Εταιρεία διαχείρισης περιβάλλοντος

0
364

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι scrabble-mug-gum-dog-god-print-169515-adeevee.jpg

Η πολυκατοικία ήταν μεγάλη.  Όχι σε ύψος.  Σε μήκος.

Όταν μου ανέθεσαν την αναπαλαίωσή της από την πολυεθνική «Εταιρεία Διαχείρισης Περιβάλλοντος», την δέχτηκα με ευχαρίστηση.

Την πολυκατοικία αυτή την έβλεπα καθημερινά όπως πήγαινα στην δουλειά μου.  Είχε κτιστεί πριν από πολλά χρόνια με κρατικά έξοδα.  Αργότερα εγκαταλείφθηκε από τους ενοίκους, γιατί στον μεγάλο σεισμό του 1981 έπαθε σοβαρές ζημιές και κρίθηκε ακατάλληλη.  Έκτοτε μένει έτσι, ένα τσιμεντένιο κουφάρι να βρωμίζει το περιβάλλοντα χώρο μέσα στην ίδια την πρωτεύουσα.

Εκείνη την μέρα πήγα να δω το εσωτερικό της.  Από το τμήμα αναπαλαίωσης κτηρίων της εταιρείας με ενημερωσαν ότι δεν θα διέτρεχα κανέναν απολύτως κίνδυνο, γιατί κατά καιρούς φρόντιζαν να ελέγχουν την στατικότητά της.

Όταν έφτασα μπροστά στην είσοδο ξεκλείδωσα και έσπρωξα την βαριά σιδερένια πόρτα της.

Περπάτησα στο ισόγειο, ανέβηκα στον πρώτο όροφο και μετά στον δεύτερο.  Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν το γεγονός ότι μπορεί απ΄έξω η πολυκατοικία να φαινόταν εγκαταλειμμένη, το εσωτερικό της όμως ήταν αρκετά καλά διατηρημένο.

Υπήρχαν 30 διαμερίσματα, τα οποία ήταν όλα σε άριστη κατάσταση.  Κάποια ήταν και φρεσκοβαμμένα, μύριζα την μπογιά.  Σκέφτηκα ότι μάλλον το τεχνικό τμήμα της εταιρείας θα το είχε κάνει.

Αφού είχα τελειώσει την περιήγησή μου, αποφάσισα να φύγω.  Κατεβαίνοντας στο ισόγειο, περπάτησα μέχρι την εξώπορτα και ανακάλυψα ότι ήταν κλειδωμένη.  Ξαφνιάστηκα γιατί ήμουν σίγουρη ότι την είχα αφήσει ξεκλείδωτη.

Τότε άκουσα μια φωνή να μου λέει με καθησυχαστικό τόνο, ότι η πόρτα αυτή κλειδώνει από μόνη της.  Ήταν ένα μέτρο ασφαλείας που είχε επινοήσει ο εργολάβος όταν την κατασκεύαζε, μου είπε.  Γύρισα να δω από που προερχόταν η φωνή.  Δεν είδα κανέναν.  Ένιωσα έναν φόβο.  Μια φωνή χωρίς να υπάρχει κανείς, δεν ήταν και ό,τι το καλύτερο.

Άκουσα ένα σούρσιμο στις σκάλες και γύρισα να κοιτάξω.  Ένας μεγάλος τεράστιος σκύλος άρχισε να τις κατεβαίνει.  Με κοίταξε με τρυφερότητα και έσκασε ένα χαμόγελο που άφησε να φανούν τα μυτερά του δόντια.

«Καλώς ήρθες» μου είπε με την καθησυχαστική φωνή που είχα ακούσει νωρίτερα.  «Ελπίζω να μην σε τρόμαξα.  Δεν είναι κάτι που το θέλω, αλλά φροντίζω πρώτα να μιλάω σε όσους μπαίνουν εδώ μέσα και μετά να εμφανίζομαι, γιατί συνήθως οι περισσότεροι φοβούνται πολύ με την εμφάνισή μου».

«Ευτυχώς που εμφανίστηκες», του απάντησα, «γιατί πραγματικά τρόμαξα όταν άκουσα την φωνή σου και δεν είδα κανέναν».

«Ναι, πολύ το παθαίνουν κι αυτό, αλλά αυτός είναι τελικά ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνώ.  Το έχω τσεκάρει.  Πρώτα μιλάω και μετά εμφανίζομαι».

«Εσύ έχεις κάνει όλες τις δουλειές εδώ μέσα;  Η πολυκατοικία είναι πεντακάθαρη και βαμμένη», του είπα χαμογελώντας.

«Όχι.  Εγώ δίνω τις εντολές.  Συνήθως την καθαριότητα την κάνουν οι γάτες, γιατί όπως ξέρεις είναι πολύ καθαρά πλάσματα και την αποζητούν την καθαριότητα.  Τα βαψίματα οι ελέφαντες.  Καταλαβαίνεις πόσο εύκολο είναι με τις προβοσκίδες τους να κάνουν αυτή την δουλειά».

Έμεινα για λίγο προβληματισμένη.  «Οι ελέφαντες;», σκέφτηκα, «Και πως δεν διαλύουν τα πάντα στο πέρασμά τους;».

«Α, οι ελέφαντες που ζουν εδώ, είναι μεταλλαγμένοι.  Είναι πολύ μικροί και δεν κάνουν ζημιές».

«Διαβάζεις και τις σκέψεις;», τον ρώτησα.

«Μα φυσικά.  Αφού είμαι θεός».

Ο σκύλος – θεός εν τω μεταξύ είχε κατέβει όλες τις σκάλες και είχε έρθει μπροστά μου.  Κάθησε στα πίσω του πόδια.  Με πέρναγε έτσι καθιστός που ήταν, ένα μέτρο.

«Και να σε ρωτήσω», συνέχισα εγώ.  «Ζείτε πολλά χρόνια εδώ εσύ, οι γάτες και οι ελέφαντες;».

«Πάρα πολλά.  Αλλά υπάρχουν κι άλλα πλάσματα.  Κάποια τα χρησιμοποιώ για τα ειδικά εφέ.  Κάποια για την μαγειρική.  Άλλα για διάφορες άλλες δουλειές.  Εξαρτάται».

«Ποια ειδικά εφέ;», ρώτησα όλο περιέργεια.

«Παράδειγμα.  Ας πούμε ότι μπαίνει μέσα στο κτήριο ένας παρείσακτος.  Ένας που δεν πρέπει να μπει.  Τότε φωνάζω τις νυχτερίδες, τις κουκουβάγιες και αρκετές φορές κάποια φαντάσματα που δεν κατάφεραν να περάσουν απέναντι και τους τρομάζουν».

«Καλά», του λέω εγώ, «και πως καταλαβαίνεις ότι κάποιος είναι παρείσακτος;».

Με μια ξαφνική κίνηση, τράβηξε από την ράχη του ένα τεράστιο πακέτο χαρτιά.

«Να, εδώ είσαστε όλοι γραμμένοι.  Εσένα σε περίμενα.  Είσαι η τελευταία στην σειρά με bold γράμματα.  Κάτω από το όνομά σου όπως βλέπεις υπάρχουν και άλλα με αχνό χρώμα.  Αυτοί θα έρθουν αργότερα.  Δεν έχει έρθει ακόμα η σειρά τους.  Μετά από σένα είναι ένα πιτσιρίκι 10 χρονών.  Να, κοίτα, έχω και τις ηλικίες σας. Αν έμπαινε κανένας άλλος εκτός σειράς, θα τον τρομάζαμε και θα έφευγε άρον – άρον».

«Και καλά, πως θα έφευγαν;  Αφού η εξώπορτα κλειδώνει αυτόματα μου είπες».

«Έλα τώρα, απ΄ότι βλέπω στο βιογραφικό σου είσαι έξυπνη γυναίκα.  Απλώς δεν θα την κλείδωνα.  Για την ακρίβεια θα την άνοιγα διάπλατα».

