Ο φιλεύσπλαχνος χασάπης

0
638

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι butcher-selling-meat-butcher-shop-food-photography-recipe-idea_53876-82527.jpg

«Μα πρέπει να υπάρχει κάποιου είδους μαζοχισμός στους χειρουργούς. Μάλλον με βεβήλωση μοιάζει παρά με σωτήρια η δουλειά μας» σκεφτόταν ο Ευφρόσυνος. Είχε ξοδέψει τη μισή του ζωή σώζοντας ζωές, κάνοντας επεμβάσεις στο γαστρεντερικό σύστημα.

«Αχ, κύριε Ευφρόσυνε, πονάω και δεν μπορώ να κοιμηθώ», τον πήρε τα μεσάνυκτα η κυρία Αγλαΐα.

«Μπορώ όμως εγώ», σκέφτηκε εκείνος, αλλά με αυτοσυγκράτηση κατάφερε να ξεστομίσει: «Όλα θα πάνε καλά, κυρία Αγλαΐα μου. Πάρτε την αγωγή σας και σύντομα θα περάσει».

Κάπου στα πενήντα αποφάσισε ότι δεν ήθελε να είναι γιατρός πια. Μπούχτισε. Τι κι αν η δουλειά του του εξασφάλιζε μια άνετη ζωή; Τι κι αν οι προμήθειες απ’ τις φαρμακευτικές του επέτρεπαν ταξιδάκια σε ειδυλλιακές τοποθεσίες; Κάτι μέσα στα σπλάχνα του άρχισε να μη νιώθει καλά.

Αποφάσισε λοιπόν να αφήσει τους αχάριστους ανθρώπους και να ασχοληθεί με κάτι που το ήξερε καλά μεν, δηλαδή το ξεντέρισμα, αλλά συνάμα δεν περιλάμβανε ανθρώπους.

«Θα γίνω χασάπης» είπε. «Δε θα ‘χει δα και μεγάλη διαφορά. Παλιά μου τέχνη κόσκινο. Άσε που κανείς δε θα με παίρνει ό,τι ώρα του κατέβει να παραπονεθεί.»

Κι έτσι λοιπόν ο Ευφρόσυνος έγινε χασάπης. Οι μέρες κυλούσαν ξέγνοιαστα. Τις μόνες φορές που έπρεπε να μιλήσει με κόσμο ήταν για να συνεννοηθεί για την αγοραπωλησία των κρεάτων. Τα απολύτως απαραίτητα δηλαδή.

~~

Μια μέρα κάτι παράξενο συνέβη. Εκεί που έκοβε το κρέας ένιωσε μια υγρασία στην άκρη του ματιού.

«Μπα ιδέα μου θα ‘ ναι», σκέφτηκε και συνέχισε να καθαρίζει το κρέας απ’ τα περιττά λίπη.

Μερικές μέρες αργότερα καθώς άλεθε το κιμά για μια πελάτισσα, άρχισαν περίεργες σκέψεις να περνάν απ’ το μυαλό του, ότι λέει τεμαχίζει αθώες ψυχές και δεν απέχει και πολύ απ’ το φόνο εκ προμελέτης.

Σκέφτηκε τις πάμπολλες ζωές πού ‘χε σώσει ως γιατρός κι ένιωσε ξαφνικά τον ξεπεσμό του. Όχι τον κοινωνικό, η γνώμη των άλλων είχε πάψει να τον νοιάζει, από τότε που η μάνα του τον ανάγκαζε να διαβάζει με τις ώρες για να μπει στην Ιατρική. Όχι, ο ηθικός ξεπεσμός ήταν.

Μπροστά στην κυρία Ευτέρπη που τον κοίταξε σαστισμένα καθώς περίμενε τον κιμά της, τον πήραν κανονικά τα κλάματα. Απαρηγόρητος έκλαιγε γοερά για τα χρόνια πού ‘χε χάσει κάνοντας το γιατρό, ενώ στην πραγματικότητα από μικρός ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής και για τη σειρά λάθος επιλογών που κόστισαν τη ζωή ανθρώπων και αθώων ζώων.

Θέλησε να τα παρατήσει όπως έκανε και με την προηγούμενη του δουλειά ως χειρουργός. Δε θα ‘ταν δα δύσκολο. Σε κανέναν δε θα λείψει άλλος ένας χασάπης στη γειτονιά. Πώς όμως θα γέμιζε τις ώρες του; Σε τι θα ήταν χρήσιμος τέλος πάντων σ’ αυτή τη ζωή;

Εκείνη τη μέρα έχασε μια πελάτισσα, την κυρία Ευτέρπη, αλλά πήρε τις αποφάσεις του. Αποφάσισε ότι δε χρειάζεται να ταλαιπωρεί έτσι τον εαυτό του και να στεναχωριέται για τα πάντα. Γράφτηκε λοιπόν σε μαθήματα διαλογισμού κι έκλεισε ραντεβού με ψυχολόγο.

Οι μήνες περνούσαν και η πολυπόθητη αυτογνωσία δε φαινόταν πουθενά στον ορίζοντα. Άρχισε πάλι να γίνεται ανυπόμονος. Δοκίμασε τα πάντα, από ύπνωση μέχρι Κουνταλίνι γιόγκα. Τίποτα όμως δε βοήθησε, μέχρι που έπεσε στα χέρια του ένα φυλλάδιο από την ενορία. ‘Όσο ξεχνάμε τον εαυτό μας τόσο μας θυμάται ο Θεός. Του γέροντα Παϊσίου.’ Το διάβασε μονορούφι.

Κάτι γαλήνεψε μέσα του όταν διάβασε αυτές τις λέξεις. «Δηλαδή δε χρειάζεται να μάθω τον εαυτό μου; Είμαι ελεύθερος να μη σκέφτομαι; Έχω καθήκον την άγνοια;» Σκέψεις που ούτε του είχαν περάσει απ’ το μυαλό προηγουμένως.

Άρχισε να πηγαίνει εκκλησία κάθε Κυριακή. Βρήκε και πνευματικό, τον πατέρα Αγάπιο. Πήγαινε για εξομολόγηση κάθε βδομάδα μετά τη λειτουργία.

«Δε χρειάζεται να κατηγορείς τον εαυτό σου τέκνο μου» του είπε. «Κάθε φορά που κάνεις κάτι που το μετανιώνεις θα λες το Πάτερ ημών φωναχτά»

Κι έτσι κι έγινε. Έκτοτε, κάθε φορά που επεξεργάζεται ο κυρ Ευφρόσυνος το κρέας για να το φέρει στη μορφή που όλοι ξέρουμε και αγοράζουμε ακούγεται μια βροντερή φωνή να προσεύχεται απ’ το βάθος του κρεοπωλείου.

Και σαν να μην έφτανε αυτό. Όταν συνειδητοποίησε τη θεραπευτική ιδιότητα του Πάτερ ημών άρχισε να προσεύχεται βροντόφωνα όλο και πιο συχνά. Όταν περνούσε βιαστικά το πορτοκαλί, όταν έβαζε τις φωνές στα άτακτα παιδιά του που πάλι δεν άκουγαν κανένα κι έκαναν του κεφαλιού τους, ακόμα και όταν πήγαινε να συναντήσει εκείνη τη μικρούλα που όλο έλεγε «τελευταία φορά θα τη δω σήμερα».

Μεγάλη υπόθεση η προσευχή και η φιλευσπλαχνία. Αμήν.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Το διήγημα έγραψε η Β.Μ. στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής.