Φτιάξε ένα χιονάνθρωπο

1
5587

Να φυτέψεις ένα δέντρο,
να γεννήσεις ένα παιδί,
να γράψεις ένα ποίημα.

Να φτιάξεις έναν χιονάνθρωπο.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Λένε ότι η ζωή δεν είναι τίποτα άλλο από ένα μικρό καλοκαίρι ανάμεσα σε δύο αιώνιους χειμώνες. Μπορεί και να ‘χουν δίκιο. Δεν έχω πεθάνει ακόμα για να ξέρω.

Όμως τι αξία θα είχε το καλοκαίρι, αν ήταν αιώνιο, αν δεν γνωρίζαμε τίποτα άλλο από αυτό; Δεν θα μπορούσαμε καν να το αντιληφθούμε ως καλοκαίρι.

Κι ίσως κάποιες φορές ο χειμώνας να είναι όμορφος. Όταν φτιάχνεις χιονάνθρωπο.

~~

Ξυπνήσαμε το πρωί κι είχε χιονίσει. Ίσως στη Νορβηγία ν’ ακούγεται κοινότοπη αυτή η φράση, αλλά στη Θεσσαλονίκη τη λέμε μια φορά κάθε τρία χρόνια.

Το σχολείο έμεινε κλειστό, το νερό στους σωλήνες του καλοριφέρ πάγωσε. Ένας γονιός έβριζε και καταριόταν.

– Τι θα κάνουμε; με ρώτησε ο Τηλέμαχος.
– Θες χιονάνθρωπο να φτιάξεις; του τραγούδησα.

~~

Να είσαι αθάνατος. Να μη γερνάς ούτε ν’ αρρωσταίνεις ούτε να κουράζεσαι. Να νιώθεις πάντα δυνατός κι ετοιμοπόλεμος, χαρούμενος κι ασφαλής και σίγουρος για τον εαυτό σου.

Δεν είναι ανθρώπινο. Μόνο ο Βούδας και κάποιος ηλίθιος θα μπορούσε να το καταφέρει.

Οι υπόλοιποι πασχίζουμε να κρατηθούμε, ελπίζουμε στο καλοκαίρι και μέχρι να ‘ρθει παίζουμε με το χιόνι.

~~

Δεν είναι εύκολο να φτιάξεις χιονάνθρωπο. Δεν γίνεται όπως στις ταινίες, όπου κυλάς μια χιονόμπαλα κι εκείνη μεγαλώνει, έπειτα κάνεις το ίδιο για το κεφάλι και βρίσκεις εκεί δίπλα ένα καρότο, ένα καπέλο, μια πίπα και κουμπιά. Θέλει προσπάθεια και το αποτέλεσμα δεν μοιάζει μ’ εκείνους της Disney.

Ο πρώτος μας χιονάνθρωπος έμοιαζε πιο πολύ με τον Ε.Τ. Ή μάλλον μ’ έναν χιονάνθρωπο που τον τον είχε καταπιεί εξωγήινος. Αποτύχαμε, αλλά μας άρεσε. Όπως λέει κι ο Μπέκετ για την κατασκευή χιονάνθρωπου: “Ever tried. Ever failed. No matter. Try Again. Fail again. Fail better.”

Είχαμε ξεκινήσει τη δεύτερη αποτυχία μας όταν ένας γείτονας έπιασε κουβέντα με κάποιον μαγαζάτορα.

– Μην αφήνεις τον σκύλο σου να κατουράει μπρος στο μαγαζί μου.
– Δεν κατούρησε.
– Ένας τέτοιος ήταν, σαν τον δικό σου, μικρός. Τον είδα που κατούρησε.
– Δεν ήταν ο δικός. Έλα, Θανάση, είπε στον σκύλο.
– Αυτός ήταν. Τον λες και Θανάση.
– Κι εσύ τι πρόβλημα έχεις, γαμώ τη @#$%@#$%!

Κι έτσι απλά ξεκίνησαν να τσακώνονται. Ο γείτονας πήδηξε πάνω απ’ το περβάζι που τους χώριζε κι έκανε να ορμήξει. Ο μαγαζάτορας τον προκαλούσε: “Έλα να σου δείξω.”

Ο Τηλέμαχος είχε μείνει μ’ ένα κομμάτι απ’ το κεφάλι του χιονάνθρωπου στα χέρια και τους κοιτούσε απορημένος, τρομαγμένος.

Μετά από μερικούς παλικαρισμούς ακόμα απομακρύνθηκαν, χωρίς να χυθεί αίμα.

Δεν πέρασαν πέντε λεπτά κι ένας άλλος άρχισε να φωνάζει σ’ έναν γέρο.

– Πες στον δικό σου να μου δώσει το πενηντάρικο.
– Σε ποιον δικό μου; ρώτησε ο γέρος.
– Ξέρεις ποιον λέω. Πες του να μου το δώσει, γιατί θα τον στραγγαλίσω.
– Ε, στραγγάλισε τον να πας φυλακή.
– Μη με απειλείς, ΜΗ ΜΕ ΑΠΕΙΛΕΙΣ ΕΜΕΝΑ!

Η στιχομυθία συνεχίστηκε μέχρι που ο γέρος υποχώρησε κουτσαίνοντας.

Ο Τηλέμαχος με κοίταξε μ’ εκείνο το βλέμμα που σημαίνει: “Τι πάθαν αυτοί;”
Του απάντησα με το σώμα: “Πού να ξέρω;”

~~

Τελειώσαμε και τον δεύτερο χιονάνθρωπο. Δεν ήταν τέλειος, αλλά τον είχαμε φτιάξει εμείς, μόνοι μας. Οπότε ήταν τέλειος.

Ξεκινήσαμε να κάνουμε μια βόλτα, να δούμε πώς είναι η πόλη χιονισμένη.

~~{}~~

Δίπλα στο γυμνάσιο της περιοχής υπάρχει ένα ρέμα. Αυτό πρόσφατα το έκαναν βοτανικό μονοπάτι. Έβαλαν παγκάκια και μεγάλες πινακίδες, που εξηγούσαν τι είναι το κάθε δέντρο κι έδιναν βοτανολογικές, μυθολογικές και άλλες πληροφορίες.

Είναι μια μικρή ψευδαίσθηση δάσους στο κέντρο της πόλης, σαν ένα κομμάτι απ’ το Πήλιο.

Αυτή τη μέρα, τη μέρα που χιόνισε, είδα ότι είχαν καταστρέψει τις πινακίδες. Πιτσιρίκια είχαν γράψει με σπρέι, σχεδόν σ’ όλες: “ΠΑΟΚ – Βία και Αλητεία”.

Έπειτα άλλοι είχαν σβήσει με σπρέι το ΠΑΟΚ κι είχαν μουτζουρώσει περισσότερο τις πινακίδες, αφήνοντας μόνο το Βία κι Αλητεία, σε διαφορετικό χρώμα.

Τις κοιτούσα και προσπαθούσα να καταλάβω την αιτία της καταστροφής. Δεν ήταν το σχολείο τους ή κάποιο σύμβολο-θεσμός καταπίεσης. Ήταν βοτανικό μονοπάτι. Αν είχαν τσεκούρι αντί για σπρέι θα έκοβαν τα δέντρα;

Ήθελα να νιώσω συμπάθεια για τα παιδιά αυτά, να τα κατανοήσω, αλλά πώς να συμπαθήσεις τη βλακεία, την αδικαιολόγητη καταστροφή; Αντί να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν κάτι, κόντρα στο ρεύμα που τους θέλει ηλίθιους, αντί να φτιάξουν κάτι, όσο αποτυχημένο και να ήταν, προτίμησαν να καταστρέψουν κάτι όμορφο. Όμως ξέρουν να δημιουργούν;

Η καταστροφή είναι πάντα επιτυχημένη, δε χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια, ειδικά αν δεν έχεις στο νου σου να φτιάξεις κάτι άλλο μετά. Μόνο Βία κι Αλητεία.

Μικροί τζιχαντιστές, τα παιδιά μας, που διαλύουν τα μνημεία με σφυριά, για να τιμήσουν τον θεό τους, την ομάδα τους, που δεν είναι τίποτα άλλο από σώβρακα και φανέλες.

Παιδιά είναι, θα πει κάποιος. Κι όμως δεν είναι μόνο αυτό. Είναι τα σύμβολα της κοινωνίας, του κόσμου μας.

Βία και Αλητεία.

Αντί για χιονάνθρωπους.

~~{}~~

Στο γυρισμό πετύχαμε μια φίλη, που χαμογελούσε ολόκληρη.

– Ωραίο το χιόνι, ε; της είπα.
– Ναι, έκανε εκείνη, αλλά κρατάει τόσο λίγο.

Γι’ αυτό είναι ωραίο. Επειδή κρατάει λίγο. Αν ζούσαμε αιώνιους χειμώνες κι αιώνια καλοκαίρια δεν θα γνωρίζαμε την αξία μιας ηλιόλουστης μέρας ή του χιονιού. Ίσως να μαθαίναμε να φτιάχνουμε τέλειους χιονάνθρωπους, αλλά δεν θα χαιρόμασταν μ’ αυτούς.

Στήσαμε τους χιονάνθρωπους μας σ’ ένα τραπέζι, στο μπαλκόνι. Το ξέρουμε πως θα λιώσουν, ίσως να το ξέρουν κι αυτοί. Αλλά χαμογελάνε.