«Και τώρα που τα είπαμε όλα αυτά», συνέχισε ο θεόρατος σκύλος – θεός, «θέλω να σου γνωρίσω και τους υπόλοιπους που κατοικούν εδώ.  Σε περιμένουν από χτες με ανυπομονησία, γιατί τώρα τελευταία μας έχουν μάλλον στην μαύρη λίστα.  Δεν μας στέλνουν πολλούς, τους στέλνουν αλλού και αυτό δημιουργεί κάποια προβλήματα».

«Δηλαδή», τον ρώτησα, «υπάρχουν κι άλλα κτήρια που είναι έτσι;  Και τι γίνεται με εμάς που είμαστε στη λίστα;»

«Μία – μία οι ερωτήσεις.  Φυσικά και υπάρχουν κι άλλα κτήρια.  Όπου βλέπεις εγκαταλειμμένα το πιο πιθανόν είναι να λειτουργούν όπως κι αυτό.  Τα περισσότερα είναι ιδιοκτησίες της εταιρείας.  Κάποια βέβαια προλαβαίνουν και τα κατεδαφίζουν οι άνθρωποι, αλλά όσα συνεχίζουν να μένουν όρθια χρησιμοποιούνται από εμάς.  Είναι πολλοί από μας που μένουν στα παλιά εγκαταλειμμένα κτήρια».

«Μάλιστα.  Και για πες μου, εμείς που είμαστε στη λίστα;  Τι γίνεται μ΄εμάς;».

«Θα σου γνωρίσω πρώτα τους υπόλοιπους και θα καταλάβεις.  Κάνε λίγη υπομονή».

Έβγαλε ένα σκυλίσιο ουρλιαχτό και τότε άρχισαν να κατεβαίνουν από τις σκάλες διάφορα ζώα και άλλα πλάσματα.  Γάτες, μινιατούρες ελέφαντες, φίδια, δελφίνια που περπατούσαν, φαντάσματα, νυχτερίδες και άλλα ζώα.

Μόλις κατέβηκαν, χωρίστηκαν σε δύο ομάδες.  Αριστερά και δεξιά από τον σκύλο – θεό.

«Από εδώ», είπε ο σκύλος – θεός και έδειξε προς τα αριστερά του, «είναι οι τεμαχιστές.  Και από την άλλη μεριά οι μάγειροι.  Κάνουν όμως και όλες τις άλλες δουλειές όποτε χρειαστεί».

Άρχισα να μην αισθάνομαι πολύ ασφαλής.  Κοίταξα τον σκύλο – θεό και τα καλοκάγαθα μάτια του είχαν μετατραπεί σε τεράστιους κόκκινους κύκλους.

Δεν πολυκατάλαβα τι έγινε, αλλά η πρώτη μου αίσθηση που είχα αμέσως μετά, ήταν το δάγκωμα μια οχιάς στον λαιμό μου.

Άρχισα να ουρλιάζω.

Πρόλαβα να ακούσω τον σκύλο – θεό να μου λέει.

«Δεν κρατάει πολύ ο πόνος.  Συνήθως λιποθυμάτε άμεσα, δεν ξέρω εσύ πως αντέχεις ακόμα.  Σκέψου όμως ότι θα γίνεις τροφή για όλους εμάς.  Δεν πρόκειται να εκτοξευτείς στο διάστημα όπως γίνεται με τους άλλους που δεν είναι στην λίστα των κτηρίων.  Εκείνοι έχουν πιο βασανιστικό θάνατο, αν σκεφτείς ότι τους κόβεται το οξυγόνο και καίγονται μόλις βρεθούν εκεί πάνω».

Μετά λιποθύμησα.

Συνήλθα από ένα στοργικό χτύπημα στην πλάτη.  Ο σκύλος – θεός, μου είπε:

«Έπρεπε να το είχα σκεφτεί ότι προοριζόσουν για ένα από τα φαντάσματά μας, αφού δεν λιποθύμησες αμέσως.  Καλώς μας ήρθες λοιπόν».

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Το διήγημα έγραψε η Ελευθερία Παπασημάκη, στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής