Kill your darlings, baby

0
196

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι 9232R-1-big.jpgΜια μικρή σταγόνα αίμα έπεσε και πότισε το γαλάζιο χαρτί που ήταν ριγμένο στο παλιό παχύ χαλί με τις δαιδαλώδεις διακυμάνσεις. Στην αρχή ήταν τόση δα και όσο περνούσαν τα δευτερόλεπτα μεγάλωνε αργά και αρχέγονα δημιουργώντας έναν τέλειο κόκκινο κύκλο. Ακολούθησαν δυο τρεις ακόμα σταγόνες σχηματίζοντας όλες μαζί όσο περνούσε η ώρα έναν μεγαλύτερο κύκλο. Βαθύ, βουβό και πορφυρό. 

Ένας μικρός βόμβος ερχόταν από την έξω μεριά του παραθυριού. Ήταν ένα έντομο που έδινε όλο του το είναι για να διαπεράσει το διαφανές τοίχωμα. Και θα τα κατάφερνε, αν δεν ήταν παντελώς αδύνατο. Αυτό όμως δεν το γνώριζε κι έτσι τίποτα δε μπορούσε να το σταματήσει.

Ο κύκλος στο γαλανό χαρτί μεγάλωνε κι είχε πάρει μια σκοτεινή μπορντό απόχρωση. Τώρα υπήρχαν κι άλλοι, μικρότεροι δορυφόροι γύρω του, που αιωρούνταν σ’  ένα  γαλαξία από γαλάζιες κόλλες σκορπισμένες σε όλο το χώρο γύρω από το γραφείο. Δίπλα έχασκε το κρυστάλλινο στόμα από ένα πεσμένο ποτήρι που άφηνε αδιάφορα να κυλήσουν από μέσα του οι τελευταίες σταγόνες από ένα φίνο κόκκινο κρασί. 

Στο τελείωμα του χαλιού βρισκόταν μια πανάκριβη πένα montblanc καρφωμένη σ ένα πράσινο μήλο, διαπερνώντας όλη σχεδόν τη λευκή σάρκα του. Μια κατάληξη της που ποτέ δε θα μπορούσε να σκεφτεί και η πιο δημιουργική φαντασία. Σκισμένα και τσαλακωμένα χειρόγραφα ριγμένα διάσπαρτα γύρω από το γραφείο. Σημειώσεις και μουτζούρες. Κυκλωμένα μικρά αποσπάσματα και λέξεις με κόκκινο στυλό. Καποια ιστορία προσπαθούσε να γεννηθεί απ την ανυπαρξία και να ποτίσει τ αχόρταγα μάτια των αναγνωστών της που περίμεναν με ανυπομονησία. Κάποια ιστορία είχε μείνει στη μέση, ατέλειωτη καταδικασμένη στο σκοτάδι. 

Πέντε μεταλλικές σφαίρες κείτονταν άναρχα και μπερδεμένα πιο πέρα στη βάση της ξύλινης βιβλιοθήκης. Έκπτωτα μέλη από ένα ιταλικό εκκρεμές του Νεύτωνα, προσεχτικά διαλεγμένο από ένα ταξίδι αναψυχής στη Ρώμη. Διαλεγμένο για να διακοσμήσει και να γεμίσει το χώρο με τη μονότονη ευτυχία των ρυθμικών τους χτύπων. Των αέναα ίσων κενών σιωπής ανάμεσά τους. Αυτής της μονότονης και χρειάζουσας ατμόσφαιρας που την έκανε να νιώθει ασφαλής και καλά. 

Τώρα πια άλικες σταγόνες αίματος είχαν ποτίσει κι άλλα χαρτιά στο γραφείο και στο πάτωμα. Ο χώρος έμοιαζε βανδαλισμένος και σκοτεινός. 

Η μεγάλη δρύινη πόρτα του γραφείου άνοιξε αργά και κάτω χαμηλά εμφανίστηκε ένα γκρι μικρό γατί. Ήταν το Μπέρδεμα που το είχε μαζέψει πριν από ένα χρόνο από το δρόμο καθώς γύριζε με το αυτοκίνητό της στο σπίτι. Ήταν μια μανιασμένη νύχτα , έβρεχε και φυσούσε παγωμένος αέρας από το πρωί. Κόντευε να φτάσει όταν με την άκρη του ματιού της το είδε στη μεριά του δρόμου. Σταμάτησε το αυτοκίνητο, βγήκε έξω και το πλησίασε. Ήταν ένα κακόμοιρο βρεγμένο μπαλάκι που έτρεμε και νιαούριζε τόσο αδύναμα που σχεδόν δεν έβγαινε φωνή από μέσα του. 

Από τότε ήταν κάθε μέρα μαζί, οι τέλειοι συγκάτοικοι. Μαζί όλη τη μέρα, αλλά και τη νύχτα όσο κι αν ήθελε να κοιμάται μόνη και τη μάλωνε όταν ανέβαινε στο κρεβάτι, υπήρχαν στιγμές που απλά χαμογελούσε κλείνοντας τα μάτια, παραδομένη στη μοίρα της. Το γατί αφού έκανε ένα γύρω στο δωμάτιο, πλησίασε σιωπηλά το γραφείο, μύρισε σχολαστικά το αίμα που ήταν απλωμένο πια παντού και η παρουσία του είχε κοκκινίσει όλο το δωμάτιο, έβγαλε ένα συρτό και αβέβαιο θρήνο και έφυγε σπέρνοντας προς την έξοδο κόκκινες μικρές πατημασιές. 

Από τα ελάχιστα αντικείμενα που είχαν μείνει πάνω στο γραφείο ήταν ένα βιβλίο. Το Έμφυτο ελάττωμα του Thomas Pynchon. Ανοιχτό στη σελίδα 167, αλώβητο από τις κόκκινες σφαίρες. Και δίπλα, στο χείλος του γκρεμού, στην άκρη του γραφείου σκεφτόταν να βάλει τέλος στη ζωή της μια πράσινη λάμπα Banker. 

Έξω είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει και το φως στο δωμάτιο λιγόστευε. Ο τόπος του εγκλήματος άρχισε να γίνεται πιο σκοτεινός, πιο ασαφής και τα περισσότερα αντικείμενα είχαν αρχίσει να αποκτούν δίπλα τους μια παχιά μαύρη σκιά απόρροια από το κίτρινο φως της λάμπας του δρόμου που βρισκόταν στο πεζοδρόμιο ακριβώς έξω από το παράθυρο. Μια μονότονη βροχή περιδιάβαινε στους δρόμους και τα πεζοδρόμια. 

 

Ο βόμβος από το έντομο είχε σταματήσει από ώρα. Τώρα ρουφούσε λαίμαργα μια μεγάλη σταγόνα παγωτό που είχε πέσει πριν λίγη ώρα στο πεζοδρόμιο. 

               

Από το βάθος του διαδρόμου ακουγόταν ένα αργόσυρτο βήμα. Βαριεστημένα βήματα πλησίαζαν προς το γραφείο. Ήταν μια παρατημένη παρουσία. Φορούσε ένα κουρελιασμένο μπουρνούζι, που της έπεφτε μεγάλο. Τα ξανθά μαλλιά της ανάκατα και μαζεμένα σε ένα άναρχο κότσο μ’  ένα μολύβι. Στο χέρι της κρατούσε ένα ποτήρι αχνιστό καφέ κι ένα πακέτο τσιγάρα. Κοίταξε αδιάφορα το χαμό στο γραφείο και μουρμούρισε: 

-Αύριο πρέπει να καθαρίσω το χώρο. Να μην αφήσω κανένα στοιχείο ,που να φανερώνει τι έχει γίνει άδω μέσα. 

Είχε προηγηθεί πριν μερικές ώρες μια ανελέητη πάλη με τις σκέψεις της. Το μυθιστόρημα που έγραφε άδω και 5 μήνες είχε φτάσει σε ένα μη αναστρέψιμο τέλμα. Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι έπρεπε να το παρατήσει, να το σκοτώσει εκεί στα μισά. 

Να το αφήσει να αιωρείται, και να ζει στη σκέψη της πια. Κι αυτή η πάλη πήρε σάρκα και οστά όταν έσπρωξε με μανία τα πράγματα από το γραφείο και τα κοίταζε να πέφτουν κάτω. Διέλυσε με λύσσα όποιες σκέψεις και ιδέες είχε δημιουργήσει πολύ προσεκτικά όλο αυτό τον καιρό. Σκότωσε την περίφημη ιδέα της , για την οποία ήταν τόσο περήφανη λίγους μήνες πριν. 

Κάθισε βαριεστημένα στην άνετη καρέκλα του γραφείου με τη μεγάλη πλάτη, ρούφηξε μια γενναία γούλια καφέ και άναψε τσιγάρο. 

Κοίταξε παιχνιδιάρικα το κενό μπροστά της και συμφιλιωμένη πλέον με την απόφασή της είπε: Kill your darlings, baby!

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Το διήγημα έγραψε η Ελένη Τοπάλη, στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής.

Ο πίνακας είναι του Ρόι Λιχτενστάιν