“Θέλω να γίνω σαν Αμερικάνος, μ’ αρέσει στα κρυφά κι ο Μητροπάνος.”
Τζίμης Πανούσης
~~~~~~~~~~~~~
Ήταν ο Αβεσαλώμ, ένας γέρος σαραντατριών χρονών, ραδιοφωνικός παραγωγός και γκουρού της ροκ στο Κιάτο, που μας είχε προειδοποιήσει εξ αρχής:
“Στη ροκ δεν έχει κορίτσια. Αν θέλετε γκόμενα πηγαίντε στα ελληνάδικα.”
Σε μια κωμόπολη 10.000 κατοίκων τα κορίτσια που ακούγανε ροκ και σύχναζαν στο μοναδικό ροκ μπαρ, μετριόντουσαν στα δάχτυλα του ενός χεριού. Έτσι οι πιθανότητες να μείνεις τη νύχτα συντροφιά με το χέρι σου και μόνο, αν ήσουν ροκάς, ήταν πολύ περισσότερες απ’ τα χρόνια μας.
Κι όμως. Παρότι δεκαεφτάχρονοι, με τις ορμόνες να βγαίνουν απ’ τ’ αυτιά, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι θ’ ακούσουμε άλλη μουσική.
Η μουσική που μας άρεσε ήταν πιο σημαντική κι απ’ το σεξ. Μάλλον ο Φρόυντ κάπου έκανε λάθος.
~~
Η μουσική που ακούει κάθε άνθρωπος τον προσδιορίζει πολύ περισσότερο απ’ τα βιβλία που διαβάζει, τη δουλειά του -ή το ζώδιο του.
Αυτό ήταν πιο εμφανές στον στρατό, όπου όλοι φορούσαμε τα ίδια ρούχα, είχαμε τα ίδια μαλλιά, κοιμόμασταν στον ίδιο θάλαμο.
Εύκολα έβρισκες με ποιον θα κάνεις παρέα. Αρκεί ν’ ακούγατε την ίδια μουσική.
Οι ροκάδες όλοι μαζί, οι μεταλάδες παραδίπλα, οι σκυλάδες στην άλλη μεριά, οι ηλεκτρονικοί να μας περιφρονούν όλους. Κι ένας που άκουγε κι έπαιζε κλασική, ήταν σαν εξωγήινος.
Δεν θυμάμαι ποτέ στο στρατό να ρώτησα κάποιον τι ζώδιο είναι.
~~
Στον έξω κόσμο, που συχνά είναι τόσο παράλογος όσο κι εκείνος του στρατού, οι φυλές της μουσικής είναι πιο εμφανείς.
Ένας έντεχνος ξεχωρίζει από έναν λαϊκό από μίλια μακριά.
Και νιώθουν (οι ομομουσικόφιλοι) μια κάποια ιδιαίτερη σύνδεση μεταξύ τους, πιο ισχυρή από πολλές άλλες φανταστικές συνδέσεις. Ένας μπλακμεταλάς απ’ το Όσλο θα νιώσει αδελφική αγάπη για έναν μπλακμεταλά από το Μπουένος Άιρες.
Αισθάνονται ότι ανήκουν σε μια ομάδα, πιο πολύ απ’ όσο με τον ομοεθνή Αργεντινό που ακούει Άστορ Πιατσόλα ή τον Νορβηγό που ακούει Έντβαρντ Γκριγκ. (δες παλιότερο κείμενο Είμαστε ό,τι φανταζόμαστε)
~~
Ο πιο γρήγορος τρόπος να καταλάβεις έναν άγνωστο -κι αν ταιριάζεις μαζί του- είναι να τον ρωτήσεις τι μουσική ακούει (και ποιο είναι το αγαπημένο του συγκρότημα).
Η μουσική δεν είναι σαν τον κινηματογράφο ή σαν τη λογοτεχνία. Είναι πολύ πιο προσωπική τέχνη, κομμάτι της ζωής μας. Ίσως γιατί επηρεάζει πολύ περισσότερο τον εγκέφαλο μας (δες παλιότερο κείμενο Η μουσική είναι ζωή)
Ή μπορεί γιατί επιλέγουμε τη μουσική που μας αρέσει ν’ ακούμε σύμφωνα με τον χαρακτήρα μας. Κι έπειτα αυτή η μουσική (το συγκεκριμένο είδος) αλλάζει τον τρόπο που καταλαβαίνουμε τον κόσμο. Τι προηγείται;
Η κότα έκανε τ’ αβγό ή το αβγό την κότα;
~~
Άκουγα στο δεύτερο πρόγραμμα τη συνέντευξη ενός μεταλά συγγραφέα που έγραψε ένα ογκώδες βιβλίο για τη μουσική που αγαπά (“665 μέρες και μια ζωή μέταλ” τιτλοφορείται για όσους ενδιαφέρονται).
