Το τραγούδι της τελευταίας φάλαινας

0
789

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι qTEPx7-1024x576.jpg

Είμαι φάλαινα. Οι άλλοι είναι κολιοί, τσιπούρες, δελφίνια. Υπάρχουν κι οι καρχαρίες. Αλλά οι περισσότεροι είναι σαρδέλες.

Ο πατέρας μου το είχε καταλάβει ότι είμαι φάλαινα.
«Είσαι βραδυκίνητο καράβι», μου έλεγε κάθε τόσο.

Η μητέρα μου σταμάτησε να μου λέει πράγματα νωρίς. Τη θυμάμαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι, να μην με αναγνωρίζει, να μην μιλάει. Πήγαινα κι έμπαινα στην αγκαλιά της, αλλά δεν μ’ άγγιζε. Πρώιμο Αλτσχάιμερ. Πέθανε πριν να μιλήσω –κι άργησα να μιλήσω. Στο τέλος είχε γίνει σπόγγος. Κοιτούσε την οθόνη: «Ποιος ζει μες στη θάλασσα σε ανανά;»

Και οι δάσκαλοι, οι καθηγητές, κατάλαβαν ότι είμαι φάλαινα. Δεν με σήκωναν στον πίνακα γιατί δεν προλάβαινα να σκεφτώ τι να απαντήσω. Στα τεστ τα ίδια. Στα διαγωνίσματα λίγο καλύτερα. Μόνο στην εργασία που μας έδιναν για τις διακοπές τα κατάφερνα. Αλλά εκεί δεν με πιστεύανε.

«Ποιος σου έγραψε την εργασία, Μπαλένη;»
«Εγώ», τους έλεγα, με μια μικρή παύση που τη θεωρούσαν δείγμα εξαπάτησης.
«Και πού ξέρεις εσύ για τις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες, Μπαλένη;»

Τους έδειχνα στο τέλος της εργασίας τη βιβλιογραφία. Θα μπορούσε να ήταν και μεταπτυχιακή εργασία. Αλλά δεν με πιστεύανε. Με περνούσαν με δέκα, αθώος λόγω αμφιβολιών.

~~

Μόνο μια καθηγήτρια με πίστεψε, στη δευτέρα λυκείου, η Βλαχάκη. Μας είπε να γράψουμε μια εργασία για τον αγαπημένο μας συγγραφέα. Έγραψα πέντε χιλιάδες λέξεις για το ονειρικό στοιχείο και τα σύμβολα στο έργο του Φραντς Κάφκα.

Η Βλαχάκη με κράτησε στην τάξη όταν χτύπησε το κουδούνι.

«Έχεις μεγάλο μυαλό», μου είπε.
«Ευχαριστώ.»
«Δεν το λέω για καλό. Έχεις μυαλό φάλαινας.»
«Ευχαριστώ. Μου αρέσουν οι φάλαινες.»
«Κι εμένα. Αλλά δεν αρέσουν στον κόσμο.»
«Γιατί;»
«Γιατί σκέφτεστε αργά και βαθιά.»

Πέρασαν μερικές μέρες μέχρι να καταλάβω το νόημα αυτών που μου είπε. Να πω την αλήθεια; Πέρασαν μερικά χρόνια για να καταλάβω το πλήρες νόημα αυτών που μου είπε.

Οι πιο δημοφιλείς και πετυχημένοι άνθρωποι είναι αυτοί που σκέφτονται γρήγορα, σαν τα δελφίνια.

Φανταστείτε έναν ηθοποιό ή έναν πολιτικό που βγαίνει στην τηλεόραση. Ο παρουσιαστής τον ρωτάει κάτι αστείο. Και η φάλαινα το σκέφτεται για δέκα λεπτά τηλεοπτικού χρόνου. Δεν πρόκειται να πετύχει, ειδικά σ’ αυτόν τον κόσμο που όλο κι επιταχύνει.

