Οι τελευταίες 3 γυναίκες

0
659

(Τετράδια Συνεργείου)

Η ανθρωπότητα δεν υπάρχει πια.

Μόνο μια γυναίκα. Ξαναρχίζει το κάπνισμα στο άδειο Φλοράλ και μαζεύει γκρι πέτρες. Κουβαλάει την τέφρα του σκυλιού της. Σηκώνει το τηλέφωνο στο Παρίσι και ακούει μια φωνή: こんばんは

Και εύχεται (σε ποιον;) χρόνια πολλά.
“Θα έχουμε πάντα το Φλοράλ” – Ξένια

365 μέρες μετά
Ούτε μια ούτε δύο. Χίλιες εννιακόσιες ογδόντα μία πέτρες μάζεψα σήμερα. Μεσαίου μεγέθους και ολοστρόγγυλες. Άσπρες. Κι αυτές που υποψιάζεσαι πως κάποτε ήταν γαλάζιες. Τώρα όμως έχουν γίνει θαμπωμένο γκρι. Δεν μου αρέσουν όμως αυτές. Ικανοποίηση νιώθω μόνο όταν βρίσκω όσες έχουν το χρώμα του ξεφτισμένου κόκκινου. Δεν βλέπω χρώματα πια. Μονάχα τα φαντάζομαι. Πάνε ακριβώς τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες που σταμάτησα να βλέπω χρώματα και άρχισα να μαζεύω πέτρες. Τα πρωινά κάθομαι δίπλα στην ακροθαλασσιά, κάτω από τον ήλιο και τις παρατηρώ με την απαιτητική ματιά συλλέκτη. Πρέπει να συγκεντρώνουν τις προδιαγραφές. Κι όταν αρχίζει να δύει ο ήλιος τις μεταφέρω με μεθοδικότητα στο βάθος, κάτω από τα τελευταία δένδρα. Εκεί που σταματά η άμμος της παραλίας. Οι χρόνοι μου πάντα προσαρμόζονται ανάλογα με την κίνηση του ήλιου. Όταν αρχίζει να ανεβαίνει – και τον βλέπω πάνω από την συκιά στον απέναντι λόφο – αρχίζω να κατηφορίζω προς την παραλία. Κάνω ένα σύντομο διάλειμμα να φάω κάτι και συνεχίζω. Η καταχνιά του ηλιοβασιλέματος με δυσκολεύει στη συλλογή, και τότε καταλαβαίνω ότι είναι η ώρα να σταματήσω. Πριν από τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες άνοιξα τα μάτια και προσπάθησα να αναπνεύσω. Δεν τα κατάφερα όμως. Μου ρούφηξε την ανάσα ο μεγαλύτερος φόβος μου. Υπήρχαν πολλά πράγματα που μπορούσα να διαχειριστώ στην ζωή, η μοναξιά σίγουρα δεν ήταν ένα από αυτά. Ζυγός με ωροσκόπο Ζυγό και συνεπώς η μοναξιά άγνωστο στοιχείο. Το τρίτο από τα τέσσερα αδέρφια, στριμωγμένο ανάμεσα στις προσωπικότητες των υπολοίπων, μεγάλωσα με κομψή ελαφρότητα κι έμαθα να κινούμαι με επιτυχία στην ζώνη της απόλυτης ουδετερότητας. Σκιά στις ζωές των υπολοίπων κι αναγκαίο συμπλήρωμα των οικογενειακών κάδρων. Εκβιασμένες συμπάθειες, φιλίες και έρωτες για να χωράω. Τα είχα καταφέρει καλά. Και πριν από τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες ξύπνησα. Μόλις συνειδητοποίησα ότι θα ζούσα με την παρουσία του μεγαλύτερου φόβου μου, σταμάτησα να βλέπω χρώματα. Μοναξιά. Ανάσα. Γκρι. Μοναξιά. Ανάσα. Γκρι. Μοναξιά. Ανάσα. Ασπρόμαυρος κόσμος. Θα αρχίσω να μαζεύω πέτρες. Χίλιες εννιακόσιες ογδόντα μία μικρές πέτρες κάθε μέρα.

720 μέρες μετά
Πριν από επτακόσιες τριάντα μέρες είχα αρχίσει να ζωγραφίζω τον έβδομο πίνακα μου για εκείνη την χρονιά. Οι μισοί πίνακες από την προηγούμενη έκθεσή μου είχαν πουληθεί κι αισθανόμουν μία σχετική ικανοποίηση. Και λέω σχετική γιατί πάντοτε είχα την φωνή της «άλλης» που σαμπόταρε κάθε προσπάθεια. Παλαιότερα, την έπνιγα στις συναναστροφές και στους πολλούς θορύβους. Τώρα όμως σε αυτήν την ησυχία της απόλυτης μοναξιάς μου μιλάει όλη την ώρα. Γι΄ αυτό κι εγώ μαζεύω πέτρες για να μην την ακούω. Καμιά φορά, όταν η φωνή δυναμώνει, τις χτυπάω μεταξύ τους για να κάνουν θόρυβο και να την σκεπάζουν. Όταν μετακόμισα σε αυτήν την ακροθαλασσιά πήρα μαζί μου και τον τελευταίο μισοτελειωμένο γκρι πίνακά μου. Δεν θα ήταν γκρι πριν αλλά πάνε επτακόσιες τριάντα μέρες από τότε και δεν θυμάμαι πως ήταν. Σημασία έχει ότι τώρα είναι γκρι. Ο πατέρας πάντοτε έλεγε να σταματήσω να ζω στον φανταστικό μου κόσμο και να βλέπω τον πραγματικό κόσμο κατάματα. Σήμερα λοιπόν βλέπω κατάματα έναν μισοτελειωμένο απαίσιο γκρι πίνακα. Εδώ στη απόλυτη μοναξιά δεν έχω δίχτυα προστασίας και χρόνο για ονειροπόληση. Είχα αρχίσει να ζωγραφίζω ένα πορτραίτο της δασκάλας του πιάνου της Ρωξάνης, της μικρότερης αδελφής μου. Της είχα μια συμπάθεια αυτής της γυναίκας. Είχε μία παραίτηση απέναντι στη ζωή που την έκρυβε πίσω από ένα εκβιασμένο διαρκές χαμόγελο. Έμοιαζε σαν κάποτε να έψαχνε την ευτυχία και τώρα πια να συνθηκολόγησε με την ιδέα ότι δεν θα την βρει ποτέ. Μετριότητα σε όλα της. Μετρίου αναστήματος, μέτριας ομορφιάς, μέτριας έκφρασης. Η ζώνη της απόλυτης ουδετερότητας σε βερσιόν ετών πενήντα. Στα μάτια της, τώρα που το σκέφτομαι, μπορεί να έβλεπα την εξέλιξη του εαυτού μου μέσα στο χρόνο. Ακόμη και να ξαναδώ ποτέ χρώματα, τα μάτια της θα τα ζωγραφίσω γκρι…

1095 μέρες μετά
Έχει αρχίσει να με κουράζει αυτή η διαρκής συλλογή πέτρας. Περισσότερο έχει αρχίσει να με κουράζει το απέραντο, ανηλεές γκρι. Εδώ και χίλιες ενενήντα πέντε μέρες συνεχώς μεταφέρω και προσθέτω πέτρες. Χρησιμοποιώ μία από τις αριθμητικές πράξεις κι αναλογίζομαι πως χρησιμοποίησα τις υπόλοιπες στην ζωή μου. Λάθος. Προσέθετα υποχρεώσεις αντί να αφαιρώ. Αφαιρούσα απολαύσεις αντί να προσθέτω. Πολλαπλασίαζα τις ενοχές μου αντί να τις διαιρώ και διαιρούσα τα όνειρά μου αντί να τα πολλαπλασιάζω. Μια ζωή λάθος αριθμητικές πράξεις. Μου αξίζει το μηδέν… Έχει μέρες που αναρωτιέμαι γιατί βρέθηκα σε αυτήν την ακροθαλασσιά «Κοντά στα κύματα θα κτίσω το παλάτι μου…». Πριν από χρόνια ένας συμφοιτητής μου με είχε καλέσει σε μία συναυλία. Δεν μου αρέσουν οι συναυλίες. Δεν ήμουν ποτέ εκ φύσεως των μαζικών εκδηλώσεων. Δεν ήμουν ποτέ γενικώς των εκδηλώσεων, ακόμη και των ατομικών. Και φιλί να μου έδινες κοκκίνιζα κι ένιωθα πως μου βγάζεις την ψυχή σε συρματόσχοινο. Τώρα όμως ξέρω ότι ήρθε η στιγμή εδώ στην απόλυτη μοναξιά να ξαναθυμηθώ αυτόν τον στίχο. Θα ρίξω τον κρεβάτι μου λοιπόν μέσα στην θάλασσα για να μετρήσω το μηδέν μου με το άπειρο…

1460 μέρες μετά
Σταμάτησα να μαζεύω πέτρες πια και άρχισα να φέρνω στο νου μου τους ανθρώπους που «μάζεψα» όλα αυτά τα χρόνια. Μετά από χίλιες τετρακόσιες εξήντα μέρες το βρίσκω, αν μη τι άλλο πιο ευχάριστο. Σήμερα έβρεχε ασταμάτητα. Ήταν πιασμένος ο καιρός από την αρχή, αλλά όταν ξεκίνησε η βροχή με βρήκε απροετοίμαστη. Έτσι απροετοίμαστη με είχε βρει και η βροχή στην Αθήνα πριν πολλά χρόνια. Είχαμε κατεβεί με τον Σπύρο χωρίς σκοπό στο κέντρο και «προσποιηθήκαμε» για λίγη ώρα τους τουρίστες στο Μουσείο Μπενάκη. Είχαμε παρκάρει το αυτοκίνητο κοντά στα Εξάρχεια κι όταν πλησιάσαμε για να το πάρουμε και να γυρίσουμε σπίτι, μας βρήκε απροετοίμαστους εκείνη η βροχή. Κοιταχτήκαμε στα μάτια – όπως δύο άνθρωποι που κάποτε μοιράστηκαν λέξεις και σιωπές και τώρα τους αρκούσε ένα νεύμα. Συμφωνήσαμε. Γιατί να γυρίζουμε σπίτι ενώ τα Εξάρχεια ήταν τόσο κοντά… Η επόμενη σκηνή στο άδειο «Φλοράλ» κι εμείς καθισμένοι στο μπαρ, λες και δεν μας χωρούσε το υπόλοιπο μαγαζί. Την είδα την απορία στο βλέμμα του μπάρμαν… Είχα κόψει το κάπνισμα για μια ακόμη φορά εκείνο τον χρόνο, αλλά ο Σπύρος πάντα κουβαλούσε ένα πακέτο από την μάρκα μου για ώρα ανάγκης. Σήμερα μου λείπει τόσο πολύ το «Φλοράλ» και ο Σπύρος… Για το κάπνισμα δεν δίνω δεκάρα. Είναι σαν να τον ακούω να μου ψιθυρίζει, κρυμμένος πίσω από τους θάμνους, ως άλλος Χάμφρει, ο δικός μου Μπόγκαρτ, « Θα έχουμε πάντα το Φλοράλ…»

1825 μέρες μετά
Τελειώνω σε λίγο τον πίνακα της δασκάλας του πιάνου. Όλα σε αυτόν τον πίνακα είναι γκρι. Τα μάτια της όμως έχουν το βαθύ γαλάζιο που είχαν στα αλήθεια. Το βαθύ γαλάζιο το βλέπω ξεκάθαρα και κατάματα πια…

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

“こんばんは” – Δημήτρης

Μέρα 1825η ΜτΚ

Επέτειος σήμερα. Πέντε χρόνια. Πέντε χρόνια μόνη. Τι ήταν αυτό; Από πού ήρθε; Γιατί κανείς δεν το πρόβλεψε; Και πώς δηλαδή; Τους εξαφάνισε όλους σε όλο τον κόσμο; Ναι στην πόλη μου, ναι ως εδώ που έχω φτάσει. Μόνο σκόρπια ζώα σαν την Κάρλι, τη σκυλίτσα μου που με βρήκε ένα απ’ τα πρώτα βράδια. Τι θα ‘κανα αλήθεια χωρίς αυτή; Θα ‘χα τρελαθεί, ε; Αντέχει ο άνθρωπος χωρίς καμιά παρέα; Αντέχει το μυαλό του χωρίς επιβεβαίωση ότι κάποιος τον ακούει, κάποιος, έστω στοιχειωδώς, τον καταλαβαίνει; Πέντε χρόνια Μετά την Καταστροφή. Πολιτισμός διαλυμένος αλλά η Φύση σιγά-σιγά ανακάμπτει. Κι είναι αυτό η πιο δυνατή φωνή ότι η ζωή μπορεί να συνεχιστεί και δίχως τον άνθρωπο. Είναι η επιβεβαίωση των προσγειωμένων, των νηφάλιων πριν την καταστροφή, που έλεγαν ότι είμαστε απλά ένα ακόμη δημιούργημά της, ότι αν συνεχίζαμε να μην τη σεβόμαστε θα έκανε ό,τι είχε κάνει με τόσα άλλα δημιουργήματά της μέσα στις χιλιετίες: θα μας εξαφάνιζε.

Μόνη μου λοιπόν; Κοιτάζω τα βράδια τον ουρανό. Βλέπω σκόρπιους δορυφόρους. Στην αρχή έλεγα ότι για να είναι εκεί πάνω ίσως να υπάρχουν κι εδώ κάτω κάποιοι που τους χειρίζονται. Τώρα δεν το λέω. Ξέρω, είναι απομεινάρια ενός πολιτισμού που κάποτε άκμασε και κατάφερε σπουδαία πράγματα. Δυστυχώς, όχι μόνο τέτοια. Θυμάμαι τους πρώτους μήνες τι τρόμος, τι πόνος, τι πανικός σε μια μόνο σκέψη: τι κάνουν οι άνθρωποι που ήταν στο διάστημα, στον διαστημικό σταθμό τη στιγμή της καταστροφής; Έχουν ξεμείνει εκεί πάνω και περιμένουν απλά το τέλος τους απ’ την πείνα; Φαγώθηκαν μεταξύ τους; Αυτοκτόνησαν;…

Ουφ, το αποδέχτηκα. Είδα τόση φρίκη στην πόλη μου, μπαίνοντας σε άλλες πόλεις που όλα πια μου φαίνονται φυσιολογικά. Σαν και να έχει μπει μια ασπίδα ενάντια σε κάθε αισθηματικό πόνο. Δε νιώθω ρε παιδί μου, πώς να το πω; Έτσι μου έφυγε κι ο φόβος. Ακούω ουρλιαχτά στη νύχτα και δεν τρομάζω. Ακούω θορύβους κοντά μου στο σκοτάδι και απλά προσπαθώ να ηρεμήσω την Κάρλι. Δεν έχει ανθρώπους. Ζώα είναι, μόνα σαν κι εμένα, που με φοβούνται και κρατάνε την απόσταση που θεωρούν ασφαλείας.

Μέρα 2190η ΜτΚ

Ένας ακόμη χρόνος. Να ανάψουμε κεράκι Κάρλι; Γελάς; Αλήθεια το λέω. Έτσι κάναμε παλιά. Στα γενέθλια ανάβαμε κεράκια, κάναμε ευχή και τα σβήναμε προσπαθώντας να μη μείνει κανένα αναμμένο. Μόνο έτσι έπιανε η ευχή. Εγώ τι ευχόμουν; Τα πιο τρελά. Ήθελα να εκθέσω το τζίνι. Ας πούμε να μιλάω ιαπωνικά άπταιστα ως τα επόμενά μου γενέθλια. Εννοείται ποτέ δε γινόταν. Αλλά… τώρα που το σκέφτομαι, τώρα που είμαστε μόνοι μας εδώ, γιατί όχι; Λοιπόν, Κάρλι, από σήμερα μιλάμε ιαπωνικά. Ναι-ναι, κι εγώ κι εσύ. Γαβ είναι το γαβ στα ιαπωνικά. Ποιος ξέρει πώς να ‘ναι στα ελληνικά; Πάει αυτή η γλώσσα, χάθηκε μαζί με τους κατοίκους της. Ό,τι έχει μείνει απ’ τον πολιτισμό της γης είμαι εγώ με τις θύμησές μου και την τελευταία γλώσσα που διασώζω μέσω ετούτου του ημερολογίου: τα ιαπωνικά!

[Σημείωση να σκιστεί και να καεί: Χαχχαχαα, πολύ αστείο αυτό με τα ιαπωνικά. Φαντάζομαι όταν μετά από αιώνες ένας ιπτάμενος δίσκος από κάπου πολύ μακριά θα προσγειωθεί και θα βρει το ημερολόγιό μου και θα καταγράψει ετούτη τη γλώσσα ως ιαπωνικά!!! Αυτό είναι η παραχάραξη της ιστορίας που λέγανε! Γιούχου, είμαι παραχαράκτης και πολύ γουστάρω.]

Περπατάω αλλά όχι συνέχεια. Τριγυρίζω μετά από μήνες κατασκήνωσης κάπου που μου αρέσει πολύ. Αποφεύγω τη θάλασσα. Προτιμώ να κινούμε ηπειρωτικά. Μου αρέσει να την κοιτάζω αλλά πια μου φέρνει μεγάλη θλίψη. Δεν είμαι για μελαγχολίες, έχω πολλές σκοτούρες να διαχειριστώ, όχι κι αυτή. Είναι ένα όριο η θάλασσα. Δε θα μπορέσω να τη διασχίσω ποτέ μόνη μου. Δεν ήξερα ιστιοπλοΐα, δεν είχα μπει ποτέ σε μικρή βάρκα παρά μόνο στα πλοία της γραμμής. Και δεν ξέρω μπάνιο. Πού να πάω λοιπόν; Να πνιγώ; Άσε τώρα. Έχω έναν πολιτισμό να συνεχίσω. Μια γλώσσα να διαιωνίσω… Χαχαχαχχαχαχχααα… Βρε λες να μου στρίβει;

Μέρα 2555η ΜτΚ

Άλλος ένας χρόνος. Χωρίς σεξ. Πώς ήταν, αρχίζω να το ξεχνάω; Ναι, αυτό μου λείπει πιο πολύ απ’ όλα. Είναι εξάλλου και η μόνη ζωτικής σημασίας ανάγκη μου που δεν μπορώ να ικανοποιήσω. Πόσες φορές, όλο και πιο συχνά, τα πόδια μου καίνε, μουσκεύω, τα παρατάω όλα και αρχίζω και χαϊδεύομαι εκεί που βρίσκομαι. Τι τάχα μου, θα με δει κανείς, θα εκτεθώ; Βαρέθηκα όμως. Τι να κάνω τις φαντασιώσεις των κατά μόνας ικανοποιήσεών μου όταν ξέρω ότι κανείς πια δε θα βρεθεί να μπει μέσα μου, να τον νιώσω να παλινδρομεί έρωτα και ηδονή, να ιδρώνει εξάντληση γλυκιά, να δαγκώνει ουρλιαχτά και να τελειώνει μαζί μου θάλασσες; Είμαι πιτσιρίκα και ότι σταμάτησα να πηδιέμαι τόσο νωρίς μπορεί να κάνει ότι δεν κατάφερε η μοναξιά και φρίκη: να με οδηγήσουν στην αυτοκτονία. Είπαμε: η κουβέντα είναι για μια ζωτική μου ανάγκη.

Τι γαβγίζεις γριούλα μου; Εσύ πέρασες τα δώδεκα, δε σκέφτεσαι τέτοια πια. Εγώ αντίθετα, πριν τα τριάντα, όλο και περισσότερο ζαλίζομαι στην έλλειψή του. Το ‘χει εξάλλου κι η φυλή μου, είναι ίδιόν της. Έτσι είμαστε στην Ιαπωνία, sex addicts που λέγανε κι οι Κινέζοι… [Χαχαχαχχαχα τέλεια περνάω η παραχαράκτρια!] Τώρα καταλαβαίνω τον δύσμοιρο τον Αδάμ και τη φιλολογία του Χριστιανισμού. Τον έφτιαξε ο Θεός και μάλλον πηδούσε ακόμη και τα καρπούζια. Γι’ αυτό σκέφτηκε και του έστειλε την Εύα. Ή τον Ντέιβιντ. Δεν είμαι σίγουρη. Μεγάλοι ψευταράδες ήταν εξάλλου οι συγγραφείς των θρησκειών. Μην κοιτάς εμένα που είμαι αληθινή σαν παγόδα στην Κατερίνη. Χμ, τι είναι θρησκεία; Ούτε αυτό το ξέρεις; Θρησκεία ήταν κάτι σαν αυτό που έχουμε στήσει εμείς οι δύο εδώ πέρα. Ξεκινούσε πάντα με έναν (εμένα δηλαδή) σε έναν ολόκληρο κόσμο, ύστερα ερχόταν μια παρέα (εσύ δηλαδή) και στην πορεία έμπαιναν κανόνες που έπρεπε να ακολουθηθούν από όλους (απ’ τους εξωγήινους που θα έρθουν μετά από χιλιάδες χρόνια δηλαδή). Βάζω λοιπόν τώρα τον πρώτο κανόνα: Οι Ιάπωνες μπορούν να αυνανίζονται παντού και πάντα κι αυτό είναι φυσιολογικό. Οι υπόλοιποι μόνο κάτω από μουριές 6-7 το απόγευμα…
Λαλλαλααλλα… και εγένετο τρέλα!

Μέρα 2691η Μτκ

Έφυγε και το δίσεκτο. Γρουσούζικο έτος. Έχασα την Κάρλι πριν δυο βδομάδες. Σαλάτα το μυαλό μου. Δεν την έθαψα. Θα δενόμουν με τον τόπο κι αυτό θα ήταν και το δικό μου τέλος. Νομίζω με σώζει το ότι κινούμαι, το ότι περπατάω. Έχω διασχίσει τη μισή Ευρώπη. Νότια Ευρώπη. Αποφεύγω τα μεγάλα κρύα. Δε νομίζω θα τα καταφέρω να επιβιώσω στα χιόνια. Ούτως ή άλλως η Καταστροφη άλλαξε τον καιρό. Μια τέφρα έχει κάνει πιο αχνό τον ήλιο. Σίγουρα 8-10 βαθμοί πιο κάτω από ό,τι είχαμε πριν. Ίσως φτάνοντας στην Ιβηρική να κάνω την απόπειρα απ’ το Γιβραλτάρ να περάσω απέναντι. Θα δω πώς. Αφού πρώτα κάνω δοκιμές με βάρκες κοντά στην ακτή, θα περιμένω μέρα άπνοιας και θα το τολμήσω. Κάπως έτσι μάλλον. Πρέπει να ψάξω πιο ζεστά μέρη. Τώρα πάντως σκέφτομαι την παράκαμψη ως το Παρίσι. Του χρόνου τέτοια εποχή, άνοιξη, θα το κανονίσω να είμαι εκεί. Όταν θα λιώνουν τα χιόνια και θα είναι υποφερτές οι νύχτες. Ήταν τεράστια πόλη, δεν ελπίζω αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Μπορεί ένας ακόμη να περιφέρεται μέσα στην τρέλα του στα ερείπιά της. Μπορεί να έχει αυτοανακυρυχτεί ο Βασιλιάς του Άιφελ. Τι ήταν το Άιφελ; Τίποτα, μη δίνεις σημασία. Ένα ζαχαροπλαστείο. Είχανε σε μεγάλη εκτίμηση τις τάρτες του πριν γίνει το μπουμ. Θα του μιλήσω στα ιαπωνικά, θα του τα μάθω αφού δε μιλάω άλλο παρά ελάχιστα κινέζικα. Θα τα βρούμε, είμαι σίγουρη. Εξάλλου είμαι η ομορφότερη γυναίκα του κόσμου, πώς να μου αντισταθεί. Και με σεξουαλική πείνα που θυμίζει άραβα βροντόσαυρο μετά από ραμαζάνι. Χαχαχαχχχαα σαλεύω!

