαίνεις. Τι είπε; Σου βγάζει κάτι καλώδια από το σώμα. Απομακρύνει το γραφείο με τα ροδάκια και σε βοηθάει να σηκωθείς. Κάτι καταλαβαίνεις τώρα. Σε ρωτάει αν νιώθεις καλά; Νεύεις, απλά για να δώσεις μια απάντηση που να δείχνει πως υπάρχει επαφή με περιβάλλον. Κάτι σου λέει για ένα δωμάτιο, δίπλα, για μια συνέντευξη με την ομάδα των ειδικών. Μια αξιολόγηση. Ρωτάει ξανά αν είσαι εντάξει. Σε κρατάει από το μπράτσο, σαν να είσαι παιδάκι και σε βοηθάει να βγεις από το δωμάτιο. Σβήνει τα φώτα και κλείνει την πόρτα.
—ΤΕΛΟΣ—
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Το διήγημα έγραψε ο Περικλής Πασχίδης, στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής