Ας σκεφτόμαστε όσα προσφέραμε στους άλλους -κι όχι όσα πήραμε. Εκεί έγκειται η διαφορά ανάμεσα σε μια ζωή άσκοπη και σε μια ζωή με νόημα.
Κάθε ζωή θα περάσει το ίδιο γρήγορα, ας μη γελιόμαστε. Κι όσα ήταν πρωινά άνθη σαν ανοίξαμε τα μάτια, θα βρεθούν στο σκοτάδι για πάντα, σαν κοιμηθούμε.
Τι δίνει νόημα στη ζωή; Η προσφορά. Δεν αναφέρομαι σε κάτι μεγάλο και Καζαντζακικό. Όχι, μικρά πράγματα, καθημερινά, με τους ανθρώπους –και τα ζώα, τα φυτά, τον κόσμο που έχουμε τριγύρω μας.
Αν θες να φτιάξεις έναν όμορφο κόσμο ξεκίνα με τα κοντινά σου. Κι αν μπορείς να πας παραπάνω, μπράβο σου. Αλλά ξεκίνα με τα μικρά. Γιατί έτσι αλλάζει ο κόσμος. Κομμάτι κομμάτι.
Μπορεί να είναι ένα σκυλί που μάζεψες απ’ το δρόμο και το έβαλες στην οικογένεια σου –ποτέ δεν θα μετανιώσεις για κάτι τέτοιο, θα το βλέπεις στα μάτια του κάθε μέρα όταν θα σε περιμένει να γυρίσεις σπίτι.
Σκέψου τι πρόσφερες στους ανθρώπους όσα χρόνια ζεις. Μπορεί να ήταν ένας συμμαθητής, που δεν τα πήγαινε καλά με τους αριθμούς, και στις εξετάσεις του έκανες χώρο ν’ αντιγράψει τις απαντήσεις στην Άλγεβρα.
Σκέψου τι πρόσφερες. Μπορεί να ήταν ένας συνάδελφος που υπερασπίστηκες στη δουλειά, που στάθηκες δίπλα του και είπες στο αφεντικό: «Αν διώξεις την Ανίλα, θα φύγω κι εγώ».
Σκέψου τι πρόσφερες. Θυμήσου τους φίλους σου και τους ανθρώπους που βρέθηκαν στο δρόμο σου για μια στιγμή.
Όσα μας έδωσαν οι άλλοι είναι σημαντικά. Αλλά είναι σημαντικά περισσότερο για εκείνους. Αυτό είναι όλο το θέμα της προσφοράς: Κερδίζεις επειδή δίνεις.
Υπάρχει ένα υπέροχο πεζό ποίημα του αγαπημένου Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ.
Πάει κάπως έτσι (ελεύθερη μεταγραφή, μόνο το νόημα της αλληγορίας κρατάω).
~~{}~~
Ο ζητιάνος Ραμπί έπεσε να κοιμηθεί στη γωνιά του, πίσω απ’ τον κινηματογράφο «Βεγγάλη». Έβαλε περισσότερα χαρτιά μέσα στα ρούχα, έκανε κρύο. Σφύριξε μια φορά. Ο Ταγκ, ο σκύλος, έτρεξε και κόλλησε πάνω του. Δυο ζώα αγκαλιά κοιμούνται πιο ζεστά.
Καθώς έβλεπε το πρώτο όνειρο άκουσε θόρυβο. Ο Ραμπί άνοιξε τα μάτια κι είδε να σταματάει ακριβώς μπροστά στο πόστο του ένα αυτοκίνητο. Η πόρτα άνοιξε και βγήκε ένας όμορφος νέος που έλαμπε σαν τον Κρίσνα.
Ο Ραμπί γονάτισε κι άπλωσε την παλάμη για να πάρει ελεημοσύνη.
«Τι έχεις να μου δώσεις;» του είπε ο νέος.
Ο Ραμπί δεν κατάλαβε τι του ζητούσε. Εκείνος είχε τα πάντα. Χρήματα, ομορφιά, νιάτα.
«Τι μπορείς να μου προσφέρεις;» είπε ο νέος που έλαμπε σαν τον Κρίσνα. Συνέχισε να στέκεται από πάνω του, ντυμένος στη μεταξένια του νιότη.
Ο Ραμπί τσαντίστηκε. Ποιος ζητάει απ’ το ζητιάνο; Άνοιξε τον σάκο του κι έψαξε στο βάθος. Εκεί κάτω υπήρχε μια πενταροδεκάρα κι ένα σπυρί σιτάρι. Έβγαλε το σπυρί και του το ‘δωσε.
«Σ’ ευχαριστώ», του είπε ο νέος, πήρε το σπυρί κι έφυγε.
Ο ζητιάνος Ραμπί έπεσε να κοιμηθεί βλαστημώντας. Στο όνειρο του είδε ένα χωράφι γεμάτο στάρια. Κι ένα σκιάχτρο ήταν κρεμασμένο στη μέση. Το σκιάχτρο τού έμοιαζε.
Ξύπνησε τη χαραυγή. Ευχαρίστησε τους θεούς που ήταν ζωντανός άλλη μια μέρα, φώναξε τον Ταγκ, και πήγε να ζητιανέψει έξω απ’ το ναό.
Εκεί, λίγες ώρες μετά, έψαξε να βρει το παξιμάδι στο σάκο του, αυτό που θα ‘τρωγε για μεσημεριανό. Είδε κάτι να λάμπει στο βάθος του σάκου. Τον άνοιξε κι έχωσε το χέρι του. Έβγαλε έναν χρυσό σπόρο σταριού, μόνο ένα σπυρί.
Κι είπε ο Ραμπί: «Πόσο ανόητος ήμουν, να μη σου δώσω ό,τι είχα;»
~~{}~~
Ο Ταγκόρ μ’ αυτή την αλληγορία θέλει να μας δείξει ότι το κέρδος είναι η προσφορά. Αυτό που ο Γιάλομ αναφέρει ως ομόκεντρους κύκλους που αφήνουμε πίσω μας όταν πέφτουμε στη λίμνη της ζωής.
Οπότε, αν νιώθετε ότι δεν καταφέρατε και πολλά στη ζωή, σκεφτείτε: Πόσες φορές δώσατε κάτι, μια αγκαλιά κι ένα φιλί, μια λέξη κι ένα τραγούδι, πόσες φορές κάνατε κάποιον να γελάσει, να έχει οργασμό, να νιώσει περήφανος;
Όλα θα τελειώσουν για μας κάποια νύχτα, αλλά θα μείνουν να λαμπυρίζουν όλα αυτά που δώσαμε στους άλλους. Όχι μεγάλα, όχι σπουδαία, ένα σπυρί σιτάρι όλο κι όλο.