O νους μας είν’ αληταριό

0
777

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι 8edc45df9dbfa09adc16827968062ef5.jpgαπό τον Γελωτοποιό

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Χώρος:  Αθήνα. Οίκος Ευγηρίας για άτομα με νευρολογικές παθήσεις.

Χρόνος: Αύγουστος, 2033

Στόχος: Η τελευταία συναυλία των Metallica.

Οι ήρωες

1) Λένος, ο Σουγιάς, ετών 92.

Ο Λένος ήταν λογιστής. Οι συνάδελφοι τον θαύμαζαν για την ταχύτητα που πληκτρολογούσε στην αριθμομηχανή, με το δεξί χέρι, χωρίς να κοιτάζει. Διαγνώστηκε με σύνδρομο Τουρέτ σε μεγάλη ηλικία, αφού πριν δεν υπήρχε ως σύνδρομο. Το δεξί του χέρι δεν μπορεί να σταματήσει να κουνιέται. Λόγω του Τουρέτ είναι αθυρόστομος – βρίζει άθελά του. Επιπλέον, το πρόσωπό του είναι μια διαρκώς μεταλλασσόμενη μάσκα από τικ. Λατρεύει τα μήλα, αλλά οι φύλακες δεν τον εμπιστεύονται με μαχαίρι, αφού διαρκώς αυτοτραυματίζεται.

2) Ζώγια, η ντερμπεντέρισσα, αγνώστου ηλικίας. (Η ίδια λέει 99, αλλά μάλλον κρύβει χρόνια).

Η Ζώγια ήρθε στην Ελλάδα μετά την καταστροφή της Σμύρνης. Μεγάλωσε στον Πειραιά, γνήσια ρεμπέτισσα. Γνωρίζετε την Ξακουστή Τετράδα του Πειραιά; Ε, κάποια στιγμή έγινε πεντάδα. Η Ζώγια έχει την ασθένεια του Μικρού Θεού ή της Αφροδίτης. Στα μπουρδέλα όπου δούλευε κόλλησε κάποια στιγμή σύφιλη. Μέχρι να μπορέσουν να τη θεραπεύσουν είχε επηρεαστεί ο εγκέφαλος. Αυτό την κάνει να νιώθει ότι είναι η πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου και περνάει συχνά κρίσεις μανίας.

3) Τζώρτζης, ο πιτσιρίκος.

Είναι πράγματι ο πιο μικρός απ’ όλους, ετών 82, αλλά δεν τον φωνάζουν έτσι γι’ αυτό. Ο Τζώρτζης ήταν μπάτσος κι είχε ως πρότυπο τον ντετέκτιβ Χάρι Χόλε. Έπινε σαν φίδι, όλη μέρα κι όλη νύχτα. Κάποια στιγμή, στα σαράντα, έπαθε το σύνδρομο Κόρσακοφ. Ανάμεσα στ’ άλλα συμπτώματα επηρεάστηκε κι η μνήμη. Ο Τζώρτζης νομίζει ότι είναι ακόμα 40 χρονών, κάθε πρωί ξυπνάει σ’ αυτή την ηλικία. Θυμάται τα πάντα πριν το Κόρσακοφ, τίποτα μετά. Όταν βλέπει τον εαυτό του στον καθρέφτη αργεί να πειστεί ότι είναι ο ίδιος, κι όχι κάποιος γέρος.

4) Ναπολέων, ο ποιητής.

Ο Νάπο, ετών 88, ήταν ποιητής και ομοφυλόφιλος. Τίποτα απ’ τα δύο δεν άρεσε στη μεγαλοαστική οικογένειά του, έτσι τον υπέβαλαν σε μια θεραπεία οιστρογόνων. Ο Νάπο έκανε την πρώτη απόπειρα αυτοκτονίας στα 22 του χρόνια. Από τότε διατάχτηκε εγκλεισμός στο ψυχιατρείο, με τις ευλογίες των γονιών του. Ο Νάπο πέρασε όλη του τη ζωή μέσα σε ιδρύματα.

~~{}~~

Η Ζώγια μπήκε με το πι στην αίθουσα της τηλεόρασης. Όλοι έβλεπαν ειδήσεις. O Νάπο είχε το βλέμμα προς τα έξω.

«Μαγκίτες, κάνας ψύλλος;» Ήταν μεγάλη χασικλού στα νιάτα της. Ήξερε ότι δεν έπαιζε τίποτα, αλλά ποτέ δεν χάνεις να ρωτήσεις.
«Σκάσε πουτάνα!» της είπε ο Λένος κι έδειξε την οθόνη.

Στην τηλεόραση, η Α.Ι. παρουσιάστρια έλεγε για τη συναυλία των Metallica, στον χώρο συναυλιών έξω απ’ το ΟΑΚΑ (που είχε ακόμα προβλήματα στη στέγη Καλατράβα).

«Metallica», είπε ο Τζώρτζης. «Τους είδα φέτος».
«Γιώργε… Πριν σαράντα χρόνια τους είχες δει, το 1993».
«Σαράντα χρόνια; Τι λες; Πρωθυπουργός δεν είναι ο Μητσοτάκης;»
«Ναι, ο Μητσοτάκης είναι».
«Είδες! 1993…»
«Θα ήθελα να τους δω», είπε ο Λένος. «Τελευταία συναυλία λένε».
«Ναι, σαν τους Scorpions κι αυτοί».

Ο Νάπο κοιτούσε αφηρημένα έξω. Ξεκίνησε να ψελλίζει κάποιους στίχους.
«Και μες των άθλιων γηρατειών την καταφρόνια σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τα χρόνια που είχε και δύναμι, και λόγο, κ’ εμορφιά. Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το κυττάζει. Κ’ εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει σαν χθες. Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό. Και συλλογιέται η Φρόνησις πως τον εγέλα· και πως την εμπιστεύονταν πάντα — τι τρέλλα! — την ψεύτρα που έλεγε· “Aύριο. Έχεις πολύν καιρό”.

Η Ζώγια έφτιαξε καλύτερα την κόκκινη περούκα της. Ο Λένος προσπάθησε να δαγκώσει το μήλο, ακαθάριστο όπως ήταν, του έμεινε η μασέλα πάνω στον καρπό. Ο Τζώρτζης τούς παρατηρούσε κι αναρωτιόταν γιατί ήταν εκεί μέσα με τους γέρους.

«Θα πάμε!» είπε ο Νάπο και σηκώθηκε. «Θα πάμε στη συναυλία. Ακόμα κι αν πρέπει να πεθάνουμε για να τα καταφέρουμε, θα πάμε. Μου το χρωστάτε, σαν τελευταία επιθυμία…» Είχε δει στον ύπνο του ότι θα πέθαινε εκείνο το καλοκαίρι. Το ίδιο είχε δει και το προηγούμενο καλοκαίρι.

«Ρε Ναπολέοντα, δεν θα σ’ αρέσουν. Εσύ είσαι για Ξυδάκη, άντε Αλκίνοο στο τσακίρ κέφι.»
«Δεν έχει σημασία! Θα πάμε!»
«Έχεις να βγεις από δω μέσα πόσο;» είπε ο Λένος. «Κι άντε ότι λέμε ναι. Σιγά μη μας αφήσουνε».
«Θα το σκάσουμε».
«Πώς θα βγούμε έξω, είναι κλειδωμένα. Το κλειδί το ‘χει ο Γλυκούλης», είπε ο Τζώρτζης κι έδειξε τον φύλακα που έλεγαν γλυκούλη· μια ντουλάπα που περπατούσε.

Ο Νάπο έκατσε κάτω, απογοητευμένος. Η Ζώγια πήγε και του χάιδεψε το κεφάλι, όσα μαλλιά του ‘χαν απομείνει.

«Θες να πάμε; Θα πάμε, μωρό μου. Περιμένετε στην πίσω πόρτα, σε… δέκα λεπτά. Τον Γλυκούλη θα τον αναλάβω εγώ», είπε η Ζώγια.

~~{}~~

Ένα τέταρτο αργότερα τα τρία αγόρια είδαν τη Ζώγια να φτάνει με το πι. Στάθηκε μια στιγμή να βάλει κραγιόν. «Του έκανα μια πίπα που θα θυμάται μέχρι να πεθάνει». Έβγαλε απ’ το σουτιέν την κλειδοκάρτα.

Βγήκαν έξω. Ο καύσωνας τους χτύπησε κατακέφαλα. Είχε 50 βαθμούς υπό σκιά. Για λίγο δίστασαν. Στην ηλικία τους, με τόση ζέστη, δεν θα έφταναν ούτε μέχρι τη στάση.

«Χρειαζόμαστε όχημα», είπε ο Λένος. Έδειξε το Τέσλα του διευθυντή, που μόλις έμπαινε στο πάρκινγκ. Ο Ντόκτορ Σι-ι-ό βγήκε και το άφησε αναμμένο. Πήγανε προς τα ‘κει, όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, δεν θα το ‘λεγες και τρέξιμο.

Ο Νάπο έμεινε πίσω. Δεν μπορούσε να βγει απ’ το ίδρυμα. Κοίταξε τον ήλιο, τον ανοιχτό χώρο. Έκανε να γυρίσει πίσω. Είπε πάλι τους στίχους απ’ το ποίημα του Καβάφη… Και συλλογιέται η Φρόνησις πως τον εγέλα· και πως την εμπιστεύονταν πάντα — τι τρέλλα! — την ψεύτρα που έλεγε· “Aύριο. Έχεις πολύν καιρό”.  Πήρε θάρρος, βγήκε.

Το αυτοκίνητο ήταν ξεκλείδωτο, ποιος θα το πάρει στο γηροκομείο; Ο Λένος πήγε να κάτσει στη θέση του οδηγού, τον έσπρωξε ο Τζώρτζης.

«Είσαι με τα καλά σου, ρε παππού; Εγώ οδηγάω».
«Της μάνας σου το…»
«Ε, όχι μάνες!»

Μπήκαν, έβαλαν το κλιματιστικό στο φουλ. Κι έφυγαν σπινιάροντας. Ο διευθυντής βγήκε ξοπίσω τους μαζί με τον Γλυκούλη… Πολύ αργά.

~~{}~~

«Να σταματήσουμε να βάλουμε βενζίνη», είπε ο Τζώρτζης.
«Είμαι πλήρως φορτισμένη», ακούστηκε μια φωνή.
«Τι σκατά, γαμώτο το σπίτι σου, ποιος μίλησε;»
«Είμαι η Ριάνα, η προσωποποιημένη βοηθός σας. Πού θέλετε να πάτε;»

Της εξήγησαν για να πάρουν οδηγίες, αλλά ο Τζώρτζης δεν την άφησε να οδηγήσει αυτόματα. Δεν τα εμπιστευόταν αυτά τα διαολοπράματα. Μέσω του flyover-4 θα έφταναν στο ΟΑΚΑ σε δέκα λεπτά, έτσι τους είπε. Έμειναν κολλημένοι στο μποτιλιάρισμα για οκτώ ώρες.

Ο Τζώρτζης αποφάσισε να πάρει πρωτοβουλία, όταν είδε ένα ποδήλατο να τους προσπερνάει. Έσβησε το GPS. Σ’ εκείνα τα μέρη είχε μεγαλώσει. Θυμόταν κάθε δρομάκι και κάθε στενό. Παραβιάζοντας κάθε κανόνα έφυγε σφαίρα. Δεν σταματούσε σε κόκκινο, έμπαινε ανάποδα στους μονόδρομους. Η Ζώγια άνοιξε το παράθυρο, έβγαλε έξω το κεφάλι. Ο Νάπο γελούσε. Ο Λένος βλαστημούσε και χειροκροτούσε. Κι η Ριάνα τους προειδοποιούσε για επικίνδυνη οδήγηση.

~~{}~~

Είχαν σχεδόν φτάσει στο ΟΑΚΑ (απέξω) όταν είδαν δυο μηχανές της αστυνομίας πίσω τους. Η Ριάνα είχε καλέσει τους μπάτσους. Οι Ζητάδες τούς έκαναν νόημα να σταματήσουν. Ο Τζώρτζης είπε στην παρέα να μην ανησυχούν, συνάδελφοι ήταν. Ένας μπάτσος καουμπόης, με γυαλιά ηλίου καθρέφτες, πλησίασε απ’ τη μεριά του οδηγού. Σαν άνοιξαν το παράθυρο γέλασε σαρκαστικά.

«Τι κάνεις, ρε κωλόγερε; Θα φάτε κόσμο έτσι όπως πάτε».
«Κωλόγερος, τι κωλόγερος;» είπε ο Τζώρτζης. «Συνάδελφος είμαι, απ’ την ΥΔΕΖΙ».
«Εσύ, συνάδελφος; Πότε πήρες σύνταξη; Επί ΣΥΡΙΖΑ;»
«Τι ‘ν’ αυτό;»
«Κύριε πολισμάνε», ξεκίνησε ο Λένος.
«Αφήστε τα κύριε και δώστε δίπλωμα και άδεια».
«Γαμώ την αστυνομία», είπε μέσα απ’ τα δόντια του ο Λένος.

Η Ζώγια απ’ το πίσω κάθισμα έβγαλε το κεφάλι της στο παράθυρο.
«Πρέπει να πάμε στους Μετάλικα, τζοβαΐρι μου, τελευταία του επιθυμία είναι. Βάλε μας έναν τζερεμέ να φύγουμε».

Ο καουμπόης τινάχτηκε σαν την άκουσε.
«Πώς με είπες; Μόνο η νενέ μου μ’ έλεγε έτσι».
Έβγαλε τους καθρέφτες. Το πρόσωπο του είχε ραγίσει, ένα δάκρυ πάλευε να κυλήσει.

«Από πού ήταν η νενέ σου, τζοβαΐρι μου;»
«Απ’ τη Σμύρνη».
«Πώς τη λέγανε, στο επίθετο;»
«Τη νενέ… Αβραμόγλου;»
«Της Μαρίας εγγόνι είσαι;»

Ο καουμπόης ξεκίνησε να κλαίει.
«Την ήξερες;»
«Μαζί παίζαμε, στην ίδια γειτονιά, πριν μας φάνε οι παλιότουρκοι».

Ο καουμπόης σκούπισε τα μάτια του, πήρε μερικές ανάσες. Φόρεσε γυαλιά. Έκανε νόημα και στην άλλη μηχανή.
«Φύγαμε για ΟΑΚΑ. Πάμε εμείς μπροστά κι ακολουθάτε».
Οι Ζητάδες άναψαν τους φάρους κι άνοιγαν τον δρόμο.

«Τι σύμπτωση κι αυτή;» είπε ο Νάπο. «Να ξέρεις την προγιαγιά του».
«Σιγά μην την ήξερα. Στην τύχη το ‘πα. Οι μισές Σμυρνιές έτσι λέγονταν. Κι εμένα Μαρία με βάφτισαν. Οι άλλες μισές Άννες».
«Το ‘παιξες πενήντα πενήντα δηλαδή… τζόγος».
«Πού νομίζεις ότι τα ‘φαγα τα λεφτά μου; Μαρία ή Άννα; Κόκκινο ή μαύρο; Ποντάρετε».

~~{}~~

Όταν έφτασαν η συναυλία είχε αρχίσει από ώρα. Στην είσοδο ήταν τέσσερα γομάρια. Παρακάλεσαν να τους αφήσουν να μπουν. Εκείνοι τους έδιωξαν – κανείς δεν έμπαινε χωρίς εισιτήριο. Η συναυλία ήταν sold out, αλλά υπήρχαν κάποιοι που έδιναν εισιτήρια μαύρα. Τους ζήτησαν ένα ποσό που δεν θα μπορούσαν να πληρώσουν ούτε αν πουλούσαν τα νεφρά τους -αν λειτουργούσαν.

«Οπότε αυτό ήταν», είπε ο Νάπο. «Σας ευχαριστώ που με φέρατε ως εδώ, ήταν το μεγαλύτερο της ζωής μου ταξείδιον».
«Κάτι θα κάνω», είπε η Ζώγια, αλλά φαινόταν ότι δεν ήξερε τι να κάνει.

«Όχι! Τώρα είναι η σειρά μου!» Ήταν ο Λένος που είχε μιλήσει. «Δεν έκανα τίποτα να βοηθήσω, θα σας βάλω μέσα. Να σας πω ποτέ δεν μου άρεσαν οι Metallica, προτιμούσα τους Megadeath. Κρυφτείτε δίπλα στους τουαλέτες, και μόλις ακούσετε το σύνθημα περάστε μέσα».
«Ποιο θα ‘ναι το σύνθημα;»

Τους έκλεισε το μάτι, ή μπορεί να έγινε κατά λάθος, λόγω Τουρέτ. Οι τρεις πήγαν πίσω απ’ τις τουαλέτες. Ο Λένος περίμενε ν’ απομακρυνθούν. Έπειτα πλησίασε τα γομάρια.

«Ε, γαμιόληδες! Το ξέρετε ότι θα σας γαμάω τις μάνες;» Τον κοίταξαν, γέλασαν, απαξίωσαν. Τους πλησίασε περισσότερο. «Αρχιδάκια φουσκωμένα, θα σας γαμήσω τόσο πολύ που θα χέζετε αίμα και αναβολικά για τρία χρόνια».

Ένας έκανε να πάει κοντά του. Ο Λένος έβαλε το δεξί χέρι στην κωλότσεπη κι έβγαλε έναν αυτόματο σουγιά. Τον άνοιξε, ενώ το χέρι του κουνιόταν ανεξέλεγκτα. Οι τέσσερις γορίλες πήγαν διστακτικά κατά πάνω του, με τα τέιζερ στο χέρι. Ο Λένος τούς την έπεσε βρίζοντας σαν ναύτης με σύνδρομο Τουρέτ. Χαράκωσε τρεις, δεν προλάβαιναν το χέρι του. Κάποιος του έχωσε το τέιζερ στο πλευρό. Ο Λένος του έκοψε ένα δάκτυλο και φώναξε:

«Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό, γαμώ τη μάνα σας!»

Αυτό ήταν το σύνθημα. Η Ζώγια, ο Τζώρτζης κι ο Νάπο, μπήκαν κρυφά στη συναυλία, ενώ πίσω τους ο Λένος έπεφτε κάτω απ’ τα ηλεκτρικά ραβδιά, γελώντας και κόβοντας.

~~{}~~

Στον χώρο που είχε στηθεί για συναυλίες, από τότε που η στέγη Καλατράβα επιδιορθωνόταν, ήταν 80.000 άνθρωποι. Οι Metallica έπαιζαν τραγούδια απ’ το Ride the Lightning Η Ζώγια μύρισε την ατμόσφαιρα, όλοι έπιναν μαύρο, αφού ήταν πλέον νόμιμο. Ζήτησε απ’ τον διπλανό της μια τζούρα. Ρούφηξε, γούρλωσε τα μάτια, σήκωσε το πι πάνω απ’ το κεφάλι. Ο Τζώρτζης έλεγε ξανά και ξανά «σαν το 93!» Κι ο Νάπο έπεσε κάτω. Οι φίλοι του πήγαν να τον σηκώσουν, να ζητήσουν βοήθεια.

«Μην το κάνετε», τους είπε ο Νάπο, πιο ευτυχισμένος από ποτέ. «Σα θαρραλέος, όχι με των δειλών τα παρακάλια, θ’ αποχαιρετήσω την Αλεξάνδρεια που χάνω. Τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου…» Έδειξε τους Metallica. «Φίλοι μου, είσαστε τα σημαντικότερα πλάσματα της ζωής μου. Σας ευχαριστώ».

Έτσι είπε ο Νάπο κι έκλεισε τα μάτια. Οι Metallica έπαιζαν «For whom the bells toll».

~~~~~~~~~~~~

Επίλογος

Οι τρεις φίλοι καταδικάστηκαν σε φυλάκιση ενός έτους, που ίσως να ήταν ισόβια γι’ αυτούς. Οι φυλακές ήταν πλέον unisex, τους έβαλαν μαζί.

Ένα μήνα μετά, ο Λένος μπήκε στην αίθουσα ψυχαγωγίας των φυλακών. Εκεί μέσα όλοι τον φοβόντουσαν, ήταν στ’ αλήθεια ο Σουγιάς. Πήγε κοντά στη Ζώγια και τον Τζώρτζη.

«Τα μάθατε, γαμιόληδες; Στη Θεσσαλονίκη. Στο Καυτατζόγλειο. Παίζει ο Παπακωνσταντίνου».
«Ποιος απ’ τους δύο;» είπε ο Τζώρτζης.
«Τι σημασία έχει; Ετοιμαστείτε, φεύγουμε για βορρά, σκατά».

Κι απομακρύνθηκε τραγουδώντας…

Όσες κι αν χτίζουν φυλακές
κι αν ο κλοιός στενεύει,
ο νους μας είν’ αληταριό
π’ όλο θα δραπετεύει.