Την έκαψα. Την Κάρλι λέω. Έχω την τέφρα της στο σάκο μου. Τώρα ψάχνω καινούριο σκυλάκι. Πάνε μήνες από όταν είδα το τελευταίο. Ήταν άγριο, του γάβγισε κι η Κάρλι και δε μας πλησίασε. Ελπίζω να φανώ πιο τυχερή περνώντας απ’ τις εξοχές. Θα αφήσω σε λίγο το κατάλυμά μου. Δε θα βιαστώ, θα ξεχειμωνιάσω σε χωριό με πολλά ξύλα και κάποιο σπίτι όρθιο αλλά ο στόχος θα παραμένει το Παρίσι. Σε ένα χρόνο από τώρα. Εκτός… εκτός κι αν ένας άντρας, μια γυναίκα βρεθεί κάπου στο μεσοδιάστημα. Τότε μαζί θα αποφασίσουμε, μαζί θα σχεδιάσουμε, μαζί θα πάμε. Αφού πρώτα κάνουμε σεξ.

Μέρα 3056η ΜτΚ

Παρίσι. Είμαι σε σοκ. Η μισή πόλη είναι άθικτη. Δεν πίστευα ότι θα ξανάβλεπα κάτι τέτοιο. Σαν και να μην πέρασε από εδώ ο Αρμαγεδδών. Δεν έχω βρει κανέναν ακόμη αλλά έχω πια ελπίδες. Περπατάω από χτες σε κάθε δρόμο με τη σειρά και φωνάζω. Δεν έχω πάρει απάντηση αλλά δεν μπορεί. Δεν μπορεί ρε γαμώτο. Τώρα είμαι σε ένα σούπερ μάρκετ. Άπειρες προμήθειες στα ράφια άθικτες. Με προβληματίζει αυτό. Αν ζούσαν άνθρωποι θα τις είχαν πάρει. Αν όμως ζει μόνο ένας, δύο; Τότε είναι πολλά τα σούπερ μάρκετ και ίσως δεν έχουν πάρει ακόμη από εδώ. Δε χάνω το κουράγιο μου. Πρώτη φορά μετά από πέντε χρόνια ξαναβρήκα αυτά τα χαρτάκια που διπλώναμε στην τσέπη και πάνω τους γράφαμε “Ελπίδα”. Ε, δε θα το πετάξω τόσο εύκολα!

Γεμίζω τον σάκο μου τρόφιμα και νερό. Παίρνω μολύβια και χαρτιά. Θα συνεχίσω το ψάξιμο. Είναι δυο ώρες ακόμη για τη νύχτα. Αν και τότε θα συνεχίσω λίγο ακόμη. Μια φωτιά αναμμένη φαίνεται καλύτερα στο σκοτάδι. Φεύγω.

Ντριιιιιιιιιιιν! Ντριιιιιιιιιιιιν! Ντριιιιιιιιιιιν!

Έχω κοκαλώσει. Είναι τηλέφωνο. Το τηλέφωνο του Σούπερ Μάρκετ χτυπάει. Έχω κοκαλώσει. Όχι, πρέπει να τρέξω, να το προλάβω, να ξεπεράσω την έκπληξη. Παρατάω το μολύβι, τρέχω, θα σου γράψω μετά τι έγινε!

-Ν… ν… ναι; Παρακαλώ;
-ちょっと
-…. ε;
-こんばんは
-… Πλάκα μου κάνετε, ε;

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

“Χρόνια Πολλά” – Παύλος

25 Δεκεμβρίου 2025

Μπήκα σε μια κάβα και πήρα σαμπάνια.. Να γιορτάσω τα Χριστούγεννα, να γιορτάσω το τέλος του κόσμου, να γιορτάσω τα…
Είχε ανοίξει ο Νίκος στον γάμο μας. Την κούνησε, δεν ξέρω, κι έκανε το νυφικό, τα μαλλιά μου, μέσα στον αφρό. Ξεκινήσαμε να γελάμε, όλοι γελούσαμε, αλλά τον είχα μισήσει.
Χρόνια πολλά.

25 Δεκεμβρίου 2026

Δεν νομίζω να ‘ναι κάποιος άλλος στην πόλη. Την έχω γυρίσει όλη, πολλές φορές. Γράφω μηνύματα στους τοίχους: “Είμαι ζωντανή. Το απόγευμα στις έξι στο Συντριβάνι”.
Πάω κάθε μέρα, στις έξι. Μόνο περιστέρια, αρουραίοι και γάτες.
Και το κοπάδι μου. Έχουν μαζευτεί καμιά διακοσαριά. Να δω τι θα κάνω όταν τελειώσει η σκυλοτροφή.
Χριστούγεννα με τους σκύλους μου.
Τα παιδιά ήθελαν ένα κουτάβι. Δεν τους πήραμε γιατί θα λέρωνε.
Χρόνια πολλά.

25 Δεκεμβρίου 2027

Κοιτάω τα τετράδια μου. Μόνο αυτά έχω. Μιλάω και μόνη μου, στα σκυλιά. Τραγουδάω. Αλλά είμαι μόνο εγώ.
Δεν μπορεί να ήμουν η μόνη με ανοσία. Θα είναι κι άλλοι. Ένας τουλάχιστον, ένας. Κατάρα ήταν αυτό, η ανοσία, κατάρα ήταν.
Χρόνια πολλά.

25 Δεκεμβρίου 2028

Το πήρα απόφαση. Όταν φτιάξει ο καιρός θα πάρω το ποδήλατο να πάω σ’ άλλες πόλεις.
Νόμισα ότι άκουσα ένα μωρό χθες. Βγήκα έξω κι έτρεχα στο σκοτάδι. Ένα μωρό!
Ήταν δυο γάτες. Τις μισώ τις γάτες, τις μισώ. Δεν πάθαν τίποτα. Ούτε οι σκύλοι. Ούτε κι εγώ.
Τώρα πια δεν μπορώ να κάνω. Μωρό. Την άνοιξη μου ήρθε τελευταία φορά.
Είναι αστείο. Να ‘βρισκα έναν άντρα και να μου ‘λεγε ότι μαζί θα ξαναφτιάξουμε την ανθρωπότητα.
Και να του λεγα: Πολύ αργά, μωρό μου.
Και να με παρατούσε για μια νεότερη.
Χρόνια πολλά.

25 Δεκεμβρίου 2029

Κοιτάζω τις σημειώσεις. Πέρυσι έγραφα ότι θα φύγω, να ψάξω γι’ άλλους. Δε με νοιάζει. Δε με νοιάζει. Η ζωή μου τέλειωσε όταν
Δε με νοιάζει για τους ανθρώπους, για την    ανθρωπότητα. Σκατά τα ‘χε κάνει, δε με νοιάζει.
Μόνο τα διδυμάκια μου.
Ο Χρίστος μισούσε τα Χριστούγεννα. Κανείς δεν θυμόταν τη γιορτή του και τα γενέθλια του.
Κι η Στέλλα είχε έρθει και
Με ρώτησε αν στ’ αλήθεια τα δώρα τα φέρνει ο Άι Βασίλης.
Υπάρχει, μαμά; Υπάρχει Άι Βασίλης; Πες μου αλήθεια.
Οκτώ χρονών ήταν. Οκτώ χρονών.
Καλά Χριστούγεννα μωράκια μου, χρόνια σας πολλά. Η μαμά είναι εδώ, αλήθεια, να σας θυμάται, δεν θα σας αφήσει να χαθείτε, αλήθεια.
Καλά Χριστούγεννα.
Χρόνια πολλά.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Τα κείμενα γράφτηκαν στο πλαίσιο του Συνεργείου Δημιουργικής Γραφής.

Οι προηγούμενες έξι γυναίκες στο τέλος του κόσμου εδώ
http://sanejoker.info/2015/11/3-women-after.html

http://sanejoker.info/2015/11/3-women-after-2.html

Η φωτογραφία είναι απ’ την ταινία του Γουόνγκ Καρ Γουάι “2046”