Ο παππούς της Δάφνης είχε γυρίσει όλο τον κόσμο και πάντα τους έφερνε ένα δώρο από κάθε μέρος. Σ’ ένα από τα πρώτα ταξίδια του στη Νιγηρία είχε αγοράσει από τους ντόπιους ένα τηλεσκόπιο το οποίο κρατούσε μόνο για τον εαυτό του. Ήταν φτιαγμένο από ξύλο μπάομπαμπ με χρυσές λεπτομέρειες και ο φακός του ήταν φτιαγμένος από χαλαζία.
“Τίποτα δεν βλέπω με αυτό παππού!” του έλεγε η Δάφνη όταν ήταν μικρή.
“Δεν είναι για να βλέπεις μακριά” της έλεγε.
Η μικρή δεν καταλάβαινε αλλά της άρεσαν οι γυαλιστερές λεπτομέρειες και τα κρυσταλλάκια που λαμπύριζαν.
Όσο μεγάλωνε ο παππούς σταμάτησε τα πολλά ταξίδια και περνούσε περισσότερο χρόνο με τα εγγόνια του. Η Δάφνη ήταν το στερνοπούλι του, το μικρό του κυκνάκι, γκρίζο και ντροπαλό. Όταν καθόταν μόνη της, την έπαιρνε και πήγαιναν για ψώνια στη γειτονιά ή διάβαζαν μαζί βιβλία. Τότε ανοίγονταν ολόκληροι κόσμοι για τη μικρή είτε φανταστικοί, είτε οι μικρόκοσμοι των ανθρώπων της γειτονιάς.
Μεγαλώνοντας ο παππούς κατέπεσε και δεν άντεχε πια να περπατήσει ούτε έβλεπε για να διαβάσει. Η Δάφνη είχε σταματήσει να περνάει χρόνο μαζί του χαμένη στα μαθήματα και τις εφηβικές παρέες.
“Δάφνη” της έλεγε “δεν κοιτάς μέσα”.
Εκείνη θύμωνε, δεν καταλάβαινε ποτέ τι ήθελε να της πει ο παππούς και ένιωθε ότι ούτε κι αυτός καταλάβαινε τα βάσανα της. Απογοητευμένη απομακρυνόταν όλο και περισσότερο μέχρι που, ενήλικη πια, έφτασε να μην του μιλάει καν εξακολουθώντας να παραμένει χαμένη στα προβλήματα της. Και τότε ήρθε η είδηση ότι ο παππούς πέθανε στον ύπνο του.
Στη διαθήκη του άφησε όλα τα πολύτιμα κειμήλια από τις περιπέτειες του στα παιδιά του και στα υπόλοιπα εγγόνια. Στη Δάφνη όμως άφησε εκείνο το άχρηστο τηλεσκόπιο με το σημείωμα “Δεν είναι για να βλέπεις μακριά”.
Εξοργίστηκε. Ούτε να το χρησιμοποιήσει μπορούσε, ούτε να το πουλήσει αφού το μπάομπαμπ και ο χαλαζίας δεν ήταν αρκετά πολύτιμα.
Ωραίος ο παππούς, ευτυχώς που ήμουν το αγαπημένο του παιδί, αλλιώς θα μου άφηνε τα σκουπόξυλα, σκέφτηκε και το πέταξε σε μια γωνιά του σπιτιού της κοιτώντας προς την κατεύθυνση του ζοχαδιασμένη.
Κι αυτό το σημείωμα… Τι χρησιμότητα έχει ένα τηλεσκόπιο που δεν βλέπει μακριά;
Νευριασμένη το μάζεψε, πήγε στο παράθυρο και το άνοιξε.
Προς μεγάλη της έκπληξη… είδε το λόφο πάνω από το σπίτι της.
Αδύνατον. Πώς γίνεται να βλέπει μέσα από της πολυκατοικίες;
Καθάρισε το φακό και κοίταξε ξανά. Έβλεπε πράγματι το Λόφο των Μουσών!
Τη διαπέρασε μια ακατανίκητη επιθυμία να ανέβει στο λόφο. Έτσι ξεκίνησε, κι ανέβηκε ψηλά μέχρι το μνημείο. Αν και τουριστικό μέρος δεν ήταν κανείς εκεί, το μόνο που ακουγόταν ήταν ο βόμβος της κίνησης από τις λεωφόρους από κάτω. Κοίταξε γύρω της, πήρε μια βαθιά ανάσα και το μέσα της ξεχύθηκε σε μια κραυγή. Όταν πια απόκαμε, κάθισε στη βάση του μνημείου ανάλαφρη και χάζεψε τη θάλασσα.
Περίεργο πράγμα, σκέφτηκε. Ήταν ακριβώς εκείνο που χρειαζόταν εκείνη τη στιγμή.
Αναρωτήθηκε τι θα έδειχνε τώρα το τηλεσκόπιο. Το άνοιξε πάλι και είδε τον εργοδότη της. Αμέσως πάλι την πλημμύρισε η επιθυμία να τρέξει να τον βρει.
-Παραιτούμαι. Με έχεις τρεις μήνες απλήρωτη και δουλεύω ολόκληρα μερόνυχτα ενώ η επιχείρηση βγάζει λεφτά.
Εκείνος γέλασε και συνέχισε να διαβάζει την εφημερίδα του.
-Και πού θα πας να δουλέψεις ανειδίκευτη, ποιος νομίζεις θα σε πάρει; Νομίζεις έχουν όλη την καρδιά τη δικιά μου για να σε μαζέψουν;
-Αυτό είναι δικό μου κουμάντο. Αν δεν με πληρώσεις, θα πάρω τρόφιμα ισάξια των μισθών που μου χρωστάς.
Εκείνος γέλασε πάλι, αλλά η Δάφνη δεν πτοήθηκε. Πήρε ένα καλάθι, το γέμισε μέχρι πάνω με προμήθειες και έφυγε.
Πρώτη φορά ένιωθε τόσο ζωντανή και απελευθερωμένη. Το μυαλό της δεν έφτιαχνε πια απαισιόδοξα σενάρια, η καρδιά της δεν έτρεμε στο στήθος της. Ξετύλιξε μια σοκολάτα και έβαλε να δει την αγαπημένη της ταινία. Είχε σταματήσει να βλέπει ταινίες, κανείς από τους φίλους της δεν ήθελε να βλέπουν ταινίες στο σπίτι και την έλεγαν βαρετή. Εκείνη τη στιγμή όμως δεν σκεφτόταν εκείνους τους φίλους και την άποψη τους για εκείνη, απλά απολάμβανε την ταινία μασουλώντας σοκολάτα.
Την επόμενη μέρα άνοιξε το τηλεσκόπιο και είδε εκείνους τους φίλους. Κατάλαβε ότι έπρεπε να τους δει.
– Νιώθω ότι δεν εισακούγονται τα θέλω μου και πολλές φορές κάνετε κακεντρεχή σχόλια για εμένα που δεν μου αρέσουν. Θα ήθελα αυτό να αλλάξει.
Οι περισσότεροι τη χλεύασαν και έφυγαν. Κάποιοι της ζήτησαν συγγνώμη και γύρισαν μαζί σπίτι να δουν ταινία. Άρχισε να νιώθει ότι ανήκει κάπου, ότι υπάρχουν άνθρωποι που την αγαπάνε και τη νοιάζονται. Γέλασε μαζί τους όπως δεν είχε γελάσει ποτέ στην ενήλικη ζωή της και κοιμήθηκαν μαζί μπροστά στην τηλεόραση.
Την επόμενη μέρα είδε από το τηλεσκόπιο το σύντροφο της να κάθεται αμέριμνος στο διαμέρισμα του. Ήξερε ότι έπρεπε τώρα να πάει.
-Θέλω να χωρίσουμε. Πιστεύω ότι δεν με αγαπάς πραγματικά. Με καταπιέζεις, μου φέρεσαι άσχημα και δεν είμαι ο εαυτός μου μαζί σου.
Εκείνος σηκώθηκε απειλητικά και άρχισε να τη βρίζει αχάριστη πόρνη. Πώς τολμούσε να του λέει ότι θα τον άφηνε, ήταν μια άχρηστη και δεν θα επιβίωνε χωρίς αυτόν, ώσπου από το θυμό του ύψωσε το χέρι του. Αλλά αυτή τη φορά δεν φοβήθηκε, δεν πίστεψε ότι ήταν για το καλό της. Του έδωσε μια με το τηλεσκόπιο και έκλεισε μια για πάντα την πόρτα.
Με δάκρυα στα μάτια και ανάλαφρη καρδιά γύρισε πίσω στο Λόφο των Μουσών και αγνάντεψε την πόλη και τις δυνατότητες της. Το τηλεσκόπιο αυτό δεν είναι για να βλέπει μακριά· είναι για να βλέπει μέσα.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Το διήγημα έγραψε η Αναστασία Φ, στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής.