Ονειροπολώντας στο μπουντρούμι

0
1706

dream

Είναι μια σκηνή από το «Δόκτωρ Ζιβάγκο», του Ντέιβιντ Λιν. Η μόνη σκηνή της ταινίας που θυμάμαι. Όπου ο πρωταγωνιστής με την οικογένεια του έχουν κλειστεί σ’ ένα τρένο που τους μεταφέρει στην εξορία.

Κάποια στιγμή ο Ομάρ Σαρίφ ανοίγει ένα μικρό παράθυρο και κοιτάζει το φεγγάρι. Το τρένο προχωράει για τις παγωμένες στέπες της Σιβηρίας κι αυτός, χωρίς θλίψη, αλλά με τα μάτια βουρκωμένα από το θέαμα, θαυμάζει το φεγγάρι.

~~{}~~

Η γενιά του Άβελ.

Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που έχουν ταλέντο στην…  πραγματικότητα.

Τους αναγνωρίζεις πολύ εύκολα, απ’ τα υπέροχα ρούχα τους, το υπέροχο αυτοκίνητο τους, την υπέροχη οικογένεια τους και την υπέροχη ζωή τους.

Είναι αυτοί που έχουν πάντα δίκιο. Πατάνε γερά στη γη κι ο κόσμος τους ανήκει.

Ποτέ δεν έχουν αμφιβολίες.

Ποτέ δεν σπαταλάνε τον πολύτιμο χρόνο τους.

Ποτέ δεν τεμπελιάζουν, μόνο ξεκουράζονται.

Ποτέ δεν ονειροπολούν, μόνο κάνουν σχέδια.

Ποτέ δεν προσπαθούν για κάτι, απλά το καταφέρνουν.

Ποτέ δε ρεμβάζουν, μόνο σκέφτονται.

Ποτέ κανείς δεν τους βοηθάει, παρά βοηθάνε όλους τους άλλους.

Ποτέ δε χάνουν, γιατί η λέξη «ήττα» δεν υπάρχει στο λεξιλόγιο τους.

Κι αν κάποτε αστοχούν στις προβλέψεις τους, αυτό δεν είναι ποτέ δικό τους λάθος, αλλά απόρροια της αναγκαστικής συνεργασίας με ανθρώπους που δεν είναι τόσο υπέροχοι όσο εκείνοι.

~~{}~~

Ένα καλό παράδειγμα τέτοιων ανθρώπων είναι οι πολιτικοί. Είναι οι άνθρωποι που έκλεισαν τον Δόκτωρ Ζιβάγκο –καθώς και τον Παστερνάκ, το συγγραφέα του βιβλίου- σε ένα βαγόνι για τη Σιβηρία.

Όμως –όπως όταν ακούς έναν τραγουδιστή με «άψογη» φωνή και άρθρωση, που χειροκροτείς στο τέλος χωρίς να έχεις συγκινηθεί ούτε για μια στιγμή- δεν υπάρχει τίποτα πιο απάνθρωπο, πιο τεχνητό, από την τελειότητα.

Στη λογοτεχνία, το σημαντικότερο μυθιστόρημα όλων των εποχών θεωρείται εκείνο όπου ο ήρωας είναι τρελός και πεθαίνει στη Μάντσα αποκηρύσσοντας ακόμα και την τρέλα του.

Η αμφιβολία, η ονειροπόληση, η πίστη στο αδύνατο και στο μαγικό, η ελπίδα και η επίγνωση της ματαιότητας ταυτόχρονα, είναι το αντίδοτο στην αδυναμία προσαρμογής στην πραγματικότητα, γιατί υπάρχουν κάποιοι που δεν μπορούν να την αποδεχτούν.

~~{}~~

Η γενιά του Κάιν

Άνθρωποι με όνειρα, φιλοδοξίες, ταπεινή καταγωγή, ευσυνείδητοι, αιθεροβάμονες, απροσάρμοστοι, αυτοκαταστροφικοί, κυκλοθυμικοί, πολλές φορές και μανιοκαταθλιπτικοί, επιπόλαιοι, γενναιόδωροι, σπάταλοι, άφραγκοι,  ανικανοποίητοι, αντικοινωνικοί, με λάθος ημερομηνία και τόπο γέννησης, απογοητευμένοι.

Με ατενές βλέμμα, αλαφροΐσκιωτοι και νεραϊδοπαρμένοι, περιφέρονται στα άλση κραδαίνοντας την άρπα τους.

Ποιητές στίχων που κανείς δε θα μελοποιήσει, τροβαδούροι ασμάτων που ποτέ δε θα ηχογραφηθούν, ζωγράφοι νεκρών τοπίων που κανένα μουσείο δε θα αγοράσει, ιδανικοί κι ανάξιοι εραστές, χορευτές χωρίς μουσική συνοδεία και χωρίς παρτενέρ, ηθοποιοί κάτω από σβηστά φώτα, σε κενές αίθουσες.

~

Αυτοί οι άφρονες κι άσωτοι υιοί και θυγατέρες έχουν βρει διάφορους τρόπους για ν’ αναπτερώνουν το ηθικό τους. Καθείς και τα όπλα του.

Τσιγάρο, αλκοόλ, φαΐ, παραισθησιογόνα, οπιούχα, βαρβιτουρικά, σαδομαζοχισμός, ρώσικη ρουλέτα, ελεύθερη πτώση –με ή χωρίς αλεξίπτωτο, αυτοκτονία, ανατολική φιλοσοφία, γιόγκα, χουλιγκανισμός, ληστείες τραπεζών, επιστροφή στη φύση, γυμνισμός, εθελοντικός εγκλεισμός σε ψυχιατρείο, πατάτες τηγανιτές, συλλογή γραμματοσήμων, πλέξιμο, βελονισμός, αυτοακρωτηριασμός, τριχοτηλομανία, σύνδρομο Κοτάρ, κάποιοι καλλιεργούν γενειάδες, άλλοι γίνονται φύλακες στη σίκαλη, εκτρέφουν ιππόκαμπους, σκοτώνουν τους ιππόκαμπους όταν γεράσουν, διασχίζουν τη Μάγχη οπισθάγκωνα δεμένοι, παριστάνουν τον Γουλιέλμο Τέλλο με ένα ποτήρι σαμπάνιας στο κεφάλι της γυναίκας τους, αστοχούν.

~

Μπορείτε να τους δείτε παντού τριγύρω σας.

Αρκεί ν’ ανοίξετε τα μάτια σας και να παρατηρήσετε τον κόσμο.

Είναι εκείνοι οι συμμαθητές που αγνοούσατε την ύπαρξη τους, είναι τα παιδιά που στέκουν μόνα στην άκρη της παιδικής χαράς, είναι τα κορίτσια της συγγνώμης, τ’ αγόρια που δεν κατάφεραν ποτέ να βάλουν καλάθι.

Είναι κάποιες κουρτίνες σε σκοτεινά δωμάτια που παραμερίζουν για μια στιγμή, είναι ο άνθρωπος που κάθεται δίπλα μας στο λεωφορείο και ξαφνικά αρχίζει να γελάει, είναι αυτός που περπατάει κάτω απ’ τη βροχή με το πρόσωπο στραμμένο προς τα σύννεφα, είναι το μαύρο πρόβατο κάθε οικογένειας, είναι ο μουσικός που στήνει μεγαλειώδεις συναυλίες στο πεζοδρόμιο, καθώς κι ο γέρος που ταΐζει τα περιστέρια για να μη γυρίσει στο άδειο του σπίτι, είναι η γυναίκα που πηγαίνει μόνη της στο θέατρο κι όταν η παράσταση τελειώνει φεύγει όσο πιο γρήγορα μπορεί.

Eίναι η φωτογραφία ενός χλωμού πρόσωπου στα παραλειπόμενα της εφημερίδας συνοδευόμενη από δυο λέξεις «υπερβολική δόση», είναι ο ψαράς που χαίρεται όταν ανεβάζει άδεια δίχτυα κι ο κυνηγός που πετάει το όπλο του και μετατρέπεται σε θήραμα.

Είναι τα βουβά πρόσωπα στις κεφάτες παρέες και τα χαμογελαστά πρόσωπα στις κηδείες, είναι οι αλήτες συγγραφείς με τρύπια συκώτια κι άδειες τσέπες, είναι εκείνοι που κάηκαν για τις ιδέες τους πριν καν τις ξεκαθαρίσουν στο μυαλό τους, είναι οι έσχατοι άνθρωποι, τα κατάλοιπα της εξελικτικής διαδικασίας.

~~{}~~

Μεγαλύτερη παρηγοριά τους: Τ’ άστρα.

Όπως είπε κι ο Ιρλανδός που έσβησε σ’ ένα φτηνό δωμάτιο ξενοδοχείου στη Γαλλία:
«Όλοι βρισκόμαστε μέσα στο βούρκο. Αλλά κάποιοι κοιτάνε τ’ αστέρια.»