Αυτό ισχύει σε όλα. Τα δελφίνια κι οι καρχαρίες είναι οι πιο πετυχημένοι. Κι οι τόνοι τα πάνε καλά, κι οι σολομοί. Οι πιο πολλοί είναι αφρόψαρα, σαρδέλες, γαύροι και λοιποί αναλώσιμοι, που ελπίζουν κάποια μέρα να γίνουν καρχαρίες. Κανείς δεν ονειρεύεται να γίνει φάλαινα.

~~

Φυσικά υπάρχουν και τα χταπόδια. Τα λατρεύω τα χταπόδια. Η αγαπημένη μου είναι χταπόδι.

Η Λίβια είναι παράξενη, διαφορετική, απρόβλεπτη. Μπορεί να κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα και σε διαφορετικούς χρόνους.

Μπορεί να περάσει δυο χρόνια μαθαίνοντας την πρώτη σουίτα για τσέλο του Μπαχ, αλλά στο ίδιο διάστημα να κάνει άλλα εφτά πράγματα, να μαθαίνει ρώσικα, να προπονείται στη συγχρονισμένη κολύμβηση, να ταξιδεύει στην Ιαπωνία και να παθαίνει κατάθλιψη.

Δεν ξέρω γιατί θέλει να είναι μαζί μου. Εκείνη είναι απόκοσμη, ντυμένη πάντα με χρώματα. Εγώ είμαι βαρύς, δυσκίνητο καράβι, και δεν φοράω ποτέ τίποτα άλλο από ίντιγκο και πρωσικό μπλε.

Λέει ότι της αρέσουν τα μάτια μου, που είναι μεγάλα και βαριεστημένα. Κι ότι της αρέσουν αυτά που φέρνω απ’ τα βάθη της κάνναβης.

~~

Η φούντα είναι η θάλασσα μου. Είχα δοκιμάσει κι άλλα στο τέλος της εφηβείας, αλλά δεν μου ταίριαζαν. Ο καθένας επιλέγει τον εθισμό που ταιριάζει στο μυαλό του. Το αλκοόλ δεν το μπορώ καθόλου, με κάνει να ταράζομαι, είναι πολύ επιφανειακό.

Πίνω τρεις φορές την ημέρα, πάντα με πρόγραμμα και μόνο με πίπα. Δεν θέλω να τη νοθεύω με καπνό. Προτιμώ την ελληνική, είμαι εθνικιστής σ’ αυτό. Πίνω πριν αρχίσω την εργασία μου και λίγο πριν κοιμηθώ –για να συνεχίσω την εργασία μου.

Όταν έδινα πανελλήνιες εξετάσεις σκέφτηκα να διαλέξω μια επιστήμη αργή. Ήμουν ανάμεσα στη γεωλογία και στην ωκεανογραφία. Σπούδασα το δεύτερο, ωκεανογραφία και θαλάσσιες βιοεπιστήμες, στη Λέσβο.

Τώρα κάνω το διδακτορικό μου στην Οικολογία των Κητωδών. Συγκεκριμένα προσπαθώ να αποκωδικοποιήσω, να βρω το νόημα, να μάθω τι σημαίνει το τραγούδι των φαλαινών.

Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι οι γαλάζιες κι οι μεγαλόπτερες τραγουδάνε μόνο για να προσελκύσουν θηλυκά –μόνο οι αρσενικές τραγουδάνε.

Δεν μπορώ να το πιστέψω αυτό. Η φάλαινα έχει δέκα φορές μεγαλύτερο εγκέφαλο απ’ το δικό μας, δεν είναι καναρίνι.

Κι αυτό φάνηκε όταν ηχογραφήθηκε η πιο μοναχική φάλαινα του κόσμου, ο Φρέντι.

Οι γαλάζιες φάλαινες τραγουδάνε στα 10-39 Χερτζ, οι μεγαλόπτερες γύρω στα είκοσι.

Αλλά μια φορά, στον Αρκτικό Ωκεανό, καταγράφτηκε μια φάλαινα, μία μοναχική φάλαινα τόσο βαθιά που δεν μπορούσε να φτάσει σκάφος, μια φάλαινα που τραγουδούσε στα 52 Χερτζ.

Κάποιοι την είπαν για αστείο ο «Φρέντι Μέρκιουρι των φαλαινών». Της έμεινε το παρατσούκλι, Φρέντι η Φάλαινα.

Ήταν αστείο, έτσι το είδα σκεφτεί κι εγώ όταν διάβασα γι’ αυτό, μέχρι που άκουσα το τραγούδι της. Δεν ήταν απλώς μια καλλίφωνη φάλαινα, ήταν η λύση στο αίνιγμα.

~~

Κάθε πρωί πηγαίνω στο εργαστήριο, καπνίζω μια πίπα, και βάζω ν’ ακούσω τη φάλαινα Φρέντι. Μετά ακούω τις άλλες. Δεν γράφω τίποτα ούτε προσπαθώ να καταλάβω, δεν λειτουργεί έτσι ο εγκέφαλος μου, δεν μπορώ την πίεση.

Τ’ ακούω και μετά βγαίνω βόλτα στο δάσος. Περπατάω κι ακούω τα πουλιά. Αυτό που καταδεικνύει τη διαφορά είναι ότι όλα τα άτομα του ίδιου είδους τραγουδάνε με τον ίδιο τρόπο. Τα καναρίνια τραγουδάνε σαν καναρίνια.

Κάθε φάλαινα τραγουδάει διαφορετικό σκοπό. Κι όχι μόνο. Μερικές φορές αλλάζει το τραγούδι της. Ειδικά όταν πέφτει πάνω σε άλλη αρσενική. Είναι σαν να συζητάνε, σαν ν’ ανταλλάσουν πληροφορίες.

Το σκέφτομαι, αλλά δεν πιέζω τον εαυτό μου να βρει τη λύση.

Γυρνάω σπίτι το βράδυ, καπνίζω την τελευταία πίπα, ακούω λίγη μουσική, όχι φαλαινίσια, συνήθως Chet Baker, Coltraine, τέτοια. Και πέφτω για ύπνο. Εκεί στα όνειρα μου βλέπω συνήθως την απάντηση σε ό,τι ψάχνω, δραματοποιημένη και συμβολική.

Έτσι έγινε και χθες βράδυ. Έτσι βρήκα τι τραγουδάνε οι φάλαινες.

~~

Έβλεπα στον ύπνο μου ότι ήμουν στο Ουέμπλεϊ, σε συναυλία των Queen. Ο κόσμος φώναζε να βγει ο Φρέντι για να τραγουδήσει κι άλλο.

«Κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο…»
«Μα είστε χαζοί;» τους είπα. «Ο Φρέντι έχει πεθάνει.»

Δεν μου έδωσαν σημασία. Πήγα στην τουαλέτα, αλλά ήταν τουαλέτα πλοίου. Και κουνούσε. Βγήκα και είδα ότι είχαμε φτάσει Ατλαντικό. Ακουγόταν ο Chet Baker να παίζει στους 52 Χερτζ, How deep is the ocean.

Χωρίς να το σκεφτώ πήδηξα στο νερό. Δεν ήταν κρύο. Ήταν ακριβώς η θερμοκρασία του σώματος. Ένιωσα ηρεμία. Εκεί μέσα δεν ακουγόταν το πλήθος να φωνάζει «κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο…»

Εκεί μέσα δεν ακουγόταν τίποτα. Μόνο το τραγούδι της φάλαινας κι ένας αργός χτύπος στο τύμπανο, σαν τις σκούπες στη τζαζ, σαν την καρδιά της μάνας.

Ξύπνησα και ήξερα.

~~

Πήγα τρέχοντας στο εργαστήριο κι ας ήταν δύο τα ξημερώματα. Άνοιξα τα μηχανήματα πριν ανοίξω τα φώτα. Στο φως της οθόνης είδα ότι δεν ήμουν μόνος.

«Ευτυχώς που το βρήκες», είπε η γυναίκα που στεκόταν όρθια κοντά στον τοίχο. Μπορεί να ήταν και άντρας. Δύσκολο να πεις.

«Είναι σαν τη στήλη της Ροζέττας, έτσι δεν είναι;»
«Κατά κάποιο τρόπο.»