Αυτά που έλεγε, για τη δυναμική αυτής της μουσικής, τη σύνδεση της με τον αποκρυφισμό, και η τελευταία του φράση (εν αρχή ήν το χάος), μου θύμισε έναν φίλο, πιο γέρο απ’ τον Αβεσαλώμ, που είναι μεταλάς.
Αναρωτήθηκα (και ρώτησα τον φίλο) αν ήταν η μέταλ μουσική που του σύστησε μεταφυσικά συστήματα, όπως εκείνο του Κρόουλι (Mr. Crowley, what went on in your head?). Εκείνος το παραδέχτηκε, ότι κάπως έτσι έγινε η αρχή.
Θυμήθηκα και τη δική μου πρώτη επαφή με τους Pink Floyd (που είναι το αγαπημένο μου συγκρότημα). Διάβασα τους στίχους πρώτα, μου άρεσαν, κι έπειτα ξεκίνησα να τους ακούω μετά μανίας. Όμως μήπως η σκέψη τους, οι στίχοι τους, η μουσική τους, με διαμόρφωσαν κι εμένα ως άνθρωπο;
~~
Η κότα έκανε τ’ αβγό ή το αβγό την κότα;
Πώς επιλέγουμε ποια μουσική μας αρέσει, όταν είμαστε έφηβοι;
Ένας πιο εκρηκτικός χαρακτήρας δεν μπορεί να προτιμήσει το έντεχνο. Και κάποιος χουλιγκάνος που ακούει Μπετόβεν είναι φαντασιακό αποκύημα -όπως ο ήρωας του Κιούμπρικ στο Κουρδιστό Πορτοκάλι.
Συνήθως ακούμε αυτό που μας ταιριάζει. Αλλά ανάμεσα σε τι επιλέγουμε;
Έστω ότι είμαστε ελεύθεροι να επιλέξουμε κάποιο είδος μουσικής. Όμως οι επιλογές που έχουμε είναι άσχετες με άλλες παραμέτρους της ζωής μας; (που σίγουρα δεν επιλέξαμε)
~~
Έτσι μπορούμε να πάμε και πιο βαθιά -προσοχή μόνο μην πνιγούμε. Να δούμε τι προηγείται της μουσικής. Όπως, για παράδειγμα, η γεωγραφία και το κλίμα -και τα φυτά ακόμα.
Ο επαναλαμβανόμενος, χαλαρός και αργός (ίδιος με τον χτύπο της ήρεμης καρδιάς λένε οι βιολόγοι) της ρέγκε μουσικής προσιδιάζει στην Τζαμάικα, και ειδικά στους χρήστες γκάν’τζα (το σανσκρίτικο όνομα της κάνναβης).
(Υπάρχει και ανέκδοτο:
Τι είπε ένας ρασταφάρι Τζαμαϊκανός μόλις ξέμεινε από γκάν’τζα;
“Πωπω, φίλε, πολύ βαρετή αυτή η ρέγκε”.)
Η μουσική του Αιγαίου είναι πολύ πιο allegro από εκείνη της Ηπείρου.
Οι Σκανδιναβοί τα πάνε πολύ καλύτερα με το μπλακ-μέταλ απ’ ότι οι μεσογειακοί. Γιατί; Μήπως έχουν πολύ περισσότερα καταπιεσμένα συναισθήματα που εκτονώνουν με την εκρηκτική αυτή μουσική;
Όλες οι μουσικές με πολύπλοκο χορευτικό ρυθμό (σάμπα, σάλσα, καλιψώ, μάμπο) ξεκίνησαν στον Νέο Κόσμο από τους σκλάβους Αφρικανούς. Γιατί; Μήπως οι νέγροι κουβαλούσαν μια διαφορετική μουσική παράδοση;
Η κλασική μουσική (γενικά κι αόριστα) γεννήθηκε κι εξελίχτηκε στον Παλαιό Κόσμο, την Ευρώπη. Γιατί; Μήπως πρέπει να ανατρέξουμε όλη την ιστορία της Ευρώπης -μέχρι τον Πυθαγόρα- για να καταλάβουμε;
~~
Κι ας μην ξεχνάμε τον Μαρξ. Οι οικονομικές συνθήκες διαμορφώνουν τη μουσική. Φτωχοί και περιθωριοποιημένοι (δες μπλουζ, ρεμπέτικο, ραπ, πανκ) γεννούν νέα είδη.
Κι ας μην ξεχνάμε την εωσφορική ανταρσία των έφηβων. Κανένα είδος μουσικής δεν γεννιέται απ’ την εξουσία και τους γέρους. Πάντα είναι οι νέοι που αλλάζουν τη μουσική, είτε ποπ είτε ροκ είτε ηλεκτρονική είναι. Και για λίγο καιρό, μέχρι να την απορροφήσουν οι εταιρείες, είναι επαναστατική.
~~
Οι νότες δεν είναι εφτά, αλλά ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί ν’ ακούσει ένα περιορισμένο φάσμα ήχων. Ο συνδυασμός τους είναι πεπερασμένος, αλλά τείνει στο άπειρο.
Οι πρωτόγονες μουσικές, όπως και οι λαϊκές, έχουν πολλά κοινά σημεία (η λαϊκή κινεζική είναι πεντατονική, όπως η Ηπειρώτικη -Ελλάδα, όπως και η μπλουζ των νέγρων σκλάβων).
Η νέα τεχνολογία -των οργάνων- αλλάζει τη μουσική. Το κλαρινέτο έγινε κλαρίνο, παραδοσιακό όργανο πλέον για τους Έλληνες. Και την κιθάρα την έμαθαν οι νέγροι στον Νέο Κόσμο.
Οι κοινωνικές συνθήκες αλλάζουν την πορεία της μουσικής. Στην Ευρώπη γεννήθηκε Μπαχ, στις ΗΠΑ γεννήθηκε ο Λούις Άμστρονγκ.
Οι άλλες τέχνες επιδρούν στη μουσική. Η λογοτεχνία, ο κινηματογράφος, το θέατρο, η ζωγραφική. (Ίσως ο Μότσαρτ να έφτιαχνε μουσική για το σινεμά, αν ζούσε στην εποχή μας.)
~~
Και μετά εμείς, που μεγαλώνουμε σ’ έναν ήδη διαμορφωμένο κόσμο, επιλέγουμε το είδος της μουσικής που μας ταιριάζει συναισθηματικά ή εγκεφαλικά (εθνικά, φυλετικά, σεξιστικά).
Νομίζουμε ότι “αυτό” το επιλέξαμε ελεύθερα, ξεχνώντας τις άπειρες παραμέτρους της εξίσωσης που μας οδήγησαν σ’ αυτή την ελευθερία επιλογής.
Έπειτα η μουσική που προτιμάμε γίνεται ταυτότητα, μας καθορίζει ως άτομα, μας διαχωρίζει απ’ τους άλλους -και μας ενώνει με κάποιους άλλους.
~~
Στο σύγχρονο κόσμο, στην εποχή του διαδικτύου, οι πάντες έχουν πρόσβαση σε κάθε είδος μουσικής, κάθε χώρας και φυλής.
Όμως οι διαχωρισμοί συνεχίζουν να υφίστανται. Όπως και οι φυλές της μουσικής. Καθένας θεωρεί το είδος μουσικής που προτιμά ως το καλύτερο. Και μπορεί να επιχειρηματολογήσει πάνω σ’ αυτό, με φανατισμό που ταιριάζει μόνο στους θρησκόληπτους -ή σε οπαδούς ποδοσφαιρικών ομάδων.
Κι όπως συμβαίνει με τις ποδοσφαιρικές ομάδες σπάνια κάποιος αλλάζει είδος μουσικής -ως αγαπημένο. Υπάρχει και σχετικό γράφημα, με τους μεταλάδες να είναι οι πιο αμετανόητοι.
ΥΓ1: Το χειρότερο που μπορείς να πεις, όταν σε ρωτάνε τι μουσική ακούς, είναι: “Τα πάντα”.
Γιατί τότε φαίνεσαι σαν ένας άνθρωπος χωρίς ιδιότητες, σαν να μην επέλεξες ποτέ τίποτα.
ΥΓ2 προσωπικό:
Τι μουσική ακούω; Όσο περισσότερη μπορώ. Γιατί χωρίς τη μουσική νιώθω ότι λείπει κάτι απ’ τη ζωή μου.
Αλλά το αγαπημένο μου συγκρότημα θα είναι πάντα οι Pink Floyd.
~~~~~~~~~~~~~~~
Η φωτογραφία από εδώ Music Fans Are Crazy