Η μητέρα μου έλεγε: “Αν γίνεις στρατιώτης, να γίνεις στρατηγός. Αν γίνεις ιερέας, να γίνεις Πάπας.” Τελικά είμαι ζωγράφος, έγινα ο Πικάσο.
Πάμπλο Πικάσο
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Λέγεται ότι ο Σίγκμουντ Σάλομον Φρόιντ γεννήθηκε μέσα στον αμνιακό του σάκο. Αυτό, σύμφωνα με την εβραϊκή λαϊκή παράδοση της Κεντρικής Ευρώπης, σήμαινε ότι θα γινόταν σπουδαίος.
Η μητέρα του το πίστεψε και τον ανέθρεψε για να μεγαλουργήσει, αδιαφορώντας για τα άλλα πέντε παιδιά της –που ήταν κορίτσια.
Όταν ο Σίγκμουντ Σόλομον ήταν ακόμα εφτά χρονών –κι ενώ είχε ήδη αρχίσει να ξεχωρίζει- στάθηκε με τη μητέρα του ν’ ακούσουν έναν πλανόδιο μουσικό και μάγο, έναν τσιγγάνο από εκείνους που τριγυρνούσαν τότε στη Βιέννη με τα κάρα τους.
Ο τσιγγάνος είπε ότι χρειαζόταν ένα παιδί να τον βοηθήσει στο επόμενο νούμερο. Τα παιδάκια ξεκίνησαν να φωνάζουν: «Εγώ, εγώ, πάρε εμένα.»
Ο Σίγκμουντ έμεινε σοβαρός και ήσυχος, όπως τον είχε μάθει η μητέρα του να είναι. Θα περνούσαν χρόνια μέχρι να γίνει κοκαϊνομανής.
Ο τσιγγάνος χωρίς καθόλου να το σκεφτεί προσπέρασε τα άλλα παιδιά και πήγε κατά πάνω του.
«Εσύ», είπε στο μικρό Φρόιντ, «θα γίνεις σπουδαίος.»
Η μητέρα του χάρηκε κι έριξε ένα νόμισμα στη θήκη της κιθάρας. Πράγματι ο Φρόιντ μεγάλωσε και –παρά τον αντισημιτισμό των Αυστριακών- κατάφερε ν’ αποκαλύψει τα μυστικά της ψυχής –ή έστω να δώσει μια ερμηνεία τους.
~~
Ο Τάιγκερ Ελάιζα από την άλλη γεννήθηκε ακόμα πιο παράξενα –περιέχοντας το πεπρωμένο του.
Δεν ήταν δύσκολη γέννα ούτε υπήρχαν επιπλοκές. Ο πατέρας του ήταν μέσα στην αίθουσα και βιντεοσκοπούσε το μεγάλο γεγονός.
Μόλις βγάλανε το νεογνό απ’ το αιδοίο της μάνας του έγινε αντιληπτό ότι δεν ανέπνεε. Ο μαίος (δεν ξέρω το αρσενικό της μαίας) χτύπησε το λεχούδι στο κωλαράκι του για να πονέσει και να κλάψει. Επανέλαβε το ράπισμα πιο δυνατά. Τίποτα. Την τρίτη φορά, κι ενώ το νεογέννητο είχε αρχίσει να μπλαβίζει, ο μαίος του είπε: «Έλα, τίγρη».
Και του έδωσε τόσο δυνατό χτύπημα που θα έκανε κάθε μαζοχιστή να πει τη συνθηματική λέξη.
Το νεογνό που θα το βάφτιζαν Τάιγκερ, έκανε έναν παράξενο ήχο και ξέρασε κάτι. Μετά ξεκίνησε να κλαίει στη διαπασών και ν’ αναπνέει με μανία. Πονάει, άρα ζει, όπως λέει κι ο δόκτωρ Μπέκετ.
Το μωρό έκλαιγε, οι γονείς έκλαιγαν κι οι νοσοκόμοι γελούσαν. Ο μαιευτής (έτσι είναι το αρσενικό τελικά) περιεργαζόταν αυτό που είχε βγάλει το μωρό απ’ το στομάχι του. Το σκούπισε κι ανακοίνωσε με σιγουριά: «Είναι μια μπάλα του γκολφ!»
Κανείς δεν το πρόσεξε εκείνη την ώρα, αλλά το κατέγραψε η κάμερα, έτσι το είδε κι ο Τάιγκερ δώδεκα χρόνια αργότερα: Όταν ο μαίος (πιο ωραία ακούγεται έτσι) έδειξε την μπάλα του γκολφ, η λεχώνα γύρισε στον άντρα της και του ψιθύρισε: «Στο ‘πα ότι είχε μείνει μέσα.»
~~
Ο Τάιγκερ ήταν Εβραίος, αλλά δεν ήταν πλούσιος. Οι μεσοαστοί Εβραίοι της Νέας Υόρκης δεν παίζουν γκολφ. Ούτε και μπάσκετ ή μποξ, αυτά είναι για τους μαύρους. Ένας μεσοαστός Εβραίος που παίζει γκολφ θα ήταν εξίσου παράδοξο μ’ ένα μαύρο πρωταθλητή του αθλήματος ή μ’ έναν λευκό που μπορεί να τραγουδήσει τα μπλουζ.
Εκείνους τους προορίζουν για να γίνουν γιατροί, δικηγόροι ή κινηματογραφικοί παραγωγοί. Έτσι και τον Τάιγκερ Ελάιζα οι γονείς του, η μητέρα του συγκεκριμένα, αφού ο πατέρας του συνήθως έλειπε, τον έταξαν στη δικονομία. Ένας καλός δικηγόρος είναι πάντα χρήσιμος, ειδικά όταν υπερασπίζεται τους κακούς.
Το πρόβλημα ήταν ότι ο Τάιγκερ δεν τα πήγαινε καθόλου καλά με τις λέξεις. Όσο και να τον πίεσε η μάνα του δεν κατάφερε να ξεχωρίζει το γερούνδιο απ’ τη μετοχή του ενεστώτα.
Μετά από πολλές συζητήσεις με το ραβίνο και τον ψυχαναλυτή, που φυσικά ήταν της φροϋδικής σχολής, η μητέρα αποφάσισε να τον κάνει καλλιτέχνη. Αυτό είναι που κάνουν οι άνθρωποι όταν δεν μπορούν να κάνουν τίποτα άλλο.
Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι της τέχνης για τον Τάιγκερ…
~~
… που ναυάγησε πριν βγει απ’ το λιμάνι. Ο Τάιγκερ τραγουδούσε χειρότερα απ’ τον Ντίλαν, ήταν πιο άσχημος απ’ τον Άλεν, χόρευε χειρότερα απ’ τη Μαντόνα (που δεν είναι εβραία, αλλά είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα άμπαλης). Στη ζωγραφική τα κατάφερνε σαν τον Μοντιλιάνι, αλλά πριν γίνει ζωγράφος ο Μόντι, όταν ακόμα ήταν βοηθός χασάπη στο Λιβόρνο.
Η μάνα του είχε χάσει κάθε ελπίδα, ο ραβίνος άρχισε να πιστεύει ότι το παιδί ήταν נאַריש, που ακούγεται περίπου σαν «νάρισς», και σημαίνει στα Γίντις «πιο βλάκας από γουρούνι». Τα γουρούνια στην πραγματικότητα είναι πανέξυπνα ζώα, πιο έξυπνα από πολλούς ανθρώπους, αλλά για τους Εβραίους είναι שמוציק σμούτσικ, «ακάθαρτα».
Τη λύση έδωσε ο πατέρας του, που δεν τον έβλεπε και συχνά, αφού ήταν εξωτερικός πωλητής σε μια ισραηλινοαμερικανική εταιρεία που έφτιαχνε fast food כשר. Αυτό προφέρεται κοσέρ και είναι φαγητό σωστά προετοιμασμένο για Εβραίους, «καθαρό». Η εταιρεία αυτή προσπαθούσε να προωθήσει προμαγειρεμένο κοσέρ, κάτι σαν «βρώμικο καθαρό».
Ο πατέρας έφευγε απ’ το σπίτι κάθε Κυριακή βράδυ και οδικώς γυρνούσε όλη την ανατολική ακτή. Γυρνούσε Παρασκευή αργά, ξεκουραζόταν το Σάββατο, πηδούσε τη γυναίκα του την Κυριακή πρωί κι έφευγε ξανά για το γύρο της Αμερικής. Ένας μικρός Αμερικάνος Γιαχβέ.
Μια Κυριακή, λίγο προτού φύγει, η μητέρα ξεκίνησε να του λέει τους προβληματισμούς της για τον Τάιγκερ, που δεν φαινόταν να τα καταφέρνει σε τίποτα. Ο πατέρας κοίταξε το γιο του και παρατήρησε πόσο είχε μεγαλώσει. Του είπε την αγαπημένη του εβραϊκή παροιμία. תזכו לשנים רבות – נעימות וטובות Ακούγεται κάπως έτσι: Τιζκού Λεσχανίμ ραμπότ, νειμότ βε τοβότ. Και σημαίνει: «Αν δεν μπορείς να περάσεις από πάνω, πέρνα από κάτω.»
Κανείς δεν κατάλαβε τι ακριβώς ήθελε να πει, όμως αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό της σοφίας.
~~
Χωρίς κανέναν να πιστεύει σε κείνον, χωρίς τσιγγάνους να προβλέπουν το μεγαλείο του, χωρίς να καταλαβαίνει τι εννοούσε ο πατέρας του, ο Τάιγκερ πήγε να μείνει κάτω, στο υπόγειο του σπιτιού.
Σαν επιχείρημα είπε ότι δεν μπορούσε να κάνει παρέα με τις αδελφές του.
(Σ’ εκείνες δεν έχουμε αναφερθεί καθόλου και υπάρχει σημαντικός λόγος. Όμως δεν χρειάζεται να τον μάθετε.)
Ήταν το καλοκαίρι που έγινε δώδεκα χρονών. Περνούσε τις περισσότερες ώρες εξασκώντας το όργανο του. Είχε μόνο τη φαντασία του, έναν κατάλογο της AVON με εσώρουχα και μια βιντεοκασέτα με ασκήσεις αεροβικής.
Σ’ αυτή γυμνάζονταν ταυτόχρονα δυο γυναίκες κι ένας άντρας. Όταν εξασκήθηκε αρκετά με τους γλουτούς των γυναικών, άλλαξε στόχο και έδωσε προσοχή στο κολάν του Σβεν, του ξανθού γυμναστή.
Αλλά κι αυτόν κάποια στιγμή τον βαρέθηκε. Ο Τάιγκερ αισθανόταν κενός, δεν είχε στόχο, δεν είχε νόημα στη ζωή του, και είχε αυνανιστεί τόσο πολύ που τα μπαλάκια του είχαν γίνει σαν αποξηραμένα σύκα.
Ψάχνοντας στα πεταμένα αντικείμενα, στη γωνιά του υπογείου, μήπως βρει κάποιον παλιότερο κατάλογο της AVON, έπεσε πάνω σε μια κασέτα βίντεο.
Είχε μόνο έναν αριθμό επάνω 30/12/75
Δεν το σκέφτηκε ότι αυτή ήταν η ημερομηνία της γέννησης του.
Την έβαλε στο VHS. Άργησε να καταλάβει τι έβλεπε, γιατί η εικόνα ήταν εστιασμένη σ’ ένα κόκκινο πρησμένο πράγμα, με τρίχες γύρω. Φωνές ακούγονταν και βογγητά.
«Να το, πετάγεται, βγαίνει», είπε μια φωνή.
Ο χειριστής του βίντεο ξεζουμάρισε την ώρα που ένα κεφάλι μωρού έβγαινε απ’ το κόκκινο πράγμα. Μετά η κάμερα στράφηκε κι έδειξε το πρόσωπο της μητέρας του.
Ο Τάιγκερ ήθελε να ξεράσει, αλλά δεν μπορούσε να κουνηθεί. Έμεινε να κοιτάει την αρχή της ύπαρξης του, μέσα στα αίματα και στα υγρά. Είδε τον εαυτό του ως νεογέννητο, χωρίς να ξέρει με βεβαιότητα ότι είναι ο ίδιος, κι όμως το ήξερε. Το νεογνό δεν μπορούσε να πάρει ανάσα, ο μαίος το αποκάλεσε τίγρη, αυτά τα ήξερε ο Τάιγκερ, του τα είχαν πει. Μετά είδε τι έβγαλε απ’ το στομάχι του: Μια μπάλα του γκολφ.
Εκείνο το λευκό αντικείμενο –υπόλευκο για την ακρίβεια, αφού είχε μαριναριστεί σε κολπικά και γαστρικά υγρά για πολύ καιρό- ήταν το ανάλογο του Μαύρου Μονόλιθου, που είχε βάλει ο Κιούμπρικ σε κάθε σημείο καμπής της ανθρωπότητας.
Δεν ήταν μαύρο ούτε μονόλιθος, όμως ο Τάιγκερ έπεσε στα γόνατα και προσκύνησε. Μετά ανέβηκε τρέχοντας στην κουζίνα. Ήταν ένα σημείο καμπής.
Όταν το ανακοίνωσε στη μάνα του, ότι θα γινόταν πρωταθλητής του γκολφ, άφησε για μια στιγμή τα רוגעלאך, τα ρούγκολα, που είναι κάτι σαν εβραϊκά κρουασανάκια, και τον ρώτησε γιατί.
«Γκολφ, δεν σου λέει τίποτα;»
«Ναι, παίζει ο θείος σου ο Χάρβι, που είναι γερουσιαστής. Έτσι μου λέει η γραμματέας του κάθε φορά που τον ψάχνω.»
«Θα γίνω ο καλύτερος», είπε ο Τάιγκερ.
«Πού το ξέρεις;»
«Είναι το πεπρωμένο μου. Δεν θυμάσαι;»
«Τι πράγμα;»
«Το μπαλάκι του γκολφ που έφτυσα όταν γεννήθηκα;»
Η μητέρα του γούρλωσε τα μάτια κι έφτυσε μισό ρούγκολα. Το είχε ξεχάσει, το είχε απωθήσει, δεν ήθελε να ξέρει τι έβαζε στον κόλπο της εκείνες τις χίπικες εποχές.
Δεν μπορούσε να του αρνηθεί, δεν μπορούσε να του πει τίποτα. Αμαρτίες γονέων.
Κάπως έτσι ξεκίνησε η πορεία του προς τη δόξα…
~~
…που απέτυχε.
Απ’ τα δώδεκα μέχρι τα είκοσι δύο ο Τάιγκερ έκανε τα πάντα για να γίνει ο καλύτερος αθλητής του γκολφ. Δέκα χρόνια εντατικής προσπάθειας, δέκα χρόνια σκληρή προπόνηση κι εξαντλητική δίαιτα. Πήρε μέρος σε κάθε ερασιτεχνικό αγώνα που τον δέχτηκαν. Έχασε σε όλους –και τις περισσότερες φορές ήταν ουραγός.
Ο τελευταίος αγώνας που έχασε ήταν το Πρωτάθλημα Κεντρικού Ειρηνικού. Έγινε στο Φουναφούτι, μια μακρόστενη ατόλη, που είναι και πρωτεύουσα του νησιωτικού κράτους Τουβαλού.
Το μόνο που έπρεπε να κάνει για να κερδίσει τον ανταγωνιστή, τη Σάσα, ήταν να πετάξει το μπαλάκι πιο βαθιά μέσα στον Ειρηνικό. Η Σάσα, που είχε πάει μόνο για τις διακοπές, έστειλε το μπαλάκι στα πέντε μέτρα. Ακόμα και με το χέρι να την πετούσε ο Τάιγκερ θα μπορούσε να νικήσει. Ήθελε να το κάνει με το μπαστούνι. Χτύπησε χώμα και το μπαλάκι έφυγε πίσω. Βγήκε δεύτερος, η καλύτερη θέση που είχε πάρει μέχρι τότε.
~~
Το ίδιο βράδυ ο Τάιγκερ ήταν στο δωμάτιο του, στο Φουναφούτι. Δεν ήταν נאַריש , νάρισς, δεν ήταν πιο χαζός από γουρούνι, είχε καταλάβει ότι δεν θα καταφέρει τίποτα σπουδαίο στο γκολφ –ούτε σε τίποτα άλλο.
Ήταν το αντίθετο του Σίγκμουντ Σάλομον Φρόιντ, ήταν ένας άνθρωπος που δεν είχε γεννηθεί για να μεγαλουργήσει. Είχε γεννηθεί για ν’ αποτύχει.
Βγήκε έξω στην νύχτα και περπάτησε δίπλα στη θάλασσα. Το φεγγάρι έφτιαχνε ένα μονοπάτι στη μέσα μεριά της ατόλης, στην ήρεμη λιμνοθάλασσα. Απ’ την άλλη μεριά, μόλις τρία μέτρα παραδίπλα, ο Ωκεανός, καθόλου Ειρηνικός, χωρίς φεγγαρόδρομο.
«Καλύτερα να πέθαινα τότε», μονολόγησε ο Τάιγκερ. «Χωρίς να φτύσω το μπαλάκι.»
Έβαλε το χέρι στην τσέπη. Κράτησε το μπαλάκι κι ετοιμάστηκε να μπει στην άγρια πλευρά, εκεί όπου σκάνε τα κύματα του ωκεανού.
Κι ήταν μόλις που είχε πατήσει στο νερό, όταν άκουσε πίσω του βογγητά. Παρατήρησε ότι στο τρίτο στούντιο απ’ αυτά που υπήρχαν, κι ήταν πέντε όλα κι όλα στο νησί, έφεγγε ιώδες φως.
Ο Τάιγκερ, όπως κάθε καλός Εβραίος της Νέας Υόρκης, ήθελε να χώνει τη μύτη του στις υποθέσεις των άλλων. Ξέχασε το βραδινό-μπάνιο-μετά-θανάτου και πλησίασε ήσυχα το παράθυρο. Είδε τη Σάσα, τη χρυσή πρωταθλήτρια, ξαπλωμένη στο κρεβάτι, να βλέπει τηλεόραση και να χαϊδεύεται.
Τον έπιασε ταραχή και φόβος, αλλά έβαλε το αριστερό χέρι μέσα στο παντελόνι. Τότε ακριβώς γλίστρησε στα περιττώματα ενός γουρουνιού και σωριάστηκε. Ενώ έβριζε το ακάθαρτο ζώο ( שמוציק σμούτσικ, שמוציק σμούτσικ) η Σάσα εμφανίστηκε στην πόρτα φορώντας ένα διάφανο νυχτικό.
«Τι κάνεις;» του είπε, χωρίς καθόλου να φοβάται.
Ο Τάιγκερ σηκώθηκε καυλωμένος –με το μπαλάκι του γκολφ στο δεξί χέρι.
Η Σάσα κοίταξε χαμηλά.
«Τι θα μου κάνεις μ’ αυτό;» του είπε κι η φωνή της μπορούσε να καυλώσει ευνούχο γέροντα.
«Ό,τι θες.»
«Θα μου το βάλεις;»
«Αν θες.»
Η Σάσα αναφερόταν στη στύση του Τάιγκερ, εκείνος νόμιζε ότι μιλούσε για το μπαλάκι του γκολφ. Μπήκανε στο σπίτι, φιληθήκανε και χαϊδευτήκανε, κι όταν η Σάσα άνοιξε τα πόδια έγινε αυτό που οι Εβραίοι λένε קרייַז, ακούγεται σαν «κράυζ» και σημαίνει λούπα. Ο Τάιγκερ έχωσε το μπαλάκι του γκολφ στον κόλπο της ερωμένης του.
תזכו לשנים רבות – נעימות וטובות Τιζκού Λεσχανίμ ραμπότ, νειμότ βε τοβότ. Αν δεν μπορείς να περάσεις από πάνω, πέρνα από κάτω.
~~{}~~
Επίλογος עפּילאָג
Ίσως κάποιοι δεν το πιστεύουν, όμως υπάρχει πεπρωμένο. Νομίζουμε ότι είμαστε ελεύθεροι να διαλέγουμε ρούχα και αποσμητικό. Όμως όσο κι αν προσπαθήσεις, όσο κι αν παλέψεις, ένα μπαλάκι του γκολφ μπορεί να είναι το πεπρωμένο σου. Όπως συνέβη με τον Τάιγκερ.
Ο Τάιγκερ Ελάιζα Γούντμαν έγινε ο ιδρυτής και κύριος μέτοχος μιας πολυεθνικής με ετήσιο κύκλο εργασιών πάνω από τέσσερα δισεκατομμύρια.
Η εταιρεία του, που ονομάζεται G.O.L.F. (Gallery Of Lustful Fuck) πουλάει σεξουαλικά αντικείμενα. Από ρούχα και εσώρουχα, μέχρι αλοιφές, όργανα, δονητές κι ό,τι άλλο χρειάζεται κάθε ζευγάρι –κι όχι μόνο.
Φυσικά έχει και μπαλάκια του γκολφ.
ΤΕΛΟΣ
דער סוף
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
(Προσοχή. Το κείμενο αυτό αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Δεν προτείνει την τοποθέτηση αθλητικών αντικειμένων, πχ μπαλάκια του γκολφ, στον κόλπο.
Ούτε σε καμιά άλλη οπή.)