Η στήλη της Ροζέττας ήταν μια πλάκα από γρανοδιορίτη, που είχε πάνω μια επιγραφή σε ιερογλυφικά, δημώδη αιγυπτιακά και ελληνικά. Χάρη σ’ αυτή την ανακάλυψη ο γλωσσολόγος Σαμπολιόν ξεκίνησε την αποκρυπτογράφηση των αιγυπτιακών ιερογλυφικών.

Η γυναίκα-άντρας ήρθε λίγο πιο κοντά. Μου φάνηκε ότι δεν ανέπνεε.

«Κατάλαβες το νόημα του τραγουδιού;»
«Το ένιωσα, αλλά δεν το έχω καταλάβει ακόμα.»
«Αν το ένιωσες, τότε το κατάλαβες. Είσαι παράξενος άνθρωπος.»
«Ναι, μάλλον. Μου το λένε συχνά.»
«Τι ένιωσες;»
«Η φάλαινα είναι η μητέρα μου. Πήγαινα κι έμπαινα στην αγκαλιά της όταν είχε άνοια. Δεν μιλούσε. Άκουγα μόνο την καρδιά της και την ανάσα της.»

Η γυναίκα-άντρας πήγε κι άναψε τα φώτα. Ήταν τόσο όμορφη-όμορφος. Ήταν τόσο όμορφο. Έμοιαζε αρκετά με άνθρωπο. Μίλησε.

«Το πρόβλημα των πολιτισμών που αναπτύσσονται ασύμμετρα είναι ο διχασμός πνεύματος και σώματος, λογικής και συναισθήματος, συνειδητού και ασυνείδητου», μου είπε. «Όποιο και να επικρατήσει, χωρίς ισορροπία, είναι επικίνδυνο.»

Μετά άγγιξε τον τοίχο και δημιουργήθηκε μια τρύπα σαν οθόνη. Έδειχνε σκοτάδι, αλλά ήξερα ότι δεν ήταν κενό, ήταν ο βαθύς ωκεανός, το βασίλειο της φάλαινας.

«Οι φάλαινες είναι φύλακες;» του είπα.
«Οι φάλαινες είναι άγγελοι.»

Σκέφτηκα πόσους αγγέλους είχαμε σκοτώσει.

«Τόσα χρόνια τα τραγούδια τους ήταν κανονικά. Εκατομμύρια χρόνια. Μόλις σ’ αυτό το μικρό διάστημα, που λέτε αιώνα, άλλαξαν όλα.»
«Τότε εμφανίστηκε ο Φρέντι;»
«Ήταν κι άλλες. Αυτό καταγράψατε.»
«Και τι έκανε; Είπες ότι ήταν το κλειδί.»
«Το κλειδί για ν’ ανοίξει το κεφάλι κάποιου. Μόλις κατάλαβες εσύ, στο όνειρο σου, πήραμε το σήμα.»
«Εγώ σας το έστειλα.»

Δεν το καταλάβαινα ακόμα, ίσως ποτέ να μην το καταλάβω, αλλά το ένιωθα. Οι Αβορίγινες λένε ότι ο Κόσμος είναι το όνειρο των θεών. Έπεσαν κοντά. Τα όνειρα είναι ο σύνδεσμος ανάμεσα στους κόσμους. Σύμβολα. Ο μόνος τρόπος να ζήσουμε κάτι που δεν μπορούμε να καταλάβουμε.

Ήταν σαν το Μαύρο Μονόλιθο του Κιούμπρικ, από το 2001. Ένα Σημείο Καμπής για την ανθρωπότητα. Αυτό τραγουδούσε η φάλαινα: «Αν δεν αλλάξετε, δεν θα επιβιώσουμε.»

«Δεν μπορώ να ηγηθώ», είπα στο πλάσμα.
«Το ξέρω. Είσαι μύστης, δεν είσαι ηγέτης.»
«Και τι να κάνω;»
«Συνέχισε να είσαι φάλαινα», είπε κι είδα στα μάτια του κάτι σαν χαμόγελο.

Πήγε στην τρύπα και βούτηξε στον ωκεανό.

Έμεινα μόνος. Άναψα την πίπα της ειρήνης κι έβαλα να παίζει Chet Baker, How deep is the ocean.

Νομίζω κι εκείνος ήταν φάλαινα.