Το σκαθάρι που πέθανε δυο φορές

0
1203

Στην αυλή του χωριού παίζουν τρία γατάκια. Η μάνα τους τα παρακολουθεί. Λέγεται Φατ Μαγκιούλ, όνομα που πήρε απ’ τα τούρκικα που βλέπει η γιαγιά.

Κάποια στιγμή η Φατ Μαγκιούλ πιάνει μια λιβελούλα. Με το έντομο στο στόμα να σπαρταράει φωνάζει τα μικρά της. Μόλις πλησιάσουν και δουν τι κρατάει, το τρώει. Σημαντικό μάθημα: Αυτό τρώγεται.

~~

Το Σάββατο ήμασταν στο Ανήλιο, ένα χωριό στην άγρια περιοχή του Πηλίου. Το αυτοκίνητο κόντεψε να καεί στις ανηφόρες. Οι φίλοι που μας κάλεσαν έχουν χτίσει μια καλύβα, ένα διώροφο αυτοσχέδιο σπίτι μέσα στο δάσος, με θέα το Αιγαίο.

Απόλυτη ησυχία -πέρα απ’ τα τζιτζίκια. Ούτε ρεύμα ούτε τηλέφωνο ούτε νερό. Να μείνεις εκεί έναν μήνα και να ξεχάσεις όλ’ αυτά που σε κάνουν απάνθρωπο.

Περνάμε την νύχτα με κρασί, φαγί και κουβέντα. Ο Δημήτρης είναι αυτόχθονας, αλλά στα δεκατέσσερα, χωρίς να υπάρχει ούτε ένα βιβλίο στο σπίτι, ξεκίνησε να διαβάζει. Δούλευε μεροκάματο και ξόδευε όλα τα λεφτά του σε βιβλία.

Η μάνα του τον έβλεπε να ξοδεύει για να διαβάζει και αγχωνόταν: “Πιο σιγά”, του ‘λεγε, “πιο σιγά, να φτουράνε. Μην τα τελειώνεις σε μια μέρα”.

~~

Η Φατ Μαγκιούλ επιστρέφει από κυνήγι. Φωνάζει τα γατιά. Έχει στο στόμα της ένα σκαθάρι, αλλά αυτό δεν το τρώει. Μόλις πλησιάζουν τους το δίνει. Τα μικρά ξεκινάνε να παίζουν, σαν να παίζαν ποδόσφαιρο.

Σύστημα Μοντεσόρι για γάτες: Εκπαίδευση μέσω του παιχνιδιού.

Το σκαθάρι είναι ακόμα ζωντανό. Όποτε το αφήνουν για λίγο προσπαθεί να ξεφύγει. Αποφασίζω να παρέμβω, σαν από μηχανής θεός. Παίρνω το σκαθάρι και το αφήνω να φύγει.

Τα γατιά συνεχίζουν να παίζουν, μ’ ένα φύλλο. Το σκαθάρι με κοιτάζει στα μάτια: “Θα στο ξεπληρώσω κάποτε”, μου λέει.

Μπαίνω στο σπίτι για να πάρω παγάκια. Στην τηλεόραση έχει ειδήσεις και λένε για τον Ρασπούτιν της Ελλάδας, τον μέγα συνωμότη, τον Βαρουφάκη.

Βγαίνω έξω όσο πιο γρήγορα μπορώ. Ηρεμία.

~~

“Έχεις διαβάσει Πολ Όστεν;” με ρώτησε ο Δημήτρης το Σάββατο.

Αρνήθηκα και πήγαμε να μου δανείσει κάποιο. Τη βιβλιοθήκη του θα τη ζήλευαν πολλές δημοτικές. Μου δίνει το “Παλάτι του Φεγγαριού”.

Μέχρι το βράδυ της επομένης το ‘χα διαβάσει. Κάποια βιβλία δεν σ’ αφήνουν να τ’ αφήσεις.

~~

Τα γατιά ξαναπιάσαν το σκαθάρι (ή μπορεί να είναι κάποιο άλλο, όλα τα σκαθάρια μου φαίνονται ίδια). Αυτή τη φορά δεν παρεμβαίνω. Απ’ το καφενείο ακούγεται ο Καζαντζίδης: “Θεέ μου, τη δεύτερη φορά, που θα ‘ρθω για να ζήσω.”

~~

Ο Δημήτρης μου λέει για τα εντομοκτόνα. Επειδή αυτά που επιτρέπονται που πωλούνται στην Ε.Ε. δεν είναι αρκετά δραστικά (όπου δραστικά μπορείτε να συμπληρώσετε κι επικίνδυνα), κάποιοι πηγαίνουν στην Τουρκία κι αγοράζουν πιο φτηνά και πιο “αποτελεσματικά” δηλητήρια.

Μου λέει πως όταν ψέκαζε ο πατέρας του έπεφταν τα σπουργίτια απ’ τον ουρανό. Αρρώστησε κι εκείνος τελικά.

~~

Στην πλατεία του Άγιου Βλάσιου, στο μοναδικό καφενείο πλέον, οι θαμώνες απολαμβάνουν τα τσίπουρα και τους μεζέδες. Στην παιδική χαρά τα περισσότερα παιδάκια είναι αλβανικής καταγωγής. Αν δεν υπήρχαν κι αυτά ο μέσος όρος ηλικίας θ’ άγγιζε τα ογδόντα.

Σχεδόν κάθε μέρα η καμπάνα ηχεί πένθιμα. Άλλος ένας γέροντας μετεμψυχώθηκε σε σκαθάρι -για να τον φάνε οι γάτες.

“Θεέ μου, τη δεύτερη φορά, που θα ‘ρθω για να ζήσω.”

~~

Η Φατ Μαγκιούλ κοιτάει ψηλά ασκαρδαμυκτί. Στα κεραμίδια είναι ένας ξένος γάτος, παρείσακτος. Αν κάνει το λάθος να κατέβει θα δεχτεί επίθεση.

Οι ξένοι ποτέ και πουθενά δεν είναι ευπρόσδεκτοι.

~~

“Πώς σε αντιμετωπίζουν οι συγχωριανοί σου;” ρωτάω τον Δημήτρη, που εκτός από αναγνώστης είναι και ζωγράφος. Και κάθε καλλιτέχνης είναι ύποτπος στις μικρές κοινωνίες.

“Με ξέρουν”, λέει ο Δημήτρης.

Άλλωστε αυτός δεν είναι ξένος. Είναι ένας δικός τους που έτυχε να βγει λίγο περίεργος. Τόσο περίεργος όσο αντέχουν.

~~

Στο βιβλίο του Όστεν κυριαρχούν οι  συμπτώσεις. Συμβαίνει συχνά στα μυθιστορήματα. Βασίλισσα των συμπτώσεων ήταν η Άιρις Μέρντοχ.

Τα μυθιστορήματα, όπως κι οι ταινίες, είναι κλειστά συστήματα. Τίποτα δεν συμβαίνει άσκοπα, όλα έχουν σχέση.

Η αληθινή ζωή είναι κάπως διαφορετική. Πάλι όλα έχουν σχέση με όλα τα άλλα, όμως αυτά τα “όλα” κι αυτά τα “άλλα” είναι τόσο πολλά που συνήθως χάνουμε τη σχέση τους. Κι όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με τη σχέση δύο γεγονότων ή προσώπων ή ιδεών, που μέχρι τότε δεν γνωρίζαμε, μένουμε έκπληκτοι: “Τι σύμπτωση!”

Έμαθα τις προάλλες για τον “χώρο Χίλμπερτ”. Αυτός έχει να κάνει με τα ανώτερα μαθηματικά, αλλά για τους κοινούς ανθρώπους σαν κι εμάς είναι ένας χώρος με άπειρες διαστάσεις.

Ένας χώρος Χίλμπερτ είναι η ζωή κάθε ανθρώπου. Αυτά που μας καθόρισαν κι αυτά με τα οποία αλληλεπιδράσαμε είναι τόσο πολλά που αδυνατούμε να αντιληφθούμε την κρυφή αρμονία που εμπεριέχεται σ’ αυτό που φαίνεται σαν χάος.

Στα μυθιστορήματα το Χάος οργανώνεται απ’ τον συγγραφέα, έναν αδέξιο θεό που φτιάχνει τον Κόσμο του με λίγες διαστάσεις-σχέσεις.

Ένα μυθιστόρημα στο χώρο Χίλμπερτ θα ήταν αδύνατο να γραφτεί, αφού η απειρία των διαστάσεων θα χρειαζόταν άπειρες σελίδες.

Κι αν έπρεπε να καταγράψει όλα όσα βλέπουν, ακούν οι κάτοικοι του χωριού, όλα όσα σκέφτονται και θυμούνται όλοι οι κάτοικοι του χωριού, τότε το άπειρο δεν θα ήταν τίποτα άλλο από ένα σκαθάρι στα χέριας της Μεγάλης Γάτας, αυτής που δημιούργησε τον κόσμο γουργουρίζοντας.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Η φωτογραφία είναι του René